
Μαρία Σάββα
"Αν έγραφα τη βιογραφία μου, θα ξεκινούσα έτσι: Γεννήθηκα στις Βρυξέλλες του Βελγίου στις 4 Μαΐου 1929 και πέθανα έξι εβδομάδες αργότερα". Με αυτά τα λόγια, η Όντρεϊ Χέπμπορν περιέγραφε τις πρώτες δραματικές στιγμές της ζωής της. Ως βρέφος, υπέφερε από κοκύτη, μια σοβαρή ασθένεια που την έφερε κοντά στον θάνατο, αναγκάζοντας τους γιατρούς να την επαναφέρουν στη ζωή.
Γεννήθηκε ως Όντρεϊ Κάθλιν Ράστον, μοναχοκόρη του Τζόζεφ Ράστον, ενός τραπεζίτη με τσεχοσλοβακικές ρίζες, και της Έλλα φαν Χέμστρα, μιας Ολλανδής βαρόνης. Η παιδική της ηλικία σημαδεύτηκε από την εγκατάλειψη του πατέρα της, όταν εκείνος έφυγε από το σπίτι εξαιτίας της σχέσης του με τη γκουβερνάντα των παιδιών. Η απώλεια αυτή της προκάλεσε βαθύ συναισθηματικό τραύμα, το οποίο την ακολουθούσε σε όλη της τη ζωή. Ίσως γι’ αυτό, όσοι τη γνώριζαν έλεγαν πως πάνω από όλα αναζητούσε την αγάπη.
Επιβίωση στη Δίνη του Πολέμου
Η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Ολλανδία κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ελπίζοντας πως η χώρα θα παρέμενε ουδέτερη, όπως είχε συμβεί στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως, η ναζιστική εισβολή το 1940 διέψευσε αυτές τις προσδοκίες. Η ζωή στην κατεχόμενη Ολλανδία ήταν δύσκολη, με τις στερήσεις και τον υποσιτισμό να επηρεάζουν δραματικά τη νεαρή Όντρεϊ.
Photo by @audrey.hepburn
Ως έφηβη, βρήκε έναν μοναδικό τρόπο να αντισταθεί: μέσα από τον χορό. Οργανώνοντας μυστικές παραστάσεις μπαλέτου, συγκέντρωνε χρήματα για την ολλανδική αντίσταση. Οι θεατές δεν μπορούσαν να χειροκροτήσουν, φοβούμενοι την αποκάλυψη, αλλά η ίδια ένιωθε ότι μέσα από τον χορό μπορούσε να ξεφύγει από την πραγματικότητα. "Μέσω του χορού μπορούσε να ονειρευτεί, να πετάξει, να ξεχάσει", είχε πει ο γιος της, Λούκα Ντότι.
Οι συνέπειες του πολέμου ήταν σκληρές για την οικογένειά της. Ένας θείος της εκτελέστηκε ως αντίποινα για σαμποτάζ της αντίστασης, ένας ετεροθαλής αδελφός της στάλθηκε σε καταναγκαστικά έργα στο Βερολίνο, ενώ ένας άλλος κρύφτηκε για να αποφύγει την ίδια μοίρα. Η ίδια υπέφερε από σοβαρό υποσιτισμό, γεγονός που επηρέασε την υγεία της για το υπόλοιπο της ζωής της.
Από το Μπαλέτο στην Υποκριτική
Μετά τον πόλεμο, η Χέπμπορν συνέχισε τις σπουδές της στο μπαλέτο, όμως ενημερώθηκε πως το ύψος και η εξασθενημένη φυσική της κατάσταση δεν θα της επέτρεπαν να γίνει πρίμα μπαλαρίνα. Έτσι, στράφηκε στην υποκριτική.
Ξεκίνησε την καριέρα της με την εκπαιδευτική ταινία "Dutch in Seven Lessons" και γρήγορα ακολούθησαν ρόλοι στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Η μεγάλη της ευκαιρία ήρθε όταν επελέγη ως πρωταγωνίστρια στο θεατρικό "Gigi", αποσπώντας το Βραβείο Theatre World.
Photo by @audrey.hepburn
Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο ως πρωταγωνίστρια έγινε το 1953 με την ταινία "Διακοπές στη Ρώμη", στο πλευρό του Γκρέγκορι Πεκ. Η ερμηνεία της της χάρισε το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου και την καθιέρωσε ως μια από τις μεγαλύτερες σταρ της εποχής, αλλά και ως σύμβολο κομψότητας και χάρης.
Η Σκιά του Παρελθόντος
Παρά την τεράστια επιτυχία της, η Χέπμπορν ζούσε με έναν διαρκή φόβο: ότι η ναζιστική συμπάθεια της μητέρας της θα ερχόταν στο φως και θα κατέστρεφε την καριέρα της. Η Έλλα φαν Χέμστρα είχε συναντήσει προσωπικά τον Αδόλφο Χίτλερ στο Μόναχο και είχε εντυπωσιαστεί τόσο που του φίλησε το χέρι. Φήμες ανέφεραν ότι είχε σχέση με έναν Γερμανό αξιωματούχο και είχε διατηρήσει μια σημαία με τη σβάστικα στο διαμέρισμά της.
Η Όντρεϊ απέφευγε να μιλά για τους Γερμανούς, φοβούμενη πως η αποκάλυψη του παρελθόντος της οικογένειάς της θα έβαζε σε κίνδυνο την καριέρα της στο Χόλιγουντ. Παρόλο που η ίδια είχε υποφέρει από τη ναζιστική κατοχή και είχε βοηθήσει την αντίσταση, η σκιά της μητέρας της παρέμενε πάνω της.
Μια Κληρονομιά που Διαρκεί
Η Όντρεϊ Χέπμπορν δεν ήταν απλώς μια ταλαντούχα ηθοποιός, αλλά και μια γυναίκα με βαθιά ευαισθησία. Η πορεία της από τις κακουχίες του πολέμου μέχρι τη λάμψη του Χόλιγουντ αποτελεί μια ιστορία ανθεκτικότητας και αποφασιστικότητας. Σήμερα, παραμένει μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του κινηματογράφου και, σύμφωνα με το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, η τρίτη μεγαλύτερη γυναίκα σταρ όλων των εποχών.
Η προσφορά της, όμως, δεν σταμάτησε στην υποκριτική. Στα τελευταία χρόνια της ζωής της, αφιερώθηκε στο ανθρωπιστικό έργο, προσφέροντας τη φωνή της σε παιδιά που υπέφεραν από τις ίδιες συνθήκες που εκείνη είχε βιώσει στον πόλεμο. Η μνήμη της παραμένει ζωντανή, όχι μόνο μέσα από τις ταινίες της, αλλά και μέσα από το παράδειγμα μιας γυναίκας που, παρά τις δυσκολίες, δεν έπαψε ποτέ να αναζητά την αγάπη και την ομορφιά στη ζωή.