Μαρία Σάββα
Χωρίς αξιοσημείωτη επίδραση στη βιοποικιλότητα της περιοχής του Blue Lagoon στη χερσόνησο του Ακάμα παρουσιάζουν οι αρχικές εκτιμήσεις, η οποία φαινομενικά δε φάνηκε να επηρεάζεται από τις τουριστικές δραστηριότητες. Ωστόσο, η υποθαλάσσια ηχορύπανση κατά την διάρκεια την άφιξης, αγκυροβόλησης και αναχώρησης των σκαφών ήταν αισθητή, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται από τις υψηλές μετρήσεις που καταγράφηκαν από ειδικό υδρόφωνο που χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια των δειγματοληψιών.
Τα παραπάνω ευρήματα εξήχθησαν από την έρευνα που διεξήγαγε το Κυπριακό Ινστιτούτο για τη Θάλασσα και τη Ναυτιλία (CMMI-Cyprus Marine and Maritime Institute) με την υποστήριξη της Τράπεζας Κύπρου, η οποία διήρκησε ένα χρόνο (2023-2024) και στόχευε στην αναγνώριση πιθανών επιπτώσεων που επιφέρουν οι έντονες τουριστικές δραστηριότητες στη φυσική ακεραιότητα του θαλάσσιου οικοσυστήματος στον κόλπο ‘Blue Lagoon’ της χερσονήσου Ακάμα.
Επιπλέον, στο θαλάσσιο ίζημα κατά την καλοκαιρινή περίοδο, παρατηρήθηκαν τιμές χαλκού, οι οποίες υπερβαίνουν τα περιβαλλοντικά όρια, γεγονός που πιθανώς να οφείλετε στην αυξημένη διέλευση και αγκυροβόληση σκαφών στην περιοχή, αφού οι αντιρρυπαντικές βαφές που χρησιμοποιούνται συχνά στο εξωτερικό μέρος των σκαφών έχουν ως συστατικό τον χαλκό. ‘Έκθεση σε ψηλές συγκεντρώσεις χαλκού μπορούν να είναι περιβαλλοντικά ζημιογόνες, αφού μπορούν να αλλοιώσουν την φωτοσυνθετική ικανότητα φυκιών και να επηρεάσουν την ανάπτυξη άλλων σημαντικών βενθικών οργανισμών (π.χ. κοραλλιών) μεταξύ άλλων. Βαρέα μέταλλα, όπως ο χαλκός, μπορούν επίσης να βιοσυσσωρευτούν σε ψάρια και μαλάκια επηρεάζοντας την αλυσίδα τροφής.
Η σημαντικότητα της παρούσας μελέτης έγκειται στο γεγονός ότι θέτει τις βάσεις για μακροχρόνια μελέτη σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις από την αυξημένη τουριστική δραστηριότητα στον κόλπο ‘Blue Lagoon’.
Επιστήμονες από το CMMI, διενήργησαν εποχιακές δειγματοληψίες (Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνα) στην περιοχή του Blue Lagoon, με σκοπό να συλλέξουν δείγματα νερού και ιζήματος για αναλύσεις στοχεύοντας κυρίως στην αναγνώριση διαφόρων χημικών ρύπων (π.χ., βαρεά μέταλλα, συστατικά αντηλιακών) και μικροβιολογικών οργανισμών, και να καταγράψουν περιβαλλοντικές παραμέτρους και τη βιοποικιλότητα της περιοχής (ιχθυοπανίδα και βενθικούς οργανισμούς).
Το πρόγραμμα «Seaμαχία για καθαρότερες θάλασσες», αποτελεί πρωτοβουλία της Τράπεζας Κύπρου με στόχο την επιστημονική έρευνα και δημιουργία δεδομένων για την ποιότητα του παράκτιου θαλάσσιου νερού. Το 2022-2023 πραγματοποιήθηκε έρευνα στη θαλάσσια περιοχή της Μαρίνας Αγίας Νάπας, σε συνεργασία με τη ΜΚΟ CYMEPA και του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου (ΤΕΠΑΚ), τα αποτελέσματα της οποίας ανακοινώθηκαν τέλος του 2023.