Ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παιδείας βρέθηκε την Τετάρτη το θέμα της εφαρμογής των υγειονομικών πρωτοκόλλων στα σχολεία, για διαχείριση περιστατικών της νόσου COVID-19, την ώρα που γονείς διαμαρτύρονταν έντονα έξω από το Συνεδριακό Κέντρο «Φιλοξενία», όπου συνεδρίαζε η Επιτροπή, κατά της χρήσης μάσκας στα δημοτικά σχολεία, των ελέγχων με rapid test και των εμβολιασμών.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρία της Επιτροπής Παιδεία Βουλευτές καταδίκασαν τους προπηλακισμούς εναντίον εκπαιδευτικών και άλλων λειτουργών από μερίδα διαμαρτυρόμενων γονέων, ενώ επισήμαναν την ανάγκη διάλογου με νηφαλιότητα και πνεύμα συναίνεσης.
Επίσης, καταδίκη των περιστατικών βίας εναντίον εκπαιδευτικών υπήρξε και από την πλευρά των Εκπαιδευτικών Οργανώσεων.
Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου, σύμφωνα με το ΚΥΠΕ, τόνισε την ανάγκη τα σχολεία να παραμείνουν ανοικτά και ασφαλή, ενώ αναφερόμενη στις αντιδράσεις για τα μέτρα είπε πως δεν τιμούν μια ευνομούμενη πολιτεία, ούτε τους πολίτες που αντιδρούν με αυτό τον τρόπο.
Η Λέκτορας Παιδιατρικής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Υπουργείου Υγείας, Ζωή Δωροθέα Πανά είπε κατά τη συνέδρια πως η αξία της μάσκας για ηλικίες από 2 και άνω ειδικά το χειμώνα είναι δεδομένη, προσθέτοντας πως «αποτελεί φραγμό για μετάδοση σταγονιδίων όλων των ειδών νοσημάτων».
«Θα μας βοηθήσει τα μάλα για να αποτρέψουμε μεγάλες αλυσίδες», τόνισε.
Ανέφερε, επίσης, ότι ο ECDC λέει ότι όταν παρατηρείται επιδείνωση της κατάστασης ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι η εισαγωγή μη φαρμακευτικών μέτρων όπως μάσκες, τεστ και αποστάσεις, σημειώνοντας ότι «οποιοδήποτε μέτρο μπορεί να κρατήσει το σχολείο ανοιχτό είναι καλό».
Πως λαμβάνονται οι αποφάσεις
Ο Επιδημιολόγος και επικεφαλής της διαδικασίας ιχνηλάτησης, Βαλεντίνος Σιλβέστρος, μιλώντας εκ μέρους του Υπουργείου Υγείας, ανέλυσε τη λογική πίσω από τα μέτρα που λαμβάνονται κάθε φορά.
Αναφερόμενος στο πως λαμβάνονται οι αποφάσεις, είπε πως αυτό που τους ζητήθηκε από το αρμόδιο Υπουργείο είναι να διατηρήσουν τη ροή των κρουσμάτων σε σταθερά χαμηλά επίπεδα, σημειώνοντας πως αυτό γίνεται για να παραμείνει η κοινωνία ανοικτή και οπωσδήποτε τα σχολεία ανοικτά.
Σημείωσε πως για να γίνει αυτό πρέπει η ροή των κρουσμάτων να είναι σταθερά χαμηλή, συμπληρώνοντας πως τα μέτρα που λαμβάνονται είναι πάντα στοχευμένα και όχι οριζόντια.
«Είναι στοχευμένα στις ομάδες του πληθυσμού, που πλήττονται περισσότερο κάθε περίοδο. Σε αυτό συνυπολογίζονται και όλες οι νέες μεταλλάξεις, τα καινούργια επιδημιολογικά δεδομένα και τα καινούργια δεδομένα, που έρχονται από τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς Υγείας, οι οποίοι απευθύνουν συστάσεις και τα μέλη – κράτη καλούνται να δουν αν είναι υλοποιήσιμα ή όχι», είπε.
Ο κ. Σιλβέστρος είπε πως «οι περιορισμοί είναι πάρα πολλοί κάθε φορά και πρέπει να εξευρίσκονται μέτρα, τα οποία πρέπει να είναι πρακτικά και αποτελεσματικά, για να διατηρούνται τα μέτρα σε χαμηλά επίπεδα».
Ανέφερε ακόμα πως είναι σημαντικό τα κρούσματα ανάμεσα σε μαθητές των σχολείων να παραμείνουν χαμηλά, ώστε να μην δημιουργούνται μεγάλες αλυσίδες, αφού ο πληθυσμός μια τάξης είναι μεγάλος -και αν κολλήσουν οι μαθητές στην τάξη- κατ’ επέκταση ο ιός πάει και στις οικογένειες τους.
«Δεδομένα που κατέχουμε αποδεικνύουν ότι η ενδοοικογενειακή μετάδοση είναι ο νούμερο ένα τρόπος μετάδοσης μεταξύ των κρουσμάτων», συμπλήρωσε.
Ποσοστό 4% με 5% δεν προσήλθε στις τάξεις μετά από οδηγίες γονέων
Ο Διευθυντής Δημοτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείο Παιδείας, Μάριος Στυλιανίδης, είπε πως το ποσοστό προσέλευσης μαθητών στα Δημοτικά Σχολεία από τη Δευτέρα, που εφαρμόστηκαν τα νέα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση, ανέρχεται συνολικά στο 88%.
Πρόσθεσε πως ποσοστό 4% με 5% δεν προσήλθαν στις τάξεις, μετά από οδηγίες των γονιών τους.
Το κλείσιμο το σχολείων θα επιβαρύνει περισσότερο την ψυχολογική υγεία των παιδιών, λέει η Επίτροπος
Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ανέφερε πως δεν είναι δυνατόν τα σχολεία να παραμείνουν ανοικτά αν δεν είναι ασφαλή, σημειώνοντας πως η μετάδοση του ιού και οποιασδήποτε μετάλλαξης στη σχολική κοινότητα συνεπάγεται το κλείσιμο των σχολείων.
Είπε πως οι ειδικοί θεωρούν -και από έρευνες που έγιναν ανά την Ευρώπη- ότι «το κλείσιμο το σχολείων θα επιβαρύνει έτι περισσότερο την ψυχολογική υγεία των παιδιών με συνέπειες που θα δούμε στο μέλλον, γιατί σχολείο δεν σημαίνει μόνο μεταφορά γνώσης, αλλά και κοινωνικοποίηση των παιδιών, ανάπτυξη άλλων δεξιοτήτων, ενσυναίσθηση και ψυχαγωγία».
Εξέφρασε τη θέση ότι «θα ήταν καλό να γίνει προσπάθεια επικοινωνίας των μέτρων, πριν την έκδοση διαταγμάτων και άλλων σχετικών οδηγιών, γιατί δυσκολεύεται να περάσει το μήνυμα της αναγκαιότητας λήψης μέτρων για παιδιά τέτοιας ηλικίας από τους γονείς».
«Εκείνο που πιστεύω είναι ότι πρέπει να ακούμε τους ειδικούς. Οι πολιτικές αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται στη βάση των επιδημιολογικών εισηγήσεων και οι όποιες αντιδράσεις θα πρέπει να εξετάζονται σε αυτό το πλαίσιο», είπε η κ. Μιχαηλίδου.
Επιπροσθέτως, είπε πως «οι γονείς που αρνούνται να πάρουν τα παιδιά τους σχολείο πρέπει να αναλογιστούν τι στερούν από το παιδί τους», για να σημειώσει πως του στερούν το δικαίωμα στην εκπαίδευση.
«Είναι δική τους επιλογή. Από τη στιγμή που στερούν το δικαίωμα τους στην εκπαίδευση η πολιτεία οφείλει να παρέχει εναλλακτικούς τρόπους εκπαίδευσης. Επίσης πρέπει να βρεθούν εναλλακτικοί τρόποι για τη διενέργεια των τεστ. Ίσως να επιτραπεί να γίνονται με self – test, ιδιωτικά ή με άλλους τρόπους που να μην επιβαρύνουν το ωράριο ή τα ίδια τα παιδιά και τους γονείς», είπε.
Για τις αντιδράσεις γονέων, είπε πως δεν τιμούν μια ευνομούμενη πολιτεία, ούτε τους πολίτες που αντιδρούν με αυτό τον τρόπο.
Εξήγησε πως η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών έχει ποικίλες εκφάνσεις και τρόπους, για να προσθέσει πως «η σύμβαση των δικαιωμάτων παιδιού παρέχει στα παιδιά δικαιώματα».
«Παρέχει και στους γονείς το δικαίωμα να μεγαλώνουν τα παιδιά τους σύμφωνα με τις δικές τους πεποιθήσεις, αξίες και πιστεύω αλλά την ίδια ώρα απαγορεύει την υπερεξουσία ενηλικών επί των παιδιών. Δεν αφήνουμε τα παιδιά μας να μιλήσουν τα ίδια και συμπεριφέρονται ως φερέφωνα και μεγάφωνα των επιθυμιών των ενηλίκων. Εάν ακούγαμε τα παιδιά μας και αν μπορούσαμε να καλλιεργήσουμε την ενσυναίσθηση θα μπορούσαν και τα παιδιά – ακόμα και αυτά που δεν τα αφήνουν οι γοινείς τους- να πεισθούν και να δεχτούν το δώρο της εκπαίδευσης», είπε.
Εκπρόσωποι της Παγκύπρια Συνομοσπονδίας Δημοτικής Εκπαίδευσης και της Παγκύπρια Συνομοσπονδίας Μέσης Εκπαίδευσης κάκισαν τις όποιες απειλές εναντίον εκπαιδευτικών από γονείς, σημειώνοντας ότι πρέπει να βρεθούν εκείνες οι λύσεις για να παραμείνουν τα σχολεία ανοικτά.
Τόνισαν εκ νέου τη θέση για ανοικτά σχολεία, με εφαρμογή των πρωτοκόλλων.
Η Πρόεδρος της ΠΟΕΔ, Μύρια Βασιλείου, είπε ότι μετά από επικοινωνία που είχαν με εκπαιδευτικούς πολλοί εξ αυτών εκφράζουν φόβο να πάνε το πρωί στη δουλειά τους, αφού γονείς τους απειλούν και ασκούν εναντίον τους λεκτική και σωματική βία.
Επιπρόσθετα, αναφέρθηκε σε πληροφορίες ότι παιδιά συμμετείχαν σε σκηνές βίας κατά εκπαιδευτικών και ζήτησε από τη Βουλή όπως καταδικάσει τα μεμονωμένα περιστατικά βίας και προστατεύσει εκπαιδευτικούς και παιδιά.
Εξάλλου, οι Εκπαιδευτικές Οργανώσεις ΟΕΛΜΕΚ και ΟΛΤΕΚ καταδίκασαν και από την πλευρά τους τα περιστατικά εναντίον εκπαιδευτικών, λέγοντας πως θεωρούν απαράδεχτο γονείς να απειλούν εκπαιδευτικούς για την εφαρμογή των υγειονομικών πρωτοκόλλων στα σχολεία.
Μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίας τόσο ο Πρόεδρος της Επιτροπής Παιδείας, Παύλος Μυλώνάς, όσο και εκπρόσωποι των κομμάτων προέβησαν σε δηλώσεις.
Ο κ. Μυλωνάς, δήλωσε ότι ενήργησε σε πλήρη συνεννόηση με την Πρόεδρο της Βουλής αναφορικά με την είσοδο ή όχι της αντιπροσωπείας των γονέων εντός του Συνεδριακού Κέντρου ενώ κύριο μέλημα ήταν η προστασία των παιδιών που μαζί με τους γονείς τους συμμετείχαν στην κινητοποίηση.
Πρόσθεσε ότι «ήταν ανάγκη να προστατεύσουμε και το κύρος και τους κανονισμούς λειτουργίας της Βουλής η οποία σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να τελεί υπό εκβιασμό από τον οποιονδήποτε και αυτό είναι νομοτελειακό και αφορά την δημοκρατία».
Ο κ. Μυλωνάς είπε ότι κύριο μέλημά μας είναι να έχουμε ανοικτά σχολεία και είμαστε υποχρεωμένοι να ακούμε και τους ειδικούς και τους γιατρούς οι οποίοι συμβουλεύουν την κοινωνία γενικότερα σε θέματα διαχείρισης της πανδημίας ενώ συνέστησε ηρεμία και αλληλοκατανόηση.
Ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Γιώργος Κάρουλλας, δήλωσε ότι πάνω από όλα τίθεται το δημόσιο συμφέρον και η προστασία της ανθρώπινης ζωής ενώ ειδικά για τα σχολεία είπε ότι στόχος μας είναι η διασφάλιση της φυσικής παρουσίας των παιδιών, κάτι που είναι εφικτό μόνο με τη συνεργασία και τη συνεννόηση όλων μας.
Πρόσθεσε ότι η χρήση μάσκας εντός των σχολικών μονάδων είναι πρακτική που εφαρμόζεται και σε άλλες ευρωπαϊκές και μη χώρες με θετικά αποτελέσματα διασφαλίζοντας την φυσική παρουσία των μαθητών η οποία στην Κύπρο συνεχίζεται σε μεγάλο ποσοστό.
Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Χρίστος Χριστοφίδης, δήλωσε ότι κατά την άποψή μας το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι η ανάγκη διαλόγου και επικοινωνίας με τους γονείς και τους μαθητές και η ανάγκη ενός ολοκληρωμένου προγράμματος που δυστυχώς δεν έχει το ΥΠΠΑΝ για ενδελεχή ενημέρωση και συζήτηση γύρω από ζητήματα που απασχολούν μαθητές και γονείς.
Ο κ. Χριστοφίδης είπε ότι «η πειθώ και η ενημέρωση είναι το σημαντικότερο όπλο που έχουμε» στην προσπάθεια κατά της πανδημίας για να προσθέσει ότι ως ΑΚΕΛ εκτιμούμε ότι «η διαχείριση από πλευράς κυβέρνησης πρέπει να μην είναι αντιφατική, δηλαδή από τη μια να στοιβάζονται οι μαθητές στα σχολικά λεωφορεία και μετά εντός του σχολείου να απαιτείται η τήρηση μέτρων προστασίας.
Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Ζαχαρίας Κουλίας, εξέφρασε λύπη για το γεγονός ότι για 1η φορά σε όλη την κοινοβουλευτική του παρουσία, Πρόεδρος της Βουλής, απαγόρευσε την είσοδο μικρής αντιπροσωπείας των γονέων που αντιδρούν στα μέτρα προστασίας εντός των σχολείων, ώστε να ακουστούν οι απόψεις της.
«Αυτό το θεωρώ μέγα ατόπημα και η Βουλή και το κράτος δεν πρέπει να φοβούνται να δίνουν απαντήσεις και να ακούν τους πολίτες έστω αν συμφωνούν ή διαφωνούν», είπε ο κ. Κουλίας.
Ο Βουλευτής του ΕΛΑΜ, Σωτήρης Ιωαννου, διατύπωσε την θέση του κόμματος το οποίο τάσσεται εναντίον της όποιας μορφής υποχρεωτικών μέτρων λέγοντας ότι «τα εντελώς αντιφατικά μέτρα που εφαρμόζονται στα σχολεία δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να επιλύσουν το πρόβλημα της μετάδοσης του ιού.
Πρόσθεσε ότι αντιθέτως, τα μέτρα στα σχολεία, «δημιουργούν προβλήματα στην εκπαίδευση, στην υγεία και στην κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών και το ΥΠΠΑΝ οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες του και να προχωρήσει σε ουσιαστικά μέτρα που εξυπηρετούν την όλη κατάσταση».
Όλοι οι Βουλευτές στις δηλώσεις τους καταδίκασαν προπηλακισμούς εναντίον εκπαιδευτικών και άλλων λειτουργών από μερίδα διαμαρτυρόμενων γονέων και επεσήμαναν την ανάγκη διαλόγου με, ψυχραιμία, σοβαρότητα και πνεύμα συναίνεσης.