ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: lace καλσόν, μίνι μαυρο φόρεμα και ankle boots
 

Η σειρά «After Life» είναι ύμνος στη συντροφικότητα

Με το βιτριολικό του χιούμορ, ο δημιουργός της δημοφιλούς τριλογίας προτάσσει τις αντιφατικές και αντικρουόμενες έννοιες του πένθους και του έρωτα με τον πλέον εύστοχο τρόπο

Βασισμένη στους οκνήρεις ρυθμούς μιας μικροαστικής επαρχιακής πόλης στην Αγγλία, όπου η ζωή κυλάει βασανιστικά αργά, καταθλιπτικά αλλά και ευτράπελα, η τηλεοπτική σειρά «After Life» μπορεί να εξελιχθεί σε ιδανική συντροφιά για τις παγωμένες, χειμωνιάτικες νύχτες που διανύουμε.

Σε σενάριο, παραγωγή και σκηνοθεσία του μοναδικού Rickey Gervais, ο οποίος υποδύεται κιόλας τον πρωταγωνιστικό ρόλο, η γλυκόπικρη τηλεοπτική αυτή σειρά διατίθεται προς θέαση στο Netflix και έχει μέχρι στιγμής δημοσιεύει τρεις κύκλους, με την τελευταία σεζόν να κυκλοφόρησε αρκετά πρόσφατα.

Αν και στο επίκεντρο της πλοκής βρίσκεται μια καθόλα δραματική ιστορία, η σειρά κατακλύζεται από βιτριολικό και μαύρο, witty βρετανικό χιούμορ, φέροντας έντονη την υπογραφή του δημιουργού του, ο οποίος έχει γίνει γνωστός από άλλες βρετανικές παραγωγές όπως το The Office και το Derek.

Σύμφωνα με το στόρι, στο After Life ο πρωταγωνιστής Tony ζει μια ευτυχισμένη, ήρεμη, οικογενειακή ζωή στην -επινοημένη- πόλη Tambury με τη γυναίκα του, Lisa και τον αγαπημένο τους σκύλο. Όλα όμως αλλάζουν όταν η Lisa πεθαίνει ξαφνικά από καρκίνο και ο Tony μένει μόνος, πέφτοντας σε βαριά κατάθλιψη λόγω του πένθους και αναπτύσσοντας ακόμη και τάσεις αυτοκτονίας. Κεντρική θέση στην πλοκή της σειράς αποκτούν τα βίντεο της Λίζα όταν ήταν ακόμη ζωντανή.

Υλικό που είχε τραβήξει ο ίδιος ο Τόνι κατά τη διάρκεια της κοινής τους ζωής αλλά και σέλφι βίντεο που είχε τραβήξει η ίδια η Λίζα μέσα από το νοσοκομείο προς το τέλος της ζωής της. Η ζωή λοιπόν μετά τη ζωή. Η ζωή μετά τον θάνατο και την απώλεια. Κάθε μέρα, κάθε βράδυ, ο Τόνι βλέπει τα ίδια βίντεο ξανά και ξανά, προσπαθώντας -μάταια- να χωνέψει την αχώνευτη απώλεια.

Την ίδια ώρα, οι τακτικές επισκέψεις στο νεκροταφείο γίνονται αφορμή για τη γνωριμία και τη φιλία με την επίσης χήρα Anne, που η μοίρα τα φέρνει με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνεται ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να τον καταλάβει πραγματικά. Αληθινή φιλία αναπτύσσει σταδιακά ο Τόνι και με μια σεξεργάτρια που συναντάει συνεχώς σε διάφορα σημεία στην πόλη.

Μια πιο… ευχάριστη νότα στην ιστορία δίνουν σιγουρα οι κουφές και αλλοπρόσαλλες ιστορίες που καλείται ο Τόνι να καλύψει ως δημοσιογράφος ελεύθερου ρεπορτάζ στην τοπική εφημερίδα όπου δουλεύει. Κάθε επόμενη ιστορία αποδεικνύεται πιο αλλόκοτη από την προηγούμενη. Διευθυντής στην εφημερίδα είναι ο ο αδερφός της γυναίκας του καθώς και διάφοροι άλλοι funny χαρακτήρες που προσδίδουν ένα πιο ανάλαφρο τόνο στην θλιμμένη πλοκή της σειράς.

Στην τρίτη σεζόν της σειράς, σημαντικό κομμάτι στην ιστορία καταλαμβάνει και ένα ειδύλλιο που αναπτύσσεται μεταξύ του πρωταγωνιστή και μιας γυναίκας που εργάζεται ως νοσηλεύτρια και φροντίστρια στη στέγη ηλικιωμένων όπου διαμένει με αλτσχάιμερ ο πλακατζής πατέρας του.

Κι όμως, μέσα σ’ όλη αυτήν τη μαυρίλα, πέραν από στιγμές συγκίνησης, η σειρά μπορεί να σού προσφέρει άφθονο και απρόσμενο γέλιο, με πνευματώδεις, ευφυείς και γαργαλιστικές ατάκες, εκεί που δεν τις περιμένεις και μία γερή δόση αυτοσαρκασμού και σάτιρας απέναντι στις δυσχέρειες της ζωής.

Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής άλλωστε, αφού έχασε το πλέον αγαπημένο του πλάσμα, μετεξελίσσεται σταδιακά στην πλέον κυνική εκδοχή του εαυτού του, ξεστομίζοντας τις πιο άκομψες και άβολες κουβέντες και δείχνοντας να μην δίνει δεκάρα πια για τη γνώμη των άλλων ανθρώπων γύρω του. Όσο όμως κι αν κατακρεουργεί την πολιτική ορθότητα, με την καινοφανή της έννοια, παραμένει γλυκός και καλοσυνάτος διενεργώντας εμμέσως με αυτό τον τρόπο -ως σεναριογράφος- ένα σημαντικό, κοινωνικό σχόλιο.

Περίοπτη θέση στην επιτυχία της σειράς έχει διαδραματίσει το καστ, το οποίο σε μεγάλο βαθμό είναι το ίδιο με εκείνο που είχαμε δει στο Derek αλλά και η μουσική επένδυση, με τον τεράστιο David Bowie να βρίσκεται πίσω από τις βασικές μελωδίες σε όλα σχεδόν τα επεισόδια. Έχει γραφεί άλλωστε πως μόνο και μόνο η μουσική είναι λόγος να δεις τη σειρά, η οποία καταγράφει πολύ υψηλά ποσοστά τηλεθέασης παγκοσμίως.

Σύμφωνα με κριτική για τη σειρά στο Τhe Review Geek, τόσο η πρώτη και η δεύτερη όσο και η τρίτη σεζόν της σειράς, παρά το ότι βλέπονται εύκολα και ευχάριστα, δύσκολα αφήνουν τους θεατές ανεπηρέαστους από συγκίνηση και συναισθηματική φόρτιση. Πρόκειται για μια σειρά που φαίνεται να έχει κατανοήσει εις βάθος την πολυπλοκότητα του πένθους και πόσο δύσκολο είναι να προχωρήσει κανείς στη ζωή του μετά από μια απώλεια τέτοιου βεληνεκούς.

Αναμφίβολα, πηγή έμπνευσης, ίσως η μεγαλύτερη, παρακολουθώντας τη σειρά, είναι η τεράστια αγάπη που τρέφει ο πρωταγωνιστής στη γυναίκα του, ακόμη και “after life”. Είναι ένας μεγαλειώδης ύμνος στην υγιή συντροφικότητα και στην ερωτική αφοσίωση μεταξύ δύο ανθρώπων.

Και αν και σε καμία περίπτωση η συντροφικότητα δεν πρέπει να θεωρείται προϋπόθεση για την ευτυχία, το γεγονός ότι είναι εφικτό να πετύχει σε τέτοιο βαθμό και με τόσο γερές βάσεις, είναι μάλλον ένα δυνατό σχόλιο που προκύπτει απ’ την εν λόγω σειρά.

 

Δείτε το τρέιλερ 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

ENTERTAINMENT: Τελευταία Ενημέρωση