Ο όρος «επαγγελματική εξουθένωση» (job burnout) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1974. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο οργανισμό υγείας, πρόκειται για ένα σύνδρομο που περιγράφει τη ψυχική εξουθένωση σε σχέση με την εργασία και τις επαγγελματικές υποχρεώσεις. Το σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης (burn-out) χαρακτηρίζεται από τρεις διαστάσεις:
1. Αισθήματα κόπωσης
2. Αρνητικότητα και κυνισμός σε σχέση με την εργασία
3. Μειωμένη εργασιακή επίδοση (π.χ. μειωμένο κίνητρο και συγκέντρωση)
Παράλληλα μπορεί να συνοδεύεται από ψυχολογικά συμπτώματα όπως πεσμένη διάθεση και άγχος.
Επίσης, το εργασιακό στρες, είναι ένας άλλος όρος που σχετίζεται με το σύνδρομο εξουθένωσης και περιλαμβάνει το χρόνιο άγχος που προκύπτει από την εργασία και σχετίζεται κυρίως με εξωτερικούς παράγοντες όπως πίεση και επαγγελματικές υποχρεώσεις και όχι με εσωτερικούς όπως οι ικανότητες μας και οι προσδοκίες που κρατάμε για τον εαυτό και την επίδοση μας.
Ψυχολογικά προβλήματα και συμπτώματα όπως χρόνιο άγχος και κατάθλιψη σχετίζονται και με τη σεξουαλική δυσλειτουργία. Συγκεκριμένα σε μία έρευνα στον ελλαδικό χώρο με 251 συμμετέχοντες που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Your Sexual Medicine Journal αναφέρει πως το σύνδρομο εξουθένωσης και το εργασιακό στρες επηρέασαν αρνητικά τη σεξουαλική ζωή των συμμετεχόντων. Το 40% ανέφερε πως είχε βιώσει σύνδρομο εξουθένωσης. Συγκεκριμένα, στους άνδρες η εξουθένωση και το στρες συνδέθηκαν με στυτική δυσλειτουργία, δηλαδή αδυναμία επίτευξης ή διατήρησης της στύσης και με μειωμένη σεξουαλική ικανοποίηση. Επίσης, σε αυτό το εύρημα φαίνεται να συμβάλλουν και άλλοι παράγοντες όπως η υπέρταση και η κατανάλωση αλκοόλ. Μάλιστα, η αυξημένη εβδομαδιαία κατανάλωση αλκοόλ συνδέθηκε με αυξημένη στυτική δυσλειτουργία, λιγότερους οργασμούς και λιγότερη ικανοποίηση.
Όσον αφορά τις γυναίκες, βρέθηκε πως η το εργασιακό στρες και η εξουθένωση συνδέθηκαν με μειωμένη κολπική εφύγρανση και με λιγότερους οργασμούς. Ενώ, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες η σεξουαλική επιθυμία τους δεν επηρεάστηκε από το στρες και την κόπωση.
Έχει προταθεί πως το χρόνιο άγχος που μπορεί να συνοδεύει το σύνδρομο εξουθένωσης μπορεί να επηρεάζει τη σεξουαλική λειτουργία μέσω της κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες. Συγκεκριμένα, καθημερινοί και παρατεταμένοι στρεσογόνοι παράγοντες αυξάνουν την παραγωγή της κορτιζόλης, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τα επίπεδα των ορμονών του φύλου, όπως της τεστοστερόνης στους άνδρες. Τα μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης έχουν ως αποτέλεσμα μειωμένη libido και σεξουαλική δυσλειτουργία.
Δρ Θάνος Ε. Ασκητής
Νευρολόγος – Ψυχίατρος & Θέκλα Βασιλείου Ψυχολόγος
www.askitis-cy.com