Άννα Πολυβίου
Η πολυσυζητημένη –πριν καν βγει στη μεγάλη οθόνη- ταινία για τον σπουδαίο λαϊκό τραγουδιστή Στέλιο Καζαντζίδη, «Υπάρχω», αποτυπώνει όσα μπορούν να αποτυπωθούν μέσα σε δύο ώρες για τη ζωή, το τραγούδι και τους έρωτες του μεγάλου αυτού Έλληνα ερμηνευτή.
Μεγάλο κομμάτι της ταινίας, όπως ήταν και στη ζωή του, περιστρέφεται γύρω από τη σχέση του, επαγγελματική και ερωτική, με την εξίσου σπουδαία ερμηνεύτρια Μαρινέλλα.
O Χρήστος Μάστορας ως Στέλιος Καζαντζίδης και η Ασημένια Βουλιώτη ως Μαρινέλλα.
Η ταινία «Υπάρχω»
Με την αβάν πρεμιέρ στην Κύπρο να πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα, 16 Δεκεμβρίου 2024, στην παρουσία του πρωταγωνιστή της ταινίας Χρήστου Μάστορα ως Στέλιος Καζαντζίδης, και πλήθος κόσμου, μεταξύ αυτού και καλλιτεχνικού, να δίνει το παρών του, μπορώ να πω –καθώς ήμουν κι εγώ εκεί- πως πρόκειται για μια αξιόλογη και καλογυρισμένη ταινία, που προσεγγίζει και προσπαθεί να αποτυπώσει -κατ' εμέ τουλάχιστον- διακριτικά, με σεβασμό και όμορφα την καλλιτεχνική ψυχή ενός από τους μεγαλύτερους ερμηνευτές που γνώρισε ποτέ το ελληνικό στερέωμα. Ένας ερμηνευτής που λατρεύτηκε όσο λίγους, που η φωνή του «άγγιζε» και συνεχίζει να «αγγίζει» όλους μας, με την ταινία να προσπαθεί να εξηγήσει την ιστορία πίσω από τα τραγούδια. Οι δυνατές, συναισθηματικές στιγμές και η πραγματικά εκπληκτική ομοιότητα της φωνής του Χρήστου Μάστορα με αυτή του Καζαντζίδη ήταν αυτά που ξεχώρισα, με τη συνολική ερμηνεία του Μάστορα καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας να με εκπλήσσει ευχάριστα – αφού ο ίδιος δεν είναι ηθοποιός. Εκ του αποτελέσματος, μάλλον σωστή ήταν η επιλογή του Μάστορα για την ενσάρκωση του Καζαντζίδη, αφού ποιος άλλος θα μπορούσε να αποτυπώσει καλύτερα αυτό που βίωνε ο Καζαντζίδης; Ένας τραγουδιστής! Που να γνωρίζει τη φήμη και τη νύχτα στο τραγούδι. Ο Μάστορας φαίνεται πως ήταν η κατάλληλη επιλογή, αφού με αυθεντικότητα, σεμνότητα και δυναμισμό παράλληλα, αποτυπώνει τις πτυχές του Καζαντζίδη, μπαίνοντας για τα καλά στο πετσί του ρόλου, με την ομοιότητα στο χρώμα της φωνής να είναι αυτό που κερδίζει τις εντυπώσεις.
Ο Μάστορας φαίνεται πως ήταν η κατάλληλη επιλογή, αφού με αυθεντικότητα, σεμνότητα και δυναμισμό παράλληλα, αποτυπώνει τις πτυχές του Καζαντζίδη.
Ο γνωστός Έλληνας κριτικός κινηματογράφου Αιμίλιος Χαρμπής, για την επιλογή του Μάστορα ως Καζαντζίδης δήλωσε: «η πολυσυζητημένη επιλογή του Χρήστου Μάστορα για τον πρωταγωνιστικό ρόλο αποδεικνύεται ορθή, αφού εκείνος στέκεται στο ύψος του τόσο στο τραγούδι όσο και στην εν γένει ερμηνεία, την οποία προσεγγίζει με μια ιδιότυπη, καλώς εννοούμενη «μαγκιά»».
Καθόλου αμελητέο βέβαια δεν ήταν το υπόλοιπο καστ που συμπλήρωνε το παζλ της καλλιτεχνικής και μη ζωής του Καζαντζίδη, το οποίο απαρτιζόταν από πολύ αξιόλογους ηθοποιούς, ο καθένας από αυτούς εύστοχα τοποθετημένος στο ρόλο που είχε να βγάλει εις πέρας. Με κεντρικό δίλημμα για το ποιος είναι ο Στέλιος και ποιος ο Καζαντζίδης, εννοώντας ότι το όνομα Καζαντζίδης αφορά τον τραγουδιστή και το Στέλιος τον άνθρωπο και αυτά που είχε βιώσει, πόσοι τελικά γνώριζαν τον πραγματικό Στέλιο και όσα είχαν συμβεί στη ζωή του;
Με κεντρικό δίλημμα για το ποιος είναι ο Στέλιος και ποιος ο Καζαντζίδης.
Το «Υπάρχω», ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια του Καζαντζίδη που κυκλοφόρησε το 1975, εκφράζει ανάμεικτα συναισθήματα, της αγάπης και της θλίψης, μια από τις χαρακτηριστικές θεματικές του Καζαντζίδη. Γύρω από αυτά περιστρεφόταν η ζωή του μεγάλου ερμηνευτή. Με το στιχουργικό και μουσικό ταλέντο του Χρήστου Νικολόπουλου και του Πυθαγόρα αντίστοιχα, το «Υπάρχω» κατάφερε να αγγίξει τις καρδιές πολλών και να γίνει ένα από τα πιο γνωστά και αγαπημένα τραγούδια του ελληνικού ρεπερτορίου. Οι στίχοι του αναφέρονται στην ιδέα της αιώνιας παρουσίας και του πόνου που συνοδεύει τον ανεκπλήρωτο έρωτα.
Ο γνωστός Έλληνας κριτικός κινηματογράφου Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος, είπε για το «Υπάρχω»: «Η ταινία δεν χάνει χρόνο, κόβει με σβελτάδα ανάμεσα στον βίο και τα βιώματα, τις σύντομες χαρές και τα πολλά εμπόδια, αλλά ο Τσεμπερόπουλος (ο σκηνοθέτης της ταινίας) είναι ως συνήθως παρατηρητικός και στέκεται όσο πρέπει στις λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά: ανάμεσα στα πολλά, απανωτά επεισόδια και τη συμπυκνωμένη εισαγωγή πολλών προσώπων, δεν αφήνει τα μάτια του από τα ζόρια του Καζαντζίδη, δίνοντας απόχρωση στις στιγμές που υποδέχονται μια καινούργια φάση στη δεκαετία ’55-’65 που τον καθόρισε».
Το τρέιλερ της ταινίας:
Ο θυελλώδης έρωτας του Στέλιου Καζαντζίδη με τη Μαρινέλλα
Η ερωτική ζωή του Καζαντζίδη ήταν γεμάτη πάθος και ένταση, όπως και η μουσική του. Οι δύο μεγάλες σχέσεις της ζωής του έχουν κεντρικό ρόλο και στην ταινία, η πρώτη αυτή με την Καίτη Γκρέυ και η δεύτερη αυτή με τη Μαρινέλλα, την οποία παντρεύτηκε.
Η σχέση του με τη Μαρινέλλα ήταν μια από τις πιο γνωστές και έντονες ερωτικές σχέσεις στην ελληνική μουσική σκηνή. Οι δυο τους γνωρίστηκαν το 1956 στη Θεσσαλονίκη, όταν ο Καζαντζίδης ήταν ακόμη με την Καίτη Γκρέυ, με την οποία είχαν αρραβωνιαστεί, χωρίς όμως να παντρευτούν ποτέ, καθώς την τραγουδίστρια δεν ενέκρινε η μητέρα του, Γεσθημανή, την οποία ο ίδιος υπολόγιζε αρκετά. Κάπως έτσι ξεκίνησε η σχέση του με τη Μαρινέλλα.
Για τη γνωριμία τους είχε μιλήσει η ίδια η Μαρινέλλα λέγοντας ότι: «Τον Καζαντζίδη τον γνώρισα από τον Στέλιο Ζαφειρίου. Εγώ δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, δεν τον ήξερα. Μου λέει «Τραγουδάς ωραία, μπράβο! Σεκόντα ξέρεις να κάνεις»; Λέω «Ξέρω» και μετά μου λέει «Ψαρεύεις»; Λέω «Βεβαίως» και με ρωτά «Πάμε για ψάρεμα»; Ψαρέψαμε, δεν πιάσαμε τίποτε, αλλά μάλλον έπεσε ένα φλερτάκι εκεί θυμάμαι. Φορούσα μαγιό και φαίνεται ότι έτσι του άρεσα του Στέλιου. Τσαχπινομπουρμπουλήθρα ήμουν, ένα γλυκό συμπαθητικό κορίτσι, αλλά δεν ήμουν όμορφη. Αυτό δεν εμπόδισε κανέναν να με αγαπήσει πάρα πολύ».
Ο Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα παντρεύτηκαν τελικά στις 7 Μαΐου του 1964 στο Χαλάνδρι και παρέμειναν παντρεμένοι για δύο χρόνια, αφού το 1966 ήρθε το διαζύγιο. Έπειτα, οι δυο τους ακολούθησαν ξεχωριστούς δρόμους. Σε συνέντευξή του, ο μεγάλος τραγουδιστής είχε πει για το χωρισμό τους: «Σαν ζευγάρι καλλιτεχνικό οπωσδήποτε διαπρέψαμε, δεν υπήρχαν μεταξύ μας ζήλιες, καβγάδες, είχαμε συνεννόηση με τα μάτια. Στη ζωή όμως δεν ταιριάζαμε». Συμπληρώνει πως «αιτία του χωρισμού μας ήταν η απόφασή μου να σταματήσω απ’ τα κέντρα. Η Μαρινέλλα μού είχε δηλώσει πως δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει την καριέρα της».
Ο Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα παντρεύτηκαν τελικά στις 7 Μαΐου του 1964 στο Χαλάνδρι και παρέμειναν παντρεμένοι για δύο χρόνια, αφού το 1966 ήρθε το διαζύγιο.
Οι δυο τους κράτησαν μια φιλική σχέση καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, με τη φιλία τους να διατηρείται μέχρι το θάνατο του Καζαντζίδη το 2001. Η Μαρινέλλα ήταν ένας από τους ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα του κατά την ασθένειά του, μέχρι το θάνατό του. «Σχεδόν κάθε απόγευμα πήγαινα στο σπίτι της Βάσως και του Στέλιου Καζαντζίδη. Επειδή ήταν απ’ έξω κάμερες και δημοσιογράφοι, βρήκαμε έναν δρόμο που μου είπε η Βάσω και έμπαινα στο σπίτι τους κρυφά. Όπως και στο νοσοκομείο που πήγαινα, έμπαινα από το γκαράζ», είχε πει η Μαρινέλλα.
Η σχέση των δύο άφησε ανεξίτηλο σημάδι στην ελληνική μουσική και παραμένει ένα από τα πιο συζητημένα κεφάλαια της καριέρας τους.