Iσραήλ, Μπαχρέιν και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι οι χώρες που προηγούνται στην κούρσα των εμβολιασμών, εν μέρει γιατί έχουν μικρό πληθυσμό, μεγάλα αστικά κέντρα και ήδη ψηφιοποιημένο σύστημα υγείας, όπως εξηγεί το Economist Intelligence Unit σε νέα έκθεσή του. Με το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση να ακολουθούν, το EIU προβλέπει ότι οι περισσότερες από αυτές τις χώρες θα έχουν εμβολιάσει τις ομάδες προτεραιότητας (ηλικιωμένοι, άτομα με υποκείμενα νοσήματα και υγειονομικοί) έως τα τέλη Μαρτίου, με τα υπόλοιπα εύπορα κράτη να ακολουθούν έως τα τέλη του Ιουνίου.
Άλλωστε, κάποιες χώρες έχουν σπεύσει να παραγγείλουν πολύ περισσότερα εμβόλια από αυτά που χρειάζονται. Από τις 12,5 δισ. δόσεις που μέχρι στιγμής έχουν υποσχεθεί να φτιάξουν οι φαρμακοβιομηχανίες μέσα στο 2021, τα 6,4 δισ. έχουν ήδη δεσμευτεί μέσω παραγγελιών, κυρίως από τις πλούσιες χώρες. Ο Καναδάς, για παράδειγμα, έχει εξασφαλίσει πενταπλάσιες δόσεις από τον πληθυσμό του. Και το Ισραήλ έχει πληρώσει περισσότερα από άλλες χώρες προκειμένου να εξασφαλίσει δόσεις του εμβολίου της Pfizer.
«Επομένως, προβλέπουμε ότι οι διεθνείς οικονομικές προοπτικές θα βελτιωθούν από τα μέσα του 2021, με την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη να κερδίζει ταχύτητα το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο. Όμως, η ζωή δεν θα επιστρέψει στην κανονικότητα έως τότε, καθώς τα προγράμματα εμβολιασμού για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες οικονομίες θα συνεχιστούν έως τα μέσα του 2022», τονίζει το Economist Intelligence Unit.
Και τοπικές εξάρσεις του κορωνοϊού χαρακτηρίζονται πιθανές, με αποτέλεσμα η επιστροφή σε τοπικά ή εθνικά lockdowns να μην αποκλείεται.
Όμως, στις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, η εικόνα είναι πολύ διαφορετική. Τα κράτη αυτά εξαρτώνται από το COVAX, την πρωτοβουλία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που στοχεύει να εξασφαλίσει 6 δισ. δόσεις εμβολίων για τις πιο φτωχές χώρες του κόσμου. Οι πρώτες 2 δισ. δόσεις θα δοθούν το 2021, κυρίως σε υγειονομικούς (οι δόσεις του COVAX θα καλύπτουν μόνο έως και το 20% του πληθυσμού κάθε χώρας). Όμως, οι προμήθειες αυτές αναμένεται να αργήσουν, ειδικά εάν οι παραδόσεις στις πλούσιες χώρες καθυστερήσουν (όπως ήδη συμβαίνει).
«Αυτό σημαίνει ότι για πολλές φτωχές χώρες, η διάθεση των εμβολίων δεν θα πραγματοποιηθεί πριν από τις αρχές του 2023, εάν γίνει και καθόλου», τονίζει η ανάλυση του EIU.
Χώρες όπως η εμπόλεμη Συρία έχουν πιο επείγουσες προτεραιότητες να αντιμετωπίσουν, ενώ άλλες αναδυόμενες, όπως το Κιργιστάν δεν έχουν τις υποδομές για να παραλάβουν και να αποθηκεύσουν τα εμβόλια, σημειώνεται.
«Αυτό σημαίνει πως όταν οι ομάδες προτεραιότητας έχουν εμβολιαστεί, κάποιες χώρες –κυρίως οι πιο φτωχές, με νεαρότερο δημογραφικό προφίλ- ίσως να χάσουν το κίνητρο να διανείμουν τα εμβόλια, ειδικά εάν η ασθένεια έχει εξαπλωθεί ευρέως (επομένως ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει ήδη αποκτήσει ανοσία) ή εάν το σχετικό κόστος αποδειχθεί πολύ υψηλό», αναφέρει το Economist Intelligence Unit.
Άλλωστε, όπως θυμίζει η μελέτη, εμβόλια για ασθένειες όπως η πολιομυελίτιδα ή η φυματίωση υπάρχουν εδώ και δεκαετίες, αλλά στις φτωχότερες χώρες, πολλοί άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε αυτά ή δεν τα αντιμετωπίζουν σαν μία προτεραιότητα, με δεδομένο το χαμηλό βιωτικό επίπεδό τους.
kathimerini.gr