Με την έναρξη της απολογίας της η κατηγορούμενη ζήτησε συγγνώμη από την Ιωάννα λέγοντάς της «Τη συγγνώμη μου τη ζήτησα στην Ιωάννα μέσα από την απολογία μου. Εγώ σήμερα επαναλαμβάνω τη συγγνώμη μου στην Ιωάννα, ειλικρινή μέσα από την ψυχή μου, και από την οικογένειά της, αλλά και από την οικογένειά μου γιατί τους έφερα μεγάλη ντροπή με την πράξη μου».
Λίγο μετά, η ίδια προσπαθώντας να αιτιολογηθεί δήλωσε: «Δεν είμαι δολοφόνος. Από ένα ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση μού ήρθε η ιδέα για το βιτριόλι. Ήθελα να την εκδικηθώ».
Κατά την απολογία της, η κατηγορούμενη πρόσθεσε: «Όλα ξεκίνησαν από όταν γνώρισα τον Νώντα το 2018 και είχαμε αναπτύξει μια ερωτική σχέση. Βρισκόμασταν σε τακτά διαστήματα όπως προκύπτει και από τις τηλεφωνικές συνομιλίες μας. Τον ρώτησα ευθέως τι συμβαίνει με την Ιωάννα αλλά δεν μου απάντησε. Όσες φορές τον ρώτησα δεν μου είπε. Μου άφησε αμφιβολίες. Προσπάθησα να απομακρυνθώ γιατί δεν με άφηνε να προχωρήσω στη ζωή μου. Αργότερα τους παρακολούθησα. Την παρακολούθησα για να δω αν βρίσκεται μαζί του όχι για να της επιτεθώ. Με είχε διαβεβαιώσει ότι δεν είχε σχέση με αυτόν τον άνθρωπο και είδα από τη δραστηριότητα στο Facebook ότι δεν ευσταθούσαν αυτά. Ήμασταν γνωστές και δεν υπήρχε λόγος να με σεβαστεί».
«Μετά από κάποια εκπομπή που είδα στην τηλεόραση για επίθεση με βιτριόλι ως μέσο εκδίκησης μεταξύ γυναικών μού καρφώθηκε η ιδέα. Δεν σκέφτηκα ότι θα πεθάνει. Από τα ακούσματα που είχα δεν προτεινόταν σαν φονικό όπλο, μόνο ως μέσο εκδίκησης. Δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να καταπιεί. Δεν είμαι δολοφόνος ουδέποτε σκέφτηκα. Ήμουν υπάκουη στους νόμους και είχα ήρεμη ζωή» ανέφερε σχετικά με το πώς αποφάσισε την επίθεση.
Στην συνέχεια, η 36χρονη ανέφερε πως ήταν δύσκολο να βρει βιτριόλι και κατευθύνθηκε στο κέντρο της Αθήνας για να αναζητήσει.
«Είχα καταλάβει ότι ήταν δύσκολο. Βρήκα έναν πακιστανικής καταγωγής άνδρα έξω από ένα μαγαζί και μου είπε ότι θα το βρει. Σε τρεις μέρες δώσαμε ραντεβού και μου το έφερε. Τον ρώτησα αν μπορούσε να μου βρει κάποιον να μου κάνει μια δουλειά χωρίς να του πω λεπτομέρειες και θα πληρωθεί. Μου έδωσε το τηλέφωνο του Πακιστανού αλλά δεν μπόρεσα να επικοινωνήσω γιατί μιλούσε φαρσί. Όταν πήρα το υγρό το μετάγγισα σε ένα μεταλλικό ποτήρι, όχι 1 λίτρο γιατί θα χρειαζόμουν τεράστιο δοχείο και θα το έβλεπε η Ιωάννα. Ήταν 300 με 500 ml με καπάκι μπλε ήταν»
Όσαν αφορά στην στιγμή της επίθεσης, είπε: «Κατέβηκα στο υπόγειο και την περίμενα. Αυτή στέκονταν στο ασανσέρ ακριβώς μπροστά. Ήμουν από το πλάι της, δεν είχα οπτική επαφή μαζί της. Όπως της το έριξα εκείνη γύρισε αριστερά και την πέτυχε στο υπόλοιπο πρόσωπο. Έτρεξα, μπήκα στο ταξί, με άφησε σε ένα σημείο άσχετο να μη φαίνεται που πηγαίνω και πήρα μετά άλλο ταξί»
Αναφορικά με την ημέρα της σύλληψης δήλωσε: «Την θυμάμαι την ημέρα αυτή της σύλληψής μου, αλίμονο αν θα μπορούσα να την ξεχάσω. Δεν μου ζήτησαν αστυνομική ταυτότητα. Μου πήραν το κινητό από τα χέρια. Ο αστυνομικος που κατέθεσε εδώ δεν ήταν παρών στην σύλληψη, το διαψεύδω. Θυμάμαι τα άτομα πολύ καλά». Στην συνέχεια, μιλώντας για την συνομιλία της με την εξαδέλφη του θύματος μετά την επίθεση, πρόσθεσε: «Η εξαδέλφη της ήταν κολλητή και παιδική μου φίλη. Ήταν λογικό να μιλάω μαζί συχνά και με μεγάλη διάρκεια. Πράγματι έγινε η κλήση και ρώτησα από ενδιαφέρον πώς είναι γιατί, όπως σας είπα, ήθελα να την τραυματίσω και η υπόθεση πήρε άλλη τροπή. Δεν ξέρω πώς βγήκε αυτό, ότι ήθελα να της επιτεθώ στο νοσοκομείο».