Wiz Guide
Της Αφροδίτης Δερματά
Αν μου έλεγες να παρομοιάσω το θέατρο με ένα αντικείμενο θα το παρομοίαζα με μια μεγάλη κουτάλα που ανακατεύει συναισθήματα, σκέψεις, προβληματισμούς, τα φέρνει στην επιφάνεια και σε κάνει να αναθεωρείς τη ζωή και να νιώθεις πάλι ζωντανός. Είναι αυτή η ιδιαίτερη τέχνη που όταν γίνεται σωστά, έχει την] δύναμη να αλλάξει ολόκληρη την κοσμοθεωρία και τη φιλοσοφία της ζωής σου και που αν καταφέρει να σε πείσει και να σε διαπεράσει θα σε απεγκλωβίσει με έναν τρόπο μαγικό από το τακτοποιημένο κουτί σου και θα απελευθερώσει το μυαλό σου. Μια καλή παράσταση σταματάει τα ρολόγια, σε οδηγεί στην κάθαρση και μένει για πάντα ζωντανή στο μυαλό σου!
Αυτή η υπέροχη τέχνη, λοιπόν γιορτάζεται σήμερα και μαζί της γιορτάζουν και όλοι οι άνθρωποι που την υπηρετούν. Μια γιορτή η οποία έχει καθιερωθεί από το 1962 με πρωτοβουλία του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου και πραγματοποιείται κάθε χρόνο στις 27 Μαρτίου.
Λαμβάνοντας υπόψη τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν γύρω μας και μιας και αυτές τις δύσκολες μέρες έχουμε ανάγκη το γέλιο όσο ποτέ, ζητήσαμε από 15 αγαπημένους ηθοποιούς να μοιραστούν μαζί μας τις πιο ευτράπελες και αστείες τους στιγμές πάνω στη σκηνή.
Ελένη Σιδερά
Κατά τη διάρκεια θεατρικής παράστασης πάω στην τουαλέτα ξεχνάω να βγάλω την «ψείρα» τραβάω καζανάκι και ακούγεται στη διαπασών στη σκηνή! Ευτυχώς το έργο ήταν μιούζικαλ γιατί θα ήταν πολύ οξύμωρο να παίζω σε τραγωδία και να γίνει τέτοιο σκηνικό.
Λουκία Μουσουλιώτη
Έπαιζα στην παράσταση «Τα μωρά τα φέρνει ο πελαργός» και βρισκόμασταν σε περιοδεία στην Μελβούρνη. Αυτή η παράσταση είχε ανέβει πριν την περιοδεία στο Σατιρικό. Όταν κάναμε πρόβες είχα φύγει για λίγο από την σκηνή και είχα πάει στην καντίνα, άκουσα λοιπόν την κυρία Μπεμπεδέλη να φωνάζει «Λουκία, που είσαι;» Έκανα ένα σάλτο και ξαφνικά βρέθηκα πάνω στο κρεβάτι. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήμουν και αθλήτρια κι οι επιδόσεις μου στα άλματα ήταν καταπληκτικές. Μόλις είδε η κυρία Μπεμπεδέλη το σάλτο της άρεσε πολύ και μου είπε να το κρατήσω και στην παράσταση. Κάθε φορά λοιπόν στην εν λόγω σκηνή εγώ έπαιρνα φόρα και πηδούσα στο κρεβάτι και το κοινό ξεκαρδιζόταν στα γέλια. Ωστόσο όταν πήγαμε στην Αυστραλία το κρεβάτι αναδιπλούμενο. Παρά το γεγονός ότι πριν την παράσταση έκανα πρόβα και έλεγξα αν ήταν ασφαλές και φάνηκε να είναι εντάξει, κατά τη διάρκεια της παράστασης όταν έκανα το σάλτο το κρεβάτι διπλώθηκε και με έκλεισε μέσα. Η αίθουσα οι οποία είχε γύρω στους χίλιους θεατές, αρχικά πάγωσε και έπειτα άρχισαν όλοι να φωνάζουν έντρομοι. Μέχρι που ξεπρόβαλα το κεφάλι μου από το κρεβάτι γελώντας και άρχισαν να γελάνε και οι θεατές. Τελικά ήρθαν οι τεχνικοί να με απεγκλωβίσουν και χρειάστηκαν 20 λεπτά περίπου μέχρι να τα καταφέρουν. Με απεγκλώβισαν σπάζοντας το κρεβάτι.
Mιχάλης Σοφοκλέους
Παιδική Παράσταση του ΘΟΚ σε ένα μονόλογο μου όπου έκανα ένα δικαστή. Είχα κέφια, υπερέβαλα εαυτό και είδα μια συνάδελφο μου να φεύγει από τη σκηνή τρέχοντας ενώ δεν έπρεπε. Συνέχισα κανονικά δίκασα, και στο τέλος τής παράστασης όταν τη ρώτησα γιατί έφυγε από τη σκηνή μου είπε ότι τής έφυγε "πισσιουη" από τα γέλια! Μέχρι σήμερα όποτε βρεθούμε το συζητάμε και γελάμε.
Χριστιάνα Αρτεμίου
Ένα περιστατικό που έμεινε έντονα στη μνήμη μου και μου προκαλεί γέλιο κάθε φορά που το θυμάμαι ή το διηγούμαι στην παρέα, ήταν σε μια παράσταση του Φούστα Μπλούζα που κάναμε στο Πάνθεον. Τα καμαρίνια δεν ήτανε πίσω στη σκηνή, ήταν εκτός κτιρίου που έπρεπε να κατεβείς μια ράμπα για να μπορέσεις να πας. Η αγαπημένη συνάδελφος Έλενα Χριστοφή αφού τελείωσε μια σκηνή της, ξέχασε ότι έπρεπε να βγει σχεδόν αμέσως ...και θεωρώντας ότι ολοκλήρωσε την σκηνή της, βγήκε εκτός κτιρίου για να πάει στα καμαρίνια να ετοιμαστεί για την επόμενη της σκηνή. Εμείς ήμασταν επί σκηνής και περιμέναμε να μπει μέσα η Έλενα...λέγαμε την ατάκα, την ξαναλέγαμε...η Έλενα άφαντη. Ανοίγω την πόρτα, πηγαίνω στα παρασκήνια και ρωτάω αγχωμένη.... "που είναι η Έλενα; Έπρεπε να ήταν στη σκηνή". Τρέχει τότε μια άλλη συνάδελφος κάτω στα καμαρίνια και πετυχαίνει την Χριστοφή σχεδόν γυμνή, μόνο με τα εσώρουχα της, γιατί άλλαζε ρούχα εκείνη τη στιγμή. "Έλεναααα...παίζεις!!!"της λέει. Η Χριστοφή τότε αρχίζει να τρέχει πανικόβλητη φορώντας μόνο τα εσώρουχα της στη ράμπα για να βρεθεί πάνω στην σκηνή. Λίγο πριν ανοίξει την πόρτα του σκηνικού να μπουκάρει μέσα σε πλήρη πανικό, η ίδια συνάδελφος της φώναξε "Χριστοφήηη...είσαι γυμνή!" Η φωνή της, ήταν τόσο δυνατή που ακούστηκε σε όλο το θέατρο και εννοείται διπλωθήκαμε όλοι από τα γέλια...γιατί καταλάβαμε κι εμείς και ο κόσμος το τι είχε συμβεί. Καθίσαμε τότε όλοι αμίλητοι άλλα 5 λεπτά στη σκηνή, μπροστά στον κόσμο, περιμένοντας τη Χριστοφή στα παρασκήνια να ντυθεί για να μπει μέσα... Και εννοείται μόλις είδαμε τη Χριστοφή να μπαίνει στη σκηνή σε αλλόφρων κατάσταση φορώντας τα ρούχα τη ανάποδα από τη βιασύνη της, εμείς από το γέλιο δεν σταυρώσαμε λέξη και ο κόσμος γελούσε και την χειροκροτούσε για να της δώσει θάρρος.
Χάρης Αττόνις
Πριν από πολλά χρόνια, σε έναν από τους πρώτους μου μεγάλους ρόλους στο θέατρο, σε μια παράσταση που πραγματικά αγαπούσα, ήρθε με καμάρι να με δει η μητέρα μου, παρέα με τη μία μου αδερφή (και το μικρό μου ανιψιό που δεν είχε καμία ανάμειξη στην ιστορία μας). Καθόταν μπροστά – μπροστά και παρακολουθούσε με πολλή προσοχή. Κάποια στιγμή, σε ένα μονόλογό μου, που βρισκόμουν σε απόσταση ενός μόλις μέτρου από εκείνη, αρχίζει να χτυπάει το κινητό της ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΔΥΝΑΤΑ: “You are my lover, undercover, you are my secret passion and I have no other”. Επειδή, όπως λέει και η ίδια για τον εαυτό της, χαριτολογώντας: «να μου μιλάτε δυνατά γιατί είμαι περήφανη στα αφτιά!», δεν άκουγε την Έλενα που της τραγουδούσε. Είχε μάτια μόνο για μένα! Η αδερφή μου πανικόβλητη, άρχισε να την σκουντάει. Η μητέρα μου άρχισε να ενοχλείται. Η αδερφή μου επέμενε. Εγώ να παρακολουθώ με αγωνία, ντροπή, να ανοίξει η γη να με καταπιεί, αλλά απολύτως συγκεντρωμένος. Εξάλλου, ο ρόλος είχε χαρακτηριστική κινησιολογία, οπότε σχεδόν του ταίριαζε ο ρυθμός του τραγουδιού – προσπαθούσα μάταια να πείσω τον εαυτό μου. Κάποια στιγμή, όταν πια η συμπεριφορά της αδερφής μου είχε φτάσει στο απροχώρητο, γυρίζει η μάνα μου φοβερά εκνευρισμένη και της λέει - με αξιοθαύμαστη ορθοφωνία και ένταση:
«Ε σταμάτα πια! Τι σκουντάς; Όλο σκουντάς! Τι θέλεις πια; Δε βλέπεις; ΠΑΙΖΕΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ!!»
Μαρία Παπακώστα
Τα αστεία περιστατικά είναι πολλά και διάφορα. Αυτό που θυμάμαι και γελάω ακόμα και τώρα είναι στην παρασταση Βαφτα Μαυρα, που έπρεπε να χορευουμε το Λοκο Λοκο της Φουρειρα. Καθε φορα γελουσαμε όλο και πιο πολυ. Στο τέλος σταματήσαμε να χορεύουμε και απλά γελούσαμε.
Χριστιάνα Μουζούρα
Στην τελευταία παράσταση που ήμουν σβήνουν τα φώτα, ανεβαίνω στην σκηνή μαζί με τη συνάδελφο Ευα Μιλτιάδους. Ήταν μια σκηνή τριών ατόμων, ο τρίτος ο Γιώργος Ιωσηφ δεν εμφανίστηκε ποτέ. Προτού ανοίξουν τα φώτα της έλεγα «πες τα όλα, πες τα όλα». Τελειώνει η σκηνή και ο Γιώργος ήταν στα παρασκήνια και κουβέντιαζε και δεν φτάνει αυτό στην επόμενη παράσταση εμφανίζεται και μου λέει «σήμερα που θυμήθηκα να έρθω…» νομίζω ακόμη γελάω.
Προκόπης Αγαθοκλέους
Ήταν σε μια παράσταση του Ριχάρδου Γ’ του William Shakespeare, στον ΘΟΚ, σε σκηνοθεσία Πάρι Ερωτοκρίτου. Θυμάμαι είχε ξεκινήσει πολύ καλά η παράσταση, με ωραίο ρυθμό και ενέργεια απ’ όλους: ηθοποιούς, τεχνικούς και θεατές. Κάπου στα μέσα περίπου της παράστασης, έπρεπε να χτυπήσω το μπαστούνι που κρατούσα (ένα βασικό αντικείμενο, προέκταση του χεριού μου θα έλεγα, αφού σε αυτό, πέρα από το ενδυματολογικό, στηριζόταν ολόκληρη η κινησιολογία του ρόλου) με δύναμη κάτω στο έδαφος τρεις φορές, έτσι ώστε να κατέβει η καταπαχτή και να εξαφανιστεί το πτώμα του Εδουάρδου ΣΤ’ που ο ίδιος ο Ριχάρδος είχε σκοτώσει. Χτυπάω λοιπόν το μπαστούνι δυνατά στο έδαφος και στο τρίτο και τελευταίο χτύπημα χωρίζεται ο κορμός πέφτει στη σκηνή και μου μένει η λαβή του μπαστουνιού στο χέρι. Χωρίς να το σκεφτώ πολύ, σκύβω, παίρνω το ξύλο και προχωρώ για την έξοδο προς την πλατεία όπου είχε στηθεί ένας μακρύς και στενός διάδρομος που αποτελούσε μέρος της υπέροχης σκηνογραφικής δουλειάς του Γιώργου Γιάννου, με το μπαστούνι να μου τρυπά σχεδόν την παλάμη αφού η λαβή του βρισκόταν στο άλλο μου χέρι.
Στο τέλος του διαδρόμου - «πασαρέλας» και πίσω από τους θεατές της πλατείας, κοντά στο ηλεκτρολογείο, με περίμενε ο Πάρις (ο σκηνοθέτης της παράστασης) ο οποίος πολύ γρήγορα άρπαξε το μπαστούνι από τα χέρια μου και εξαφανίστηκε, ενώ εγώ έπρεπε να τρέξω στο φουαγιέ του θεάτρου και να διανύσω μια μεγάλη διαδρομή κάνοντας όλο τον κύκλο από το φουαγιέ στον χώρο των καμαρινιών μέχρι να βρεθώ στον παρασκηνιακό χώρο όπου με πολύ γρήγορες κινήσεις η αγαπημένη Μηλίτσα (η ενδύτρια) με βοηθούσε να κάνω μια πολύ γρήγορη και μικρή αλλαγή στο κοστούμι μέχρι να ξαναβγώ στην σκηνή. Εκεί λοιπόν που ντυνόμουν και σκεφτόμουν ακατάπαυστα τι να κάνω και πώς να το κάνω, τελειώνω και τρέχω για να βγω ξανά στη σκηνή αυτή τη φορά χωρίς το μπαστούνι μου. Εκείνη την στιγμή βλέπω μπροστά μου τον Πάρι ακριβώς στο σημείο εισόδου μου να με περιμένει και με διάθεση σχεδόν τελετουργική, σαν να βρισκόταν και ο ίδιος σε ρόλο υπηρέτη, προτάσσει προς το μέρος μου το μπαστούνι διορθωμένο. Ύστερα κατάλαβα πως έβαλαν βιαστικά μια βίδα και από πάνω πλαστική ταινία για να προστατευτεί το χέρι μου από τη βίδα. Δουλειά βιαστική μεν προσεγμένη δε.
Αυτή η στιγμή θα μου μείνει για πάντα αξέχαστη, όχι σαν κάτι αλλόκοτο ή σαν ένα σκηνικό «ατύχημα», αλλά σαν μια στιγμή που κατάφερε να ενισχύσει μέσα μου βασικές έννοιες που συναντάει κανείς στην θεατρική τέχνη και δημιουργία αλλά και στην ίδια τη ζωή. Την ομαδικότητα, την συνεργασία, την εμπιστοσύνη και την απόλυτη πίστη πως ό,τι και να ‘ναι αυτό που αναπάντεχα συμβαίνει «the show must go on!».
Στέλιος Καλλιστράτης
Δύο τρελά περιστατικά που έχω ζήσει κατά τη διάρκεια παράστασης και που σίγουρα δεν πρόκειται να ξεχάσω, είναι τα εξής:
1ο: Είμαστε επί σκηνής στο ΚΘΒΕ, παίζουμε “Τρεις Σωματοφύλακες”, πρωινή παράσταση για παιδιά, στο Βασιλικό Θέατρο, ένας πολυπληθής θίασος. Το βράδυ παίζει άλλη παράσταση όπου ένα μεγάλο μέρος του σκηνικού της αποτελείται από εκατοντάδες κρεμάστρες ρούχων, κρεμασμένες από τα σταγκόνια του θεάτρου και ο μηχανισμός ανεβοκατεβαίνει πρωί και βράδυ για να εξυπηρετεί και τις δύο παραστάσεις. Είμαστε λοιπόν εν δράση, καμιά δεκαριά ηθοποιοί σε μια σκηνή με έντονη ξιφασκία και πρέπει ξαφνικά να μείνουμε ακίνητοι, freeze. Και εκείνη την ώρα, με το που “παγώνουμε” -μάλλον τόσο πολύ είχαμε ταρακουνήσει τη σκηνή εκείνη τη μέρα- πέφτουν από πάνω, ξυστά, δίπλα από τη συνάδελφο που ξιφασκούσαμε, 5-6 κρεμάστρες.
Από θαύμα γλιτώσαμε τα κεφάλια μας και εννοείται πως εκείνο το “πάγωμα” δεν συνέβη ποτέ αφού το μόνο που κάναμε ήταν να στρέψουμε τα κεφάλια προς τα πάνω και να αρχίσουμε να γελάμε!
2ο: Είχα την τύχη να έχω το ρόλο του Αγγελιαφόρου, στην παράσταση “Ιφιγένεια εν Αυλίδι” που έλαβε χώρα, δίπλα από το Ledra Palace. Το 2017, σε σκηνοθεσία Μαγδαλένας Ζήρα. Είμασταν ακριβώς πάνω στην πράσινη γραμμή και σε πολύ κοντινή απόσταση, στα κατεχόμενα, υπήρχε ένας χώρος διασκέδασης, υπαίθριος, με δυνατή μουσική. Θυμάμαι ότι υπήρξε συνεννόηση, κατά τη διάρκεια της παράστασης, να είναι αρκετά χαμηλά η μουσική στο μαγαζί. Και φτάσαμε αισίως στην τελευταία παράσταση και έχω τον τελευταίο μονόλογο που ο Αγγελιαφόρος ανακοινώνει στην Κλυταιμνήστρα την πολύ σημαντική πληροφορία ότι η Ιφιγένεια δεν θυσιάστηκε αλλά έγινε ελάφι. Όλα αυτά εκεί κατά τις 22:00 παρά. Με το που λέω τις 2-3 πρώτες ατάκες απ’ τον μονόλογο, αρχίζει μια πολύ δυνατή μουσική! Δεν ήταν φυσικά μουσική της παράστασης. Ήταν το Californication των Red Hot Chilly Peppers από το μαγαζί δίπλα και μόλις ξεκινούσε ένα γλέντι από ένα νιόπαντρο ζευγάρι! Συνεχίσαμε κανονικά εννοείται την παράσταση. Απλώς δε φανταζόμουν ποτέ ότι θα ταίριαζε τόσο ο Ευριπίδης με τους Red Hot Chilly Peppers!
Γρηγόρης Γεωργίου
«Θυμάμαι στην Αθήνα μια φορά παίζαμε το φάντασμα της όπερας , εγώ έκανα το φάντασμα και ο σκηνοθέτης ήθελε να κάνει ένα σκηνοθετικό «τέχνασμα» με μια άσκηση εμπιστοσύνης που θα δημιουργούσε την ψευδαίσθηση στο κοινό ότι το φάντασμα αιωρείται . Θα έπρεπε να εμπιστευτώ 4 συναδέλφους ότι θα βρίσκονταν στην σωστή θέση και την σωστή στιγμή έτσι ώστε εγώ να πέσω πάνω τους και αυτοί να με αρπάξουν και να με μεταφέρουν στον χώρο σαν αερικό την ώρα που τραγουδούσα το σόλο κομμάτι μου. Στην πρεμιέρα, Δεν έγινε τίποτα σωστά απ όλα αυτά, με αποτέλεσμα να «σκάσω» σαν καρπούζι στη σκηνή!»
Mάριος Μεττής
Έγινε πριν κάτι μήνες στην παράσταση η μέθοδος του Δόκτωρ Παλομέρο στο Θέατρο Δέντρο. Ήταν η τελευταία μας παράσταση και αποφασίσαμε οι ηθοποιοί να κάνουμε μερικές πλάκες επί σκηνής, το γνωστό σε εμάς αλαλούμ. Ένας συνάδελφος, την ώρα που εγώ μονολογούσα, κάλεσε στο vider τον Γιάννη Λεοντάρη, τον σκηνοθέτη της παράστασης και μου λέει: «Αλέν!», το όνομα του χαρακτήρα που υποδυόμουνα, «ο πατέρας μου είναι στο τηλέφωνο, πες του ένα γεια.» Κοιτάω το κινητό και βλέπω τον ανυποψίαστο σκηνοθέτη μας να με κοιτάει χαμογελώντας… Άρχισα λοιπόν κι εγώ να του λέω τα δικά μου…ότι μπορούσα να σκεφτώ εκεί επί τόπου, μπας και δεν μας πάρει χαμπάρι το κοινό. Ομολογώ πήγε πάρα πολύ καλά και βγάζω το καπέλο στον αγαπημένο συνάδελφο! Από τις καλύτερες πλάκες σε αλαλούμ που μου έχουν κάνει ποτέ!
Βαλεντίνος Κόκκινος
«Να ψήσεις την κρέπα ή να μην τη ψήσεις;». Προφανώς αυτό αναρωτήθηκε ο πλανόδιος ψήστης κρεπών, πριν κάποια καλοκαίρια, σ’ ένα συνοικιακό πάρκο στη Λεμεσό. Και μάλιστα δεν το αναρωτήθηκε μία και δύο φορές, αλλά τουλάχιστον δέκα. Και η απάντησή του ήταν πάντα ίδια: «Να τη ψήσεις»! Και για να το κάνει αυτό αφαιρούσε την πρίζα από τα φώτα της παράστασης που παίζαμε εκείνη την ώρα στο πάρκο, για να βάλει την δική του. Η πλάκα είναι πως κάθε φορά που κορύφωνε μια σκηνή έπεφτε ο γενικός, λες και ήταν συνεννοημένο! «Ντισκοντέκ» κατάντησε η παράσταση από το πολύ άναψε-σβήσε. Το σίγουρο είναι πως ηθοποιοί και θεατές το είδαν σαν παιχνίδι και απολαύσαμε όλοι μαζί αυτή την τρελή βραδιά που βιώναμε. Έτσι κι αλλιώς, το έργο κωμωδία ήτανε!
Βαρβάρα Χριστοφή
Ενώ βρισκόμουν στη σκηνή κατά τη διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης άνοιξε η μύτη μου και έτρεχε αίμα. Η σκηνή ήταν έντονη και δεν το είχα καταλάβει, όμως ο παρτενέρ μου που με έβλεπε μού σκούπισε τα αίματα από το πρόσωπο κατά τη διάρκεια της σκηνής και επειδή ο φωτισμός ήταν χαμηλός πιστεύω ούτε το κοινό κατάλαβε τι συνέβη. Όταν πήγα στο καμαρίνι συνειδητοποίησα τι μου είχε συμβεί. Είναι ζωντανό θέαμα το θέατρο, πολλά αναπάντεχα μπορούν να συμβούν.
Γιώργος Κυριάκου
Στο έργο «Περιμένοντας τον Γκοντό», ήταν πολλές οι αλλόκοτες εμπειρίες. Πριν την τελευταία παράσταση είχαμε την πιο αλλόκοτη απ’ όλες. Παίζαμε στο Δημοτικό Θέατρο της Κερύνειας, στο πλαίσιο του θεατρικού τους φεστιβάλ. Η παράσταση ξεκινούσε στις 8 και 7 και 20 κόβεται το ρεύμα. Τόσο απρόσμενα, όσον συνηθίζεται να συμβαίνει στις κατεχόμενες περιοχές. Ευτυχώς μαθαίνουμε ότι το θέατρο έχει γεννήτρια και θα ξεκινήσουμε με εκείνην, αλλά ανά πάσα στιγμή, αν έρθει το ρεύμα πίσω, η γεννήτρια θα αντικατασταθεί με αποτέλεσμα να σβήσει ο προτζέκτορας των υπέρτιτλων, ο οποίος θέλει 5 λεπτά για να λειτουργήσει ξανά. Ξέραμε εξ’ αρχής ότι το κοινό θα είναι εξολοκλήρου τουρκόφωνοι, οπότε μιλάμε για 5 λεπτά χωρίς μετάφραση. Ξεκινά η παράσταση με τη γεννήτρια και στα πρώτα 5 λεπτά όχι απλά δεν έρχεται το ρεύμα πίσω αλλά σβήνουν όλα, για 10 περίπου λεπτά. Ούτε ρεύμα ούτε γεννήτρια. Είμαστε στο απόλυτο σκοτάδι. Εγώ με τον Ιζέλ ξεκινάμε με αυτοσχεδιασμό και το κοινό ανάβει τα flash των κινητών για να μας βλέπουν. Μας χειροκροτούν που συνεχίζουμε και εμείς συνεχίζουμε ακάθεκτοι να παίζουμε με ό,τι ακούγεται και βλέπεται, χωρίς να ξέρουμε για πόσην ώρα θα πρέπει να κρατήσει αυτό. Το κοινό γελάει, ανταποκρίνεται, εκτιμά τα αντανακλαστικά μας, αλλά σε κάποια φάση νιώθουμε ότι τελείωσε η έμπνευση πρέπει να πάμε πίσω στο έργο. Υπέρτιτλοι όμως και φώτα γιοκ. Ξεκινάω να λέω ατάκες του έργου στα ελληνοκυπριακά και ο Ιζελ, πριν απαντήσει μεταφράζει, με τρόπο που να κολλά με το έργο, το τι του είπα. Αυτό συνεχίζεται για 5 λεπτά περίπου. Ώσπου ξαφνικά έρχεται το ρεύμα πίσω. Αυτό, ναι μεν σημαίνει φως, αλλά δεν σημαίνει ηθοποιός, ούτε προτζέκτορας. Αμέλησα να πω ότι είναι επί σκηνής μαζί μας και πρέπει να βρούμε ένα τρόπο να τον ανάψουμε εμείς. Πολύ απλά πάμε κατά πάνω του, πατάμε το κουμπί και ξεκινάμε να λέμε ατάκες του έργου περιμένοντας και καλά να μας τις μεταφράσει. Μια, δυο, τρεις, μας βρίσκουν οι υπέρτιτλοι, το κοινό ξαναγελά και συνεχίζουμε την παράσταση λες και δεν έγινε τίποτε. Δεν ξέρω πως ακούγεται, αλλά ήταν εξουθενωτικό.
Kώστας Καντζιλιέρης
Νοέμβριος 2020 ώρα 20:30, ημέρα Σάββατο. Πήγαμε με την παρέα μου και παρακολουθήσαμε μια εξαιρετική παράσταση στο Θέατρο. Φεύγοντας πήγαμε για ποτό και συζητούσαμε για την παράσταση, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη σκηνή όπου ένας συνάδελφος χορεύει βαλς με την πρωταγωνίστρια και λέω χαρακτηριστικά: "Πόσο θα ήθελα να συμμετέχω σε αυτή την παράσταση μόνο και μόνο για να χορέψω αυτό το βαλς με την πρωταγωνίστρια". Τρίτη βράδυ, γύρω στις 7 χτυπάει το τηλέφωνο μου, απαντώ και είναι η πρωταγωνίστρια της παράστασης η οποία μου λέει: "Κωστάκη, ο ηθοποιος ( και που χορεύουμε το βαλς, βρίσκεται αναγκαστικά σε καραντίνα και θέλω να έρθεις ως αντικαταστάτης του. Αύριο πέρασε από το Θέατρο να σου δώσω κείμενο και να σου πω κάποια πράγματα, το Σάββατο παίζουμε". Κλείνω το τηλέφωνο ουρλιάζοντας από χαρά ! Ήμουν πανευτυχής που θα χόρευα βαλς με την πρωταγωνίστρια. Πάω στο Θέατρο την επόμενη ημέρα, μου εξηγεί τί να κάνω. Πρόβα δεν κάναμε ποτέ. Μέσα σε τρεις μέρες έμαθα λόγια, κίνηση και Σάββατο βράδυ πήγα να παίξω. Εμφανίζομαι στη σκηνή και πρέπει να ανεβώ με ένα πήδημα σε ένα πατάρι. Λόγω των ρούχων και της μάσκας που φορούσα, κάνω να πηδήσω και πατάω την καμπαρντίνα που φορούσα και δεν τα κατάφερα, ανέβηκα με τη δεύτερη προσπάθεια. Αρχίζει επιπλέον να περιστρέφεται η σκηνή μόλις ανέβηκα στο πατάρι και λόγω χαμηλού φωτισμού χάνω τον προσανατολισμό μου και δεν ξέρω πού είναι η έξοδος για να κατέβω. Ρισκάρω και κατεβαίνω τυχαία κι ενώ κάνω να βγω προς τις κουΐντες , σκοντάφτω απάνω στον προβολέα που ήταν βιδωμένος στο πάτωμα και αυτός μετακινήθηκε, προφανώς δεν έβγαινα από εκεί. Όμως παρ’ όλες τις δυσκολίες σε αυτή την παράσταση χόρεψα το ωραιότερο βαλς της ζωής μου με την πρωταγωνίστρια που δεν είναι άλλη από τη μεγάλη Κυρία του Θέατρου την Δέσποινα Μπεμπεδέλη!
Αυτό το χορό θα τον θυμάμαι μέχρι να κλείσω τα μάτια μου! Στις επόμενες τρεις παραστάσεις που ακολούθησαν όλα πήγαν τέλεια, ευτυχώς!
Σκεύος Πολυκάρπου
Το πιο αλλόκοτο πράγμα που μου συνέβη; Δεν είναι ένα, αλλά πολλά. Το πιο έντονο το έζησα όταν έπαιξα στην πρώτη παράστασή μου σε επαγγελματικό θίασο, όταν ήμουν ακόμα φοιτητής. Παίζαμε «Το βαρελάκι με το μέλι». Σε μία μας παράσταση, όπως παίζαμε, άρχισε να στάζει το Θέατρο νερά από την πολλή βροχή που έριχνε έξω. Τελειώσαμε τότε την παράσταση στο άψε-σβήσε και βοηθούσαμε τον κόσμο να βγει έξω από το θέατρο γιατί άρχισε να φουσκώνει το ξύλο της οροφής και φοβόμασταν να μην πέσει πάνω μας. Λίγες μέρες πριν είχε πέσει η οροφή του Δημοτικού Θεάτρου και γι’ αυτό φοβόμασταν μην πάθουμε τα ίδια