

Μαρία Καραμάνου
Το ξυπνητήρι χτύπησε πριν καλά-καλά χαράξει. Η πόλη ακόμα νυσταγμένη, τα φώτα στους δρόμους τρεμόπαιζαν και η πρωινή ψύχρα τύλιγε τους περαστικούς. Μα στην υπαίθρια αγορά του Μπαϊρακτάρη (γνωστή ευρέως ως αγορά του ΟΧΙ), η ζωή είχε ήδη αρχίσει να σιγοβράζει σαν τον πρώτο ελληνικό καφέ της ημέρας.
Φτάσαμε καθώς ο ήλιος άρχισε να βγαίνει, ρίχνοντας ένα χρυσαφένιο φως πάνω στους γεμάτους από πολύχρωμα φρούτα, λαχανικά και αρωματικά βότανα πάγκους. Ο αέρας μύριζε ντομάτα και φρεσκοκομμένο μαϊντανό, ενώ οι πρώτες φωνές των εμπόρων μπλέκονταν με το γέλιο των πελατών.
Περπατήσαμε ανάμεσα στον κόσμο, χαζεύοντας τα φρέσκα προϊόντα, τα γεμάτα χέρια και τα ακόμα πιο γεμάτα βλέμματα. Συναντήσαμε γυναίκες που στήνουν τους πάγκους τους από τα ξημερώματα, προτού η πόλη καν ξυπνήσει. Γυναίκες που ζυγίζουν τα πορτοκάλια με μια κίνηση τόσο φυσική, σαν να είναι προέκταση του χεριού τους.
Στην καρδιά της Λευκωσίας, εκεί όπου χτυπά ο παλμός της πόλης μέσα από χρώματα, αρώματα και φωνές, συναντήσαμε τις γυναίκες της λαϊκής αγοράς του ΟΧΙ. Μια αγορά με ιστορία αιώνων, που σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί έναν τόπο συνάντησης, εργασίας και επιβίωσης.
Ανάμεσα στους πάγκους, συναντήσαμε και τις γυναίκες που ψωνίζουν εδώ κάθε εβδομάδα. Άλλες αναζητούν τα καλύτερα προϊόντα για το τραπέζι τους, άλλες βρίσκουν εδώ μια παρηγοριά μέσα στην καθημερινότητα. Πριν φύγουμε, ζητήσαμε από αυτές τις γυναίκες να στείλουν ένα μήνυμα σε όλες τις γυναίκες του κόσμου με αφορμή την «Ημέρα της Γυναίκας».
Κάποιες από αυτές γεννήθηκαν μέσα στις λαϊκές, μεγαλώνοντας ανάμεσα σε καφάσια και ζυγαριές. Άλλες, βρέθηκαν εκεί αναζητώντας μια διέξοδο και ανεξαρτησία. Όλες, όμως, έχουν κάτι κοινό: τη δύναμη να στέκονται εκεί, κάτω από τον ήλιο, τη βροχή, το κρύο, και να υψώνουν καθημερινά το δικό τους ανάστημα.
Μαρία Λεωνίδα
Στη λαϊκή αγορά της Λευκωσίας, ανάμεσα στους πάγκους με τα φρέσκα προϊόντα, τη φασαρία του κόσμου και τα αρώματα του φρεσκοψημένου χαλλουμιού, συναντήσαμε τη Μαρία Λεωνίδα. Μια γυναίκα που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη λαϊκή, ακολουθώντας τα βήματα των γονιών της, δουλεύοντας δίπλα τους από τότε που ήταν παιδί.
«Όλη μου τη ζωή την πέρασα στη Λαϊκή», μας λέει με μια φωνή που κρύβει κόπωση, αλλά και περηφάνια. Από μικρή βοηθούσε τους γονείς της, πουλούσε τα προϊόντα της οικογένειας στις αγορές και, όταν παντρεύτηκε, συνέχισε μαζί με τον άντρα της το επάγγελμα της κτηνοτροφίας.
«Είχαν οι γονείς μας ζώα, και μετά συνεχίσαμε εμείς. Από το 1990 έχουμε τη δική μας κτηνοτροφική μονάδα στο Πισσούρι. Έχουμε κατσίκες και πρόβατα, φτιάχνουμε χαλλούμι, αναρή, τυρί, τραχανά, γιαούρτι, απ’ όλα. Και πού αλλού θα μπορούσαμε να πουλήσουμε τα προϊόντα μας; Μόνο στη λαϊκή αγορά».
Η ημέρα της Μαρίας ξεκινάει στις 3 τα ξημερώματα. Ξυπνάει πριν καν χαράξει, ετοιμάζει τα προϊόντα, φορτώνει το φορτηγάκι και κατεβαίνει στη λαϊκή. Όταν τελειώσει, επιστρέφει στο σπίτι, όπου την περιμένουν τα ζώα και οι αμέτρητες δουλειές του σπιτιού.
«Οι γυναίκες στη λαϊκή είναι πολύ βασανισμένες. Δουλεύουμε από τα χαράματα, αλλά έχουμε και το σπίτι, τα παιδιά, τη φροντίδα όλων. Η αγρότισσα είναι η πιο κουρασμένη από όλες. Δουλεύει στα χωράφια, στα ζώα, στη λαϊκή, και μετά επιστρέφει στο σπίτι να τα κάνει όλα. Οι γυναίκες που δουλεύουν στα γραφεία κουράζονται κι αυτές, αλλά όχι όπως η αγρότισσα».
«Όλες οι γυναίκες είναι ταλαιπωρημένες», μας λέει. «Κρατάνε το σπίτι, την καθαριότητα, το μαγείρεμα, τα μωρά, τη δουλειά… Τα κάνουν όλα».
Όταν τη ρωτάμε τι εύχεται για τις γυναίκες, το πρόσωπό της φωτίζεται λίγο. «Εύχομαι σε όλες τις γυναίκες να είναι καλά. Να έχουν δύναμη. Γιατί εμείς, οι γυναίκες, σηκώνουμε στους ώμους μας περισσότερα απ’ όσα φαίνονται».
Έλενα Παπαδοπούλου
Η αγαπημένη ηθοποιός Έλενα Παπαδοπούλου μεγάλωσε μέσα στη λαϊκή αγορά. Από παιδί, κρατούσε το χέρι της μητέρας της και περπατούσαν μαζί ανάμεσα στους πάγκους, διαλέγοντας τα πιο φρέσκα προϊόντα από τα χωριά. Τώρα, εκείνη έχει φύγει από τη ζωή, αλλά η Έλενα συνεχίζει την παράδοση.
«Ερχόμουν από μικρή με τη μαμά μου, τη βοηθούσα με τα ψώνια. Τώρα έρχομαι εγώ, εδώ και πολλά χρόνια, και φέρνω μαζί μου τον εγγονό μου», λέει χαμογελώντας.
Για την Έλενα, η λαϊκή αγορά δεν είναι μόνο ένας τόπος αγορών – είναι κομμάτι της ζωής της, μια διαδρομή γεμάτη μνήμες και γεύσεις από το παρελθόν.
«Μου αρέσουν πολύ τα προϊόντα από τα χωριά, έχουν άλλη ποιότητα», μας λέει, καθώς παρατηρεί τους πάγκους γεμάτους φρούτα, λαχανικά, τυριά και ψωμιά.
Όπως εκείνη κρατούσε το χέρι της μητέρας της, τώρα κρατά το χέρι του εγγονού της και τον οδηγεί μέσα στην πολύχρωμη αγορά, μυώντας τον στον κόσμο των φρέσκων προϊόντων και των ανθρώπων που δίνουν ζωή σε αυτή την παράδοση. «Είμαι τακτική πελάτισσα».
Δέσποινα
Η κυρία Δέσποινα στέκεται πίσω από τον πάγκο της, ανάμεσα σε λαμπερά, κατακόκκινα μήλα που έχει φέρει από το χωριό της, τις Δήμες, κοντά στο Τρόοδος. Είναι μια από τις πολλές γυναίκες της λαϊκής που ξυπνούν χαράματα, ταξιδεύουν χιλιόμετρα και περνούν ολόκληρη τη μέρα τους εδώ, περιμένοντας τους πελάτες, φροντίζοντας τα προϊόντα τους, μιλώντας με τον κόσμο.
«Ό,τι παράγουμε εμείς, το φέρνουμε μόνοι μας εδώ και 50 χρόνια», μας λέει. «Στην αρχή ερχόταν μόνο ο άντρας μου, αλλά εδώ και 25 χρόνια έρχομαι κι εγώ. Δεν μπορούσα νωρίτερα – είχαμε τα παιδιά, έπρεπε να μεγαλώσουν. Αλλά πάντα δούλευα, πήγαινα και στα χωράφια».
Η ζωή της είναι δουλειά, χωράφι, λαϊκή, μια ρουτίνα που επαναλαμβάνεται Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο, μοιρασμένη ανάμεσα στη λαϊκή αγορά του ΟΧΙ και αυτή του Στροβόλου, κοντά στο ΓΣΠ.
Η κυρ΄ία Δέσποινα βλέπει τη λαϊκή να αλλάζει με τον καιρό, όπως αλλάζουν και οι άνθρωποι γύρω της. Οι γυναίκες στη δουλειά, στις αγορές, στο σπίτι. «Τώρα οι γυναίκες βοηθάνε περισσότερο. Μοιράζονται τις δουλειές, κάνουν τα ίδια πράγματα με τους άντρες. Παλιότερα, εμείς ήμασταν πιο πίσω, μέναμε στο σπίτι, μεγαλώναμε τα παιδιά. Τώρα, δουλεύουμε μαζί».
Το Σάββατο, που ήταν το τριήμερο, η λαϊκή γέμισε κόσμο. «Ήρθαν πάρα πολλοί νέοι με τα μωρά τους», μας λέει με ένα χαμόγελο, που δείχνει πως της αρέσει να βλέπει νέες γενιές να γεμίζουν την αγορά.
Σήμερα, όμως, η ατμόσφαιρα είναι διαφορετική. Πιο ήσυχη. «Το ξέραμε ότι δεν θα έχει κόσμο. Το Σάββατο ξόδεψαν τα λεφτά τους, σήμερα θα είναι πιο λίγοι. Αλλά πάλι ήρθαμε. Δεν γίνεται αλλιώς».
Θεοδώρα
Η Θεοδώρα στέκεται χαμογελαστή πίσω από τον πάγκο της, γεμάτο κατακόκκινα μήλα από τον Μουτουλλά. Η λαϊκή αγορά για εκείνη δεν είναι μόνο δουλειά – είναι οικογένεια, είναι συνέχεια, είναι μια παράδοση που περνά από γενιά σε γενιά.
«Ο πεθερός μου ερχόταν εδώ πολλά χρόνια πριν», μας λέει, καθώς τακτοποιεί τα φρούτα της. «Μετά, ανέλαβα εγώ. Έχω 10 χρόνια που έρχομαι τακτικά, αλλά η οικογένειά μου είναι εδώ εδώ και δεκαετίες. Παντρεύτηκα πριν 30 χρόνια, και κάποια στιγμή ξεκίνησα κι εγώ».
Για τη Θεοδώρα, η λαϊκή είναι ένα σημείο συνάντησης, ένας δεσμός με τον κόσμο. «Έρχεται κόσμος κάθε ηλικίας. Μας στηρίζουν γιατί ξέρουν ότι εδώ θα βρουν καλά προϊόντα, φρέσκα, ντόπια, σε καλές τιμές».
Ανάμεσα στους πελάτες της, πολλοί είναι σταθεροί. «Με κάποιους έχουμε πια μια πιο φιλική σχέση. Μας ξέρουν, τους ξέρουμε, ανταλλάζουμε κουβέντες, μαθαίνουμε νέα ο ένας του άλλου. Οι σταθεροί πελάτες είναι πάντα περισσότεροι από τους καινούργιους».
Καθώς ο ήλιος ανεβαίνει και η αγορά γεμίζει με κόσμο, η Θεοδώρα συνεχίζει ακούραστη να εξυπηρετεί, να χαμογελά, να μιλά με τον κόσμο.
Μαρία
Για τη Μαρία, η επίσκεψη στη λαϊκή αγορά της Λευκωσίας ήταν μια τυχαία απόφαση, αλλά και μια αποκάλυψη. «Αυτή είναι η πρώτη μου φορά εδώ. Δεν ξέρω τι με έφερε, αλλά ήθελα να δω πώς είναι. Και είναι υπέροχα», μας λέει ενθουσιασμένη, κοιτάζοντας γύρω της.
Καθώς περπατά ανάμεσα στους πάγκους γεμάτους χρώματα και αρώματα, παρατηρεί κάτι που την εκπλήσσει. «Υπάρχουν πολλοί τοπικοί παραγωγοί, αλλά βλέπω περισσότερους άντρες παρά γυναίκες», σημειώνει σκεπτικά.
Η Μαρία είναι από τη Γερμανία και βρίσκεται στην Κύπρο εδώ και λίγο καιρό. Αυτό που τη συναρπάζει στη λαϊκή είναι η ποικιλομορφία του κόσμου. «Δεν περίμενα να συναντήσω τόσο διαφορετικό κόσμο από τόσες χώρες. Είναι όμορφο να βλέπεις ανθρώπους από διαφορετικά μέρη να μοιράζονται αυτή την εμπειρία», μας λέει.
Αν και είναι εντυπωσιασμένη από την αγορά, παρατηρεί ότι δεν υπάρχουν πολλοί νέοι άνθρωποι. «Ίσως προτιμούν τα σούπερ μάρκετ. Αλλά νιώθω ότι εδώ βρίσκεις πιο φρέσκα και ποιοτικά προϊόντα», λέει, κρατώντας ένα ζουμερό πορτοκάλι στο χέρι της.
Πέρα από τα προϊόντα και την ατμόσφαιρα, η Μαρία σκέφτεται τις γυναίκες – τόσο αυτές που δουλεύουν στη λαϊκή, όσο και όλες τις γυναίκες στον κόσμο.
«Νιώθω περήφανη για τις γυναίκες. Έχουμε περάσει πολλά, έχουμε καταπιεστεί μέσα στην ιστορία, αλλά αυτό είναι που μας ενώνει. Πρέπει να είμαστε δεμένες μεταξύ μας. Μαζί μπορούμε να διεκδικήσουμε ξανά τη δύναμή μας», δηλώνει με σιγουριά.
Στέλλα
Η Στέλλα είναι τακτική πελάτισσα της λαϊκής αγοράς. Κάθε εβδομάδα, από νωρίς το πρωί, βρίσκεται εκεί για να βρει τα πιο φρέσκα προϊόντα στις καλύτερες τιμές.
«Αν έρθεις νωρίς, βρίσκεις τα πιο φρέσκα πράγματα και σε πολύ καλές τιμές, πιο χαμηλές από τα σούπερ μάρκετ», μας λέει, καθώς διαλέγει λαχανικά από έναν πάγκο.
Αν και κάνει τα περισσότερα ψώνια της εδώ, υπάρχουν κάποια προϊόντα που δεν βρίσκει στη λαϊκή. «Για κάποια πράγματα πρέπει να πάω στο σούπερ μάρκετ. Αλλά προτιμώ τα τοπικά προϊόντα και τη σχέση που έχουμε με τους παραγωγούς εδώ», σημειώνει.
Μιλώντας για τις γυναίκες, η Στέλλα είναι ξεκάθαρη: θεωρεί ότι σηκώνουν τα περισσότερα βάρη στην καθημερινότητα.
«Οι γυναίκες είναι οι πιο βασανισμένες από όλους. Δουλεύουν, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να φροντίζουν το σπίτι, την οικογένεια, να τα κάνουν όλα», λέει με έναν αναστεναγμό.
Η λαϊκή αγορά δεν είναι απλώς ένα σημείο εμπορίου. Είναι ένας καθρέφτης της κοινωνίας, ένας χώρος όπου γυναίκες δουλεύουν, αγωνίζονται, μεγαλώνουν οικογένειες και χτίζουν σχέσεις ζωής. Και σήμερα, στην «Ημέρα της Γυναίκας», τους αξίζει ένα μεγάλο ευχαριστώ και ένα μεγάλο μπράβο.
- Ανυπομονούμε απίστευτα για την «Οδύσσεια» του Νόλαν… και όχι άδικα
- Η επιστροφή μιας διαχρονικής ηρωίδας στη μεγάλη οθόνη
- Ο ανέμελος βίος του ολλανδικού βασιλικού ζεύγους
- 10 γυναίκες κάτω των 35 που είναι εδώ για να αλλάξουν τον κόσμο
- «Εργάζομαι στη μεγαλύτερη εταιρεία πορνογραφικού υλικού, στην Κύπρο»