Μαρία Καραμάνου
Το Σάββατο 14 Δεκεμβρίου, γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Αγάπης, μια ημέρα αφιερωμένη στο πιο ισχυρό συναίσθημα που έχει καταφέρει να κατακτήσει την ανθρωπότητα: την αγάπη. Παρά το γεγονός ότι η αγάπη είναι δύσκολο να οριστεί με μία μόνο λέξη, αποτελεί την κινητήριο δύναμη πίσω από πολλές από τις πιο όμορφες και ουσιαστικές στιγμές της ζωής μας. Είναι η πηγή της στοργής, της τρυφερότητας και της αφοσίωσης. Τι είναι όμως αυτό που κάνει την αγάπη να είναι τόσο πολύτιμη και πώς επηρεάζει τις ζωές μας;
Οι Έλληνες ποιητές και λογοτέχνες έχουν καταγράψει τις πιο βαθιές και συγκινητικές εκφράσεις αγάπης με τον λόγο τους. Ο Γιώργος Σεφέρης, με την ποιητική του δύναμη, αναδεικνύει την ένταση της αγάπης. Το μονόγραμμα του Ελύτη, σε συνδυασμό με την εκφραστικότητα των λέξεων του, μας φέρνει αντιμέτωπους με την αλήθεια του «αγαπώ», μιας λέξης που μας επαναφέρει στην ουσία του εαυτού μας και του άλλου. Ο Ελύτης γράφει, «Είμ’ εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακούς; Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς;», δίνοντας μία βαθιά έννοια στην απλότητα της αγάπης.
Ομοίως, η Μαριανή Γκίνη, γνωστή και ως Μυρτιώτισσα, προσέγγισε την αγάπη ως κάτι ακαταμάχητο και αβίαστο, όπως προκύπτει από τα λόγια της στα ποιήματα της, όπου αποτυπώνει το πάθος, την τρυφερότητα και την αφοσίωση που αυτή συνεπάγεται.
Στη φιλοσοφία, η αγάπη θεωρείται μια αρετή, ένα αίσθημα βαθιάς προσωπικής αφοσίωσης που ενσωματώνει την ευγένεια, τη συμπόνια και τη στοργή. Είναι το στοιχείο που διαχωρίζει τον άνθρωπο από το ζώο, αφού δεν είναι μόνο συναίσθημα, αλλά και πράξη. Η αγάπη δεν περιορίζεται στην αίσθηση ή στη λέξη, αλλά στην ενέργεια που εκφράζεται προς τους άλλους.
Ας δούμε 5 από τα πιο ερωτικά ποιήματα:
«Το Μονόγραμμα», Οδυσσέας Ελύτης
«Είναι νωρίς ακόμη μεσ’ στον κόσμο αυτόν, μ’ ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ ακούς
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ’ ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μεσ’ στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς
Είμ’ εγώ, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, μ΄ακούς
Άκου, άκου
Ποιός μιλεί στα νερά και ποιός κλαίει – ακούς;
Ποιός γυρεύει τον άλλο, ποιός φωνάζει – ακούς;
Είμ’ εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακούς
Σ΄αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς».
Έρωτας τάχα – Μυρτιώτισσα/ Θεώνη Δρακοπούλου
«Έρωτας τάχα να ‘ν’ αυτό
που έτσι με κάνει να ποθώ
τη συντροφιά σου,
που σαν βραδιάζει, τριγυρνώ
τα φωτισμένα για να δω
παράθυρά σου;
Έρωτας να ‘ναι η σιωπή
που όταν σε βλέπω, μου το κλείνεις
σφιχτά το στόμα,
που κι όταν μείνω μοναχή,
στέκω βουβή κι εκστατική
ώρες ακόμα;
Μα ό,τι και να ‘ναι, το ποθώ,
και καλώς να ‘ρθει το κακό
που είν’ από σένα·
θα γίνει υπέρτατο αγαθό,
στα πόδια σου αν θα σωριαστώ τ’ αγαπημένα».
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες – Μαρία Πολυδούρη
«Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.
Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα,
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες
κ’ έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες».
Σάρκινος λόγος – Γιάννης Ρίτσος
«Τι όμορφη που είσαι. Με τρομάζει η ομορφιά σου. Σε πεινάω. Σε διψάω.
Σου δέομαι: κρύψου· γίνε αόρατη για όλους· ορατή μόνο σ᾿ εμένα· καλυμένη
απ᾿ τα μαλλιά ως τα νύχια των ποδιών με σκοτεινό διάφανο πέπλο
διάστικτο απ᾿ τους ασημένιους στεναγμούς εαρινών φεγγαριών.
Οι πόροι σου εκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ιμερόεντα·
αρθρώνονται απόρρητες λέξεις· τριανταφυλλιές εκρήξεις απ᾿ την πράξη του έρωτα».
Πολύ πριν σε συναντήσω - Τάσος Λειβαδίτης
«Πολύ πριν σε συναντήσω, εγώ σε περίμενα.
Πάντοτε σε περίμενα.
Σαν ήμουνα παιδί και μ’ έβλεπε λυπημένο η μητέρα,
έσκυβε και με ρωτούσε, «Τι έχεις αγόρι;»
Εγώ δεν μίλαγα, μονάχα έβλεπα πίσω απ’ τον ώμο της
έναν κόσμο άδειο από ‘σένα.
Κι όταν έπαιρνα το παιδικό κοντύλι,
ήταν για να μάθω να σου γράφω τραγούδια,
όταν κοίταγα στο τζάμι τη βροχή,
ήταν που αργούσες ακόμα,
κι όταν χτύπαγε η πόρτα μου και άνοιγα,
δεν ήταν κανείς, κάπου όμως μες στον κόσμο
ήταν η καρδιά σου που χτυπούσε.
Έτσι έζησα πάντοτε.
Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά
-Θυμάσαι;-
Μου άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά
σαν να με γνώριζες χρόνια.
Μα και βέβαια με γνώριζες.
Γιατί πολύ πριν μπεις μες στη ζωή μου
είχες ζήσει μες στα όνειρά μου Αγαπημένη μου!
Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή».