newsroom must
Μια περιγραφική και συγκλονιστική συνέντευξη παραχώρησε στο περιοδικό «ΟΚ» και την Σόνια Καζόνι η Ιωάννα Παλιοσπύρου. Θυμίζουμε πως η 34χρονη γυναίκα έπεσε θύμα δολοφονικής επίθεσης με βιτριόλι από μια άλλη, 35χρονη γυναίκα, μεταξύ άλλων μίλησε για την ημέρα που της άλλαξε τη ζωή και τα όσα ζει σήμερα κάνοντας προσπάθεια να επουλώσει τις πληγές που της προκάλεσε το καυστικό υγρό.
Αρχικά κλήθηκε να μιλήσει για της αναμνήσεις εκείνης της ημέρας περιγράφοντας παραστατικά το περιστατικό που έλαβε χώρο πριν 10 μήνες.
«Ήταν πρωί και μόλις είχα φτάσει στο γραφείο. Τη στιγμή που μπήκα στην είσοδο συνέβη ό,τι συνέβη. Η πιο δυνατή ανάμνηση που έχω είναι αυτή η έντονη, βαριά χημική μυρωδιά όταν έπεσε πάνω μου, στο πρόσωπό μου, ένα παχύρρευστο υγρό. Κατάλαβα αμέσως πως ήταν κάποιο οξύ. Δεν μπορώ να ξεχάσω τον αφόρητο πόνο που ένιωσα και τον μεγάλο πανικό που με κατέβαλε. Είχα την αίσθηση πως εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω, πως φεύγει η ζωή μου και ένιωθα αβοήθητη και ανήμπορη. Έφυγα ουρλιάζοντας, ζητώντας απεγνωσμένα βοήθεια και πήγα ενστικτωδώς μέχρι το απέναντι φαρμακείο. Ήταν το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό. Πιστεύω ότι λειτούργησε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, της επιβίωσης. Έχουν χαραχτεί στο μυαλό μου οι τρομαγμένες εκφράσεις των ανθρώπων στο φαρμακείο. Δεν τολμούσε να με ακουμπήσει κανείς. Πάγωσαν, δεν ήξεραν πώς να αντιδράσουν. Φώναζα: Βοηθήστε με, καίγομαι, πεθαίνω. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να αντέξω, να παλέψω για να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Μέσα στον πανικό μου, έναν πρωτόγνωρο πανικό και απελπισία, ένιωθα πως είμαι η μόνη που μπορούσα να με βοηθήσω».
Στην συνέχεια μίλησε για τις πρώτες μέρες στο νοσοκομειο, τονίζοντας πως η ίδια δεν είχε καταλάβει ακριβώς τι της είχε συμβει, χαρακτηριστικά είπε:
«Δεν είχα καταλάβει καθόλου τι μου έχει συμβεί… πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση. Είχα αντιληφθεί πως μου είχαν ρίξει κάτι καυστικό και προσπαθούσα απλά να μη χάσω τον εαυτό μου, να μη χάσω το μυαλό μου, να μη χάσω επαφή με το περιβάλλον και να κατανοήσω τι γίνεται. Είχα μόνο ερωτηματικά. Ποιος; Γιατί; Μετά το ατύχημα με είχαν πάει στο Metropolitan αλλά την επόμενη μέρα με μετέφεραν στο Λάτσειο Κέντρο Εγκαυμάτων στο Θριάσιο. Εκεί από την πρώτη στιγμή βρέθηκε κοντά μου η γιατρός μου, η κυρία Καλοφώνου.
Το πρώτο διάστημα είχα μια άρνηση στο να κατανοήσω και να αποδεχτώ τι μου είχε συμβεί. Όσο περνούσαν οι μέρες, η γιατρός μου με ενημέρωνε για την κατάστασή μου -αλλά μόνο όταν εγώ τη ρωτούσα και μόνο μέχρι το σημείο που άντεχα. Κάποια στιγμή άρχισα να σκέφτομαι πως κάτι δεν καταλαβαίνω καλά, ένιωθα πως κάτι δεν πηγαίνει καθόλου σωστά. Πάγωνε το αίμα μου στις απαντήσεις που έπαιρνα αλλά δεν ήμουν καθόλου έτοιμη να το διαχειριστώ. Ένιωθα μπερδεμένη. Αναρωτιόμουν μήπως κάτι άλλο εννοεί η γιατρός μου με αυτά που μου λέει. Έλεγα μέσα μου πως πρέπει να είμαι συνεργάσιμη, να είμαι καλή ασθενής, να μην εξωτερικεύω την αγωνία και τον πόνο μου, με την ελπίδα πως σε λίγες μέρες θα έκανα την ίδια ερώτηση και θα έπαιρνα μια καλύτερη, πιο αισιόδοξη απάντηση».
Σε ερώτηση για την κατάσταση της υγείας και της ψυχολογίας της σήμερα, η ίδια αναφέρει πως έχει ανάγκη την ξεούραση και όση δύναμη μπορεί να πάρει για να αντέξει τα χειρουργεία που έρχονται. «Έχω κάνει ήδη οκτώ χειρουργεία. Αυτή η περίοδος είναι μεταβατική. Πρέπει να ξεκουραστεί ο οργανισμός μου και να μπορέσω να συνεχίσω.Πριν από λίγες μέρες πήρα μια εκτίμηση από ένα εξειδικευμένο σε εγκαύματα νοσοκομείο της Γαλλίας σχετικά με την κατάστασή μου, η οποία ήταν αποκαρδιωτική. Εκκρεμούν πολλές και πολύπλοκες επανορθωτικές επεμβάσεις, πολύ επίπονες, που εγκυμονούν και μια σειρά από κινδύνους, είναι μια μακρά διαδικασία, με όλο το ψυχολογικό και οικονομικό κόστος που συνεπάγεται αυτό για έναν άνθρωπο και την οικογένειά του. Δεν υπάρχει κάποιος γιατρός που μπορεί να μου πει με σιγουριά πόσα χειρουργεία θα χρειαστώ, γιατί παίζει ρόλο το πώς θα ανταποκριθεί ο οργανισμός μου. Τα πιο σημαντικά θα είναι στο μάτι και στο αυτί μου. Όταν θα είμαι έτοιμη, θα ξεκινήσουμε και μία ακόμα διαδικασία με διατατήρες και δερματικά μοσχεύματα για να ενισχυθούν κάποιες περιοχές που είναι εντελώς κατεστραμμένες. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πολλά περιστατικά εκτεταμένων χημικών εγκαυμάτων. Είναι πολύ πιθανό να χρειαστώ συνδρομή και θεραπείες από κέντρα αποκατάστασης του εξωτερικού, όπου τέτοια περιστατικά δυστυχώς είναι πιο συχνά και υπάρχει μεγαλύτερη εξειδίκευση στην αντιμετώπισή τους. Κάτι τέτοιο σημαίνει επιπλέον έξοδα μετάβασης, διαμονής και πληρωμής νοσηλευτικών δαπανών για εμένα και τη μητέρα μου, τα οποία ακόμα δεν ξέρω αν και πώς μπορούν να καλυφθούν.»
Τέλος εκφράζεται για την καινούρια καθημερινότητα που ζει και την υπομονή που πρέπει να δείχνει τοσο η ίδια όσο και η οικογένειά της,
«Θα σου εξηγήσω την κατάστασή μου όσον αφορά την καθημερινότητά μου. Δεν μπορώ καθόλου να εκτεθώ στον ήλιο. Πέρα από τους λόγους της εικόνας μου, που δεν με κάνει να νιώθω άνετα να κυκλοφορώ, δεν μπορώ να εκτεθώ στο φως της μέρας για λόγους ευαισθησίας. Δεν μπορώ να εργαστώ για πρώτη φορά στη ζωή μου, το ίδιο και η μητέρα μου, που με φροντίζει καθημερινά αφού η όραση και η κίνησή μου δεν έχουν ακόμα αποκατασταθεί. Πρέπει να φοράω μια σκληρή ειδική μάσκα στο πρόσωπο. Ο ρόλος της είναι να πιέζει τις ουλές 24 ώρες το 24ωρο και είναι πολύ περιοριστική. Τη βγάζω μόνο για να φάω και να κάνω μπάνιο. Όλες τις υπόλοιπες ώρες τη φορώ. Ακόμα κι αν θέλω να πιω νερό, δεν μπορώ, πρέπει να πιω με καλαμάκι. Δεδομένου πως έχω εγκαύματα και ουλές σε όλο το σώμα, φοράω ειδικά πιεστικά ρούχα από ίνες σιλικόνης για να ασκούν πίεση στα τραυματισμένα σημεία.
Όλη αυτή η κατάσταση είναι δύσκολη και ψυχοφθόρα. Τα μοσχεύματα που έχω χρειάζονται συνεχή ειδική περιποίηση για να μην απορριφθούν από τον οργανισμό μου. Είναι κάτι που θα πρέπει να γίνεται εφ’ όρου ζωής, για να μη χρειαστεί να αντικατασταθούν. Στα σημεία των εγκαυμάτων, που είναι πολύ ευαίσθητα, προκύπτουν συνεχώς μικροτραυματισμοί και μολύνσεις, έτσι το μπάνιο μου μπορεί να γίνει μόνο με αντισηπτικό. Η μητέρα μου έχει αναλάβει την αποκλειστική φροντίδα μου. Ακόμα και ύστερα από τόσους μήνες δεν είμαι εξοικειωμένη με την εμφάνιση των τραυμάτων μου. Δεν νιώθω άνετα να ακουμπήσω τον εαυτό μου, δεν είναι καθόλου ευχάριστη η αίσθηση όταν με ακουμπάω, ούτε η εικόνα μου όταν με βλέπω. Η όψη μου μέχρι και σήμερα με τρομάζει».