Την έντονη αντίδραση των λοιμωξιολόγων, αλλά και την τελική ανάκληση της δήλωσης, πυροδότησε η τοποθέτηση της Μαρία βαν Κέρχοβ, αξιωματούχου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ότι η μετάδοση της COVID-19 από κάποιο ασυμπτωματικό κρούσμα είναι εξαιρετικά σπάνια. Ωστόσο, λίγο μετά τη δήλωση, αξιωματούχοι του οργανισμού επισήμαναν ότι ένα ποσοστό 16% έως 40% των ασυμπτωματικών φορέων της νόσου μπορεί να μεταδώσει τον μολυσματικό παράγοντα, τονίζοντας ότι μετανοούν για τη δήλωση «πολύ σπάνια» της επιστήμονος.
Η δήλωση της Κέρχοβ προκάλεσε και την έντονη αντίδραση των λοιμωξιολόγων. «Εξεπλάγην πολύ από τη δήλωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας», τόνισε ο Λίαμ Σμιθ, καθηγητής κλινικής επιδημιολογίας στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου. «Αντιβαίνει τις μέχρι σήμερα διαπιστώσεις μου από την επιστήμη, σύμφωνα με τις οποίες οι ασυμπτωματικοί άνθρωποι –που δεν εμφανίζουν ποτέ συμπτώματα– και οι προσυμπτωματικοί αποτελούν σημαντική πηγή μόλυνσης των άλλων».
Ο Κιθ Νιλ, καθηγητής επιδημιολογίας λοιμωδών νόσων στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ, σημείωσε ότι την ώρα που η απάντηση στο ερώτημα πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των ασυμπτωματικών φορέων στη μετάδοση της νόσου είναι ασαφής, το βέβαιο είναι ότι άτομα με συμπτώματα είναι υπεύθυνα κατά το μεγαλύτερο μέρος για τη διάδοση της νόσου. «Αυτό ενισχύει τη σημασία της οδηγίας ότι κάθε άτομο που έχει οποιοδήποτε από τα συμπτώματα της COVID-19 πρέπει να επιδιώξει να κάνει το τεστ το συντομότερο δυνατόν και να απομονωθεί μέχρι να λάβει τα αποτελέσματα του τεστ».
Μελέτη, άλλωστε, που εκπονήθηκε πριν από λίγους μήνες από τα Κέντρα Ελέγχου Νοσημάτων και Πρόληψης των ΗΠΑ (CDC) έδειξε ότι περίπου το 40% της μετάδοσης του κορωνοϊού συμβαίνει πριν από την εκδήλωση οποιουδήποτε συμπτώματος.
Σωτήρια φαίνεται, πάντως, ότι υπήρξε η επιβολή περιοριστικών μέτρων (lockdown) για την Ευρώπη, καθώς συνέβαλε σημαντικά στον έλεγχο της μετάδοσης της COVID-19, αποτρέποντας, πιθανώς και περισσότερους από τρία εκατομμύρια θανάτους. Ερευνα του Imperial College London εκτιμά ότι έως τις αρχές Μαΐου, 12 έως 15 εκατομμύρια άνθρωποι σε Αυστρία, Βέλγιο, Βρετανία, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Νορβηγία, Ισπανία, Σουηδία και Ελβετία είχαν μολυνθεί από την COVID-19. Συγκρίνοντας τον αριθμό των καταμετρηθέντων θανάτων με τους θανάτους που προέβλεπε το μοντέλο τους, αν δεν είχαν ληφθεί μέτρα lockdown, βρήκαν ότι περίπου 3,1 εκατομμύρια θάνατοι αποφεύχθηκαν. Ακόμα και παρά το θετικό αποτέλεσμα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έκρουσε χθες τον κώδωνα του κινδύνου για τη δραματική επιδείνωση της πανδημίας. Ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, δρ Τέντρος Γκεμπρεγέσους, τονίζοντας ότι το τελευταίο δεκαήμερο έχουν αναφερθεί περισσότερα από εκατό χιλιάδες κρούσματα, επισήμανε ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που απειλεί τα κράτη όπου η επιδημική εικόνα βελτιώνεται είναι ο εφησυχασμός.
Τέλος, σε μία ακόμη μεταβολή της θέσης του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, που επί μήνες κατέκρινε τη χρήση μάσκας από υγιείς, κάλεσε τους υγειονομικούς φορείς των κρατών να ενθαρρύνουν τη χρήση υφασμάτινων μασκών από τους πολίτες, όπου εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική μετάδοση της COVID-19.