newsroom must
ΤΟΥ ΑΙΜΙΛΙΟΥ ΧΑΡΜΠΗ
Αν ρίξει κάποιος μια ματιά στο ετήσιο αμερικανικό Billboard, τη λίστα δηλαδή με τα πιο δημοφιλή τραγούδια για το 2020, θα συναντήσει στην πρώτη δεκάδα μόνο μία γυναίκα: την Dua Lipa, η οποία με το σινγκλ «Don’t Start Now» σκαρφάλωσε μέχρι το Νο 4 της λίστας, ανάμεσα σε άνδρες σταρ, κυρίως της ποπ και του χιπ χοπ. Αυτό το δείγμα υποεκπροσώπησης του γυναικείου φύλου στην κορυφή της μουσικής βιομηχανίας, ωστόσο, δεν είναι τυχαίο. Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα του Annenberg Inclusion Initiative, η οποία διεξήχθη με την υποστήριξη του Spotify, τα στοιχεία που προκύπτουν σχετικά με την προώθηση των καλλιτέχνιδων είναι μάλλον απογοητευτικά.
Συγκεκριμένα, μέσα στην περίοδο 2012-2020 φαίνεται πως οι γυναίκες αποτελούν μόνο το 21,6% των ερμηνευτών τραγουδιών που έφτασαν μέχρι το τοπ 100 του ετήσιου Βillboard. Το ποσοστό μάλιστα υποχωρεί περισσότερο (12,6%) αν μιλήσουμε για γυναίκες τραγουδοποιούς. H Dua Lipa είναι μία από αυτές, μαζί με την Μπίλι Αϊλις, τη Λάνα Ντελ Ρέι και μια χούφτα ακόμη που φτάνουν σε αυτή την κλίμακα δημοφιλίας με τους δικούς τους στίχους ή μουσική. Από την άλλη, η εικόνα είναι σχεδόν αποκαρδιωτική όταν προχωρήσουμε στο κομμάτι της παραγωγής, η οποία ως γνωστόν αποτελεί ίσως και το σημαντικότερο στοιχείο στη δημιουργία ενός μουσικού άλμπουμ.
Εκεί το ποσοστό φτάνει μόλις το 2,6%, με μόνη σοβαρή εκπροσώπηση αυτή της ράπερ Νίκι Μινάζ, η οποία είναι υπεύθυνη για την τελική μορφή των 19 από τα 900 συνολικά δημοφιλέστερα κομμάτια της περιόδου 2012-2020. Για να δώσουμε μια σχετική τάξη μεγέθους, ο αντίστοιχος άνδρας της λίστας είναι ο Σουηδός παραγωγός Μαξ Μάρτιν, γνωστός από τις συνεργασίες του με καλλιτέχνες όπως η Κέιτι Πέρι, η Τέιλορ Σουίφτ και ο The Weeknd, οποίος έχει 44 τίτλους κάτω από το όνομά του.
Ενα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από την έρευνα υποδεικνύει πως για τις γυναίκες η μουσική βιομηχανία αποτελεί… μοναχικό τοπίο. Το 30% του συνόλου των καλλιτεχνών που εμφανίζονται στις λίστες είναι solo γυναικείες παρουσίες, ενώ στα ντουέτα το ποσοστό φτάνει το 7,1% και στις μπάντες το 7,3%.
Μια γενική διαπίστωση, τέλος, είναι πως τα παραπάνω νούμερα και ποσοστά ελάχιστα έχουν μεταβληθεί μέσα στο διάστημα που εξετάζει η έρευνα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οι πιο πρόσφατες καταγραφές είναι ακόμη πιο αρνητικές από τις προηγούμενες. Οπως, δε, επισήμανε η δρ Στέισι Σμιθ του USC, «η υπόσχεση της Μουσικής Ακαδημίας για περισσότερη ενσωμάτωση των γυναικών δεν είχε κανένα σοβαρό αντίκτυπο στα δημοφιλή τραγούδια και στην παραγωγή.
Τέτοιες πρωτοβουλίες γίνονται αποτελεσματικές μόνο όταν κάποιος λογοδοτεί πραγματικά, ενώ παράλληλα η βιομηχανία αποφασίζει να επιδιώξει την αλλαγή, κάτι το οποίο ξεκάθαρα έως τώρα δεν συμβαίνει».