Τον γνωρίζω χρόνια και βλέπω τη σταδιακή του εξέλιξη σ’ έναν καλλιτέχνη που ξέρει τι θέλει, δεν συμβιβάζεται με τα εύκολα και σίγουρα έχει κάτι να πει μέσω της δουλειάς του. Με αφορμή τα eye-catching τρίπτυχα «Persona Colors» αλλά και τις συνεργασίες του με θεατρικές παραστάσεις, συνάντησα τον Χρίστο Συμεωνίδη, τον ταλαντούχο Κύπριο εικαστικό που δραστηριοποιείται στην Αθήνα.
του Νάκη Αντωνίου
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τι ήταν αυτό που σε τράβηξε στις εικαστικές τέχνες;
Θα δώσω μία κλασική απάντηση, όμως είναι κάτι που ισχύει: από τότε που με θυμάμαι ζωγράφιζα, κατασκεύαζα, γοητευόμουν και ανέλυα ό,τι υπήρχε γύρω μου. Αφορμή για μία περαιτέρω εξέλιξη στάθηκε η αγιογράφηση της εκκλησίας, δίπλα από το πατρικό μου. Τα καλοκαίρια χάζευα τους αγιογράφους, πάνω σε τεράστιες σκαλωσιές να παλεύουν με χρώματα και φιγούρες. Τότε ήταν που επέστρεψα σπίτι, πήρα μαρκαδόρους και έφτιαξα μία εικόνα της Παναγίας, ενώ την επόμενη μέρα πήγαμε με τον πατέρα μου και γνωρίσαμε τον επικεφαλής της ομάδας, τον κ. Γιαννούδη, κι αυτός προέτρεψε τους γονείς μου να ξεκινήσω μαθήματα.
Τι σπούδασες;
Το 2015 τελείωσα τις σπουδές μου στο τμήμα εικαστικών τεχνών της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών, με αρχική κατεύθυνση τη ζωγραφική. Στην πορεία ασχολήθηκα με τα πολυμέσα, όπως αυτά του video art-video installation και της φωτογραφίας. Επί τρία χρόνια παρακολούθησα επίσης σκηνογραφία και σχεδιασμό κοστουμιού.
Μπήκες στον χώρο συνειδητοποιημένα πως η εύρεση εργασίας στον τομέα δεν θα ήταν εύκολη;
Δεν ξέρω πόσο συνειδητοποιημένα μπήκα στον χώρο, αφού αποτελεί συνάμα και παιδικό όνειρο. Το σίγουρο ήταν πως δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι διαφορετικό. Ξέρεις, όντας παιδί, δυστυχώς ή ευτυχώς, σ’ ένα προστατευμένο περιβάλλον δεν υπάρχουν και πολλά περιθώρια να παρεκκλίνεις από τα όνειρα και τους στόχους σου όταν, φυσικά, έχεις και την υποστήριξη από τους γονείς σου - πράγμα που τους ευχαριστώ ακόμα και σήμερα. Οι σχολές, από την άλλη, δεν σε προετοιμάζουν καθόλου για το τι συμβαίνει έξω. Η φούσκα σπάει την επόμενη μέρα που θα πάρεις το πτυχίο.
Υπάρχει εύφορο έδαφος για νέους καλλιτέχνες στην Ελλάδα και στην Κύπρο;
Πουθενά δεν υπάρχει εύφορο έδαφος για νέους καλλιτέχνες (γέλια)! Ζούμε στην εποχή του ό,τι δηλώσεις είσαι, τoυ Instagram και των followers/influencers και, κακά τα ψέματα, είμαστε η γενιά της κρίσης. Καλώς ή κακώς, παλεύεις να ξεχωρίσεις με το «έργο σου» ανάμεσα σε κλίκες, παρέες και γνωστούς. Να είμαστε καλά, να έχουμε γερό στομάχι και να φτιάχνουμε πράγματα.
Γιατί αποφάσισες να μείνεις στην Αθήνα;
Είναι μια ερώτηση που κάνω συχνά τον τελευταίο καιρό στον εαυτό μου. Ήρθα στην Αθήνα για σπουδές. Με τον καιρό όμως έγινε μία πόλη που με ωρίμασε, με εξέλιξε ως άνθρωπο και με έμαθε να αντιμετωπίζω τους άλλους, να τους εκτιμάω και να με εκτιμούν διαφορετικά, όχι λόγω καταγωγής, ποιος είσαι, πόσα έχεις στην τσέπη σου κτλ. Είσαι άγνωστος μεταξύ αγνώστων κι αυτό μερικές φορές έχει τη γοητεία του. Είναι μία πόλη όπου μπορείς να «χαθείς», αν το έχεις ανάγκη. Η Κύπρος είναι ο τόπος που με γέννησε, την αγαπώ και μου λείπει η οικογένειά μου, παρόλα αυτά είναι ένας τόπος που διαθέτει αρκετά προβληματικά χαρακτηριστικά, που δεν ξέρω κατά πόσο πλέον μπορώ να έρθω σε επαφή ακόμα. Και καλλιτεχνικά υστερούμε ποιοτικά, με ελάχιστες εξαιρέσεις Κύπριων καλλιτεχνών που εκτιμώ.
Μπορώ να πω πως οι φωτογραφίες σου σίγουρα δεν είναι οι κλασικές conceptual φωτογραφίες. Ποιο θα έλεγες πως είναι το δικό σου touch;
Σ’ ευχαριστώ πολύ για το σχόλιό σου. Σε μια εποχή όπου το γάλα σε ποτήρι σε λευκό τραπέζι θεωρείται concept και το γυμνό σώμα βρίσκεται σε έξαρση φωτογραφικά, «καλλιτεχνικά» και μη, υπάρχει και η δική μου προσωπική ανάγκη να φτιάξω τις δικές μου εικόνες και να χαθώ μέσα σ’ αυτές. Πάντα με γοήτευε το παράδοξο, το σουρεαλιστικό στοιχείο, το αντισυμβατικό. Είτε αυτό γίνεται άμεσα ή έμμεσα σε μία εικόνα. Το δικό μου «touch», αν θες να το πεις έτσι, είναι η αρκετή δουλειά από πίσω. Πάντα με ενοχλούσε η ευκολία στα πράγματα.
Τι μηνύματα περνάς μέσα από τα έργα σου;
Ενδιαφέρον θα είχε να μου έλεγες τι μηνύματα παίρνεις εσύ από τα έργα μου (γέλια). Δεν προκαθορίζω κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα. Οι προσλαμβάνουσες και τα ερεθίσματα είναι πολλά, σίγουρα οι καλλιτέχνες κάθε είδους προσπαθούν να σε βάλουν σε μία διαδικασία να σκεφτείς πίσω από αυτό που βλέπεις και ακούς, να σε συγκινήσουν είτε θετικά είτε αρνητικά.
Έχεις συνεργαστεί με θέατρα και ομάδες για την προώθηση παραστάσεων. Πώς ήταν η εμπειρία αυτή;
Μέχρι στιγμής οι συνεργασίες μου σ’ αυτό τον τομέα είναι ελάχιστες, αλλά ελπίζω σ’ ακόμα περισσότερες. Ήταν ένας έμμεσος τρόπος να μπω στον χώρο του θεάτρου, μιας και η σκηνογραφία με αφορά περισσότερο. Είναι ένας αρκετά δύσκολος χώρος που όμως αγαπώ πολύ. Είχα τη χαρά σε αυτές τις συνεργασίες να με επιλέξουν για την ποιότητα της προσωπικής μου εικαστικής δουλειάς και να δουλέψουμε με αλληλοεκτίμηση για να παραχθεί ένα ενιαίο ωραίο αποτέλεσμα και από μεριάς μου προσπάθησα να μεταφέρω την ατμόσφαιρα της κάθε παράστασης και όχι να επιβάλω το προσωπικό μου στυλ. Μόνο θετικά μπορώ να σκεφτώ για κάθε συνεργασία, με εντάσεις και διαφωνίες ή χωρίς.
Να σε πάρω στα πιο πρόσφατα, πώς σου ήρθε η ιδέα για τα τρίπτυχα «Persona Colors»;
Πάντα με τη λήξη ενός project σκέφτεσαι ποιο θα είναι το επόμενο βήμα σου, πώς θα υπάρξεις πρώτα μέσα σου καλλιτεχνικά και έπειτα ανάμεσα σ’ ένα ευρύτερο κοινό. Ιδανικά αυτό το project, όπως και το προηγούμενο, το «Ego», θα ήθελα να έπαιρναν ένα πιο κινηματογραφικό χαρακτήρα, και το κάθε «κεφάλαιο» να ήταν μία μικρή ιστορία σε κίνηση (βίντεο). Παρόλα αυτά δεν θα μπορούσε να γίνει σωστά κάτι τέτοιο χωρίς μπάτζετ. Έτσι, η κάθε φωτογραφία να παίρνει χαρακτηριστικά frames από μία υποτιθέμενη μικρή ταινία που δομείται ανάμεσα σε πλάνα. Το «Persona Colors» ειλικρινά προέκυψε τελείως αυθόρμητα, σκεπτόμενος το επόμενο βήμα και ως πείραμα. Στη συνέχεια ανακάλυψα πόσο ενδιαφέρον έχουν οι κιτς κουζίνες και μπάνια των δεκαετιών ’70 και ’80 και άρχισα να ψάχνω τι κόσμοι και τι χαρακτήρες μπορούν να «γεννηθούν» εκεί μέσα.
Πώς συνδυάζεις το μοντέλο με το χρώμα και το concept;
Το μοντέλο συχνά συνδυάζεται ανάλογα με το concept που έχω στο μυαλό μου και τον χαρακτήρα που θέλω να υποδυθεί, άρα είναι και θέμα φυσιογνωμίας. Σίγουρα προσπαθώ τις περισσότερες φορές να συνεργάζομαι με ηθοποιούς, γιατί πιο εύκολα θα προσαρμοστούν σε μία συνθήκη και μία οδηγία, για να διηγηθώ μία ιστορία. Το χρώμα συχνά προκύπτει από τον εκάστοτε χώρο, όσο δυσεύρετοι κι αν είναι αυτοί. Στη συνέχεια έρχεται το ενδυματολογικό, όπου και εκεί χρειάζεται ψάξιμο σε βεστιάρια ή συνεννόηση με νέους σχεδιαστές που βλέπουν πρώτα τη δουλειά μου και θέλουν να συμμετέχουν με το τρόπο τους στη δημιουργία της κάθε εικόνας. Όπως ανέφερα και προηγουμένως, η παραδοξότητα, το «μη φυσιολογικό» είναι κάτι που με ενδιέφερε και με ενδιαφέρει καλλιτεχνικά. Μερικές φορές προσπαθείς να δημιουργήσεις εικόνες, είτε για να ξεφύγεις από μία πραγματικότητα είτε για να δηλώσεις τον προβληματισμό σου και να κλείσεις έμμεσα το μάτι στον θεατή, σε πράγματα και καταστάσεις. Είμαστε αρκετά κυνικοί στις μέρες μας και ωμοί. Θαυμάζω τους καλλιτέχνες που μπορούν και λειτουργούν με αυτό τον τρόπο. Παρόλα αυτά, υπάρχει κι ένα άλλο πρίσμα για να δούμε τα πράγματα.
Στη σειρά «Ego» πετάνε αντικείμενα. Ποιο ήταν το σκεπτικό;
Το «Ego» προέκυψε σ’ ένα γενικότερο προβληματισμό σε σχέση το πώς τελικά βλέπουμε τους ανθρώπους γύρω μας, τι χαρακτηριστικά τους προσδίδουμε χωρίς να τους γνωρίζουμε πραγματικά και τι εντύπωση μάς δίνει η πρώτη τους εικόνα. Εάν θες, ήταν μία αντίδραση στον κόσμο των social media και την ανάγκη του ανθρώπου για αυτοπροβολή. Έτσι, στο πλαίσιο αυτού του γενικότερου προβληματισμού, άνθρωποι του οικείου περιβάλλοντός μου δέχτηκαν να μου ποζάρουν σε αυτά τα τρίπτυχα, στον δικό τους χώρο, με τα δικά τους αντικείμενα. Ναι, τα αντικείμενα πετάνε ως μία έννοια εξιδανίκευσης σε σχέση με το μπροστινό εξιδανικευμένο πρόσωπο, τα χαρακτηριστικά που του έχω δώσει εγώ ο ίδιος σε αυτά τα πρόσωπα, οι «προβολές» μου και σε δεύτερο επίπεδο και, στο βάθος, πώς πραγματικά είναι αυτά τα πρόσωπα στην απλότητα τους.
Θα ερχόσουν μόνιμα στην Κύπρο; Βλέπουμε πλέον πολλά καλλιτεχνικά φεστιβάλ και πολλές εκθέσεις. Εσύ πώς βλέπεις την εξέλιξη της τέχνης στην Κύπρο;
Θα ερχόμουν μόνιμα στην Κύπρο εάν υπήρχε ευκαιρία να υπάρξω καλλιτεχνικά, αν υπήρχαν ευκαιρίες καλλιτεχνικής ποιοτικής δημιουργίας. Δεδομένων των συνθηκών, σε ένα κράτος που επιχορηγήσεις για τον κινηματογράφο είναι σχεδόν ανύπαρκτες, με κυπριακές σειρές και προγράμματα που σε προσβάλλουν νοητικά, νομίζω ότι είναι εμφανείς οι λόγοι που δεν έχω επιστρέψει ακόμα. Προτιμώ την παραμονή μου στην Αθήνα με τα οποιαδήποτε προβλήματά της. Ωστόσο, σίγουρα τα τελευταία χρόνια γίνονται κάποιες προσπάθειες, αλλά δεν θεωρώ ότι είναι πρόσφορο το έδαφος ακόμα. Ποτέ μην λες ποτέ όμως, θα έρθει η μέρα που θα γίνει και αυτό.
Είχες λάβει μέρος στην παράσταση «Desmotes» που παρουσιάστηκε στο Faneromeni17. Τι ακριβώς ήταν αυτό το πρότζεκτ;
Σ’ αυτό το πρότζεκτ είχα λάβει μέρος μετά από πρόσκληση του Αντρέα Παπαπέτρου, και τον ευχαριστώ γι’ αυτό, που σκέφτηκε και υλοποίησε αυτή την ιδέα. Ήταν μία παράσταση εμπνευσμένη από τις συλλογές του Πολιτιστικού Ιδρύματος Τράπεζας Κύπρου και τον κυπριακό πολιτισμό και η θεματολογία της ήταν επηρεασμένη από μύθους και δοξασίες της Κύπρου αλλά και της ελληνικής μυθολογίας που πραγματεύονται την ιδέα των δεσμών ως εμπόδιο, τιμωρία, θυσία και μέσο λύτρωσης. Σε αυτό το πρότζεκτ είχα αναλάβει το κομμάτι του video art-projection, μοτίβα από αρχαία αγγεία πήραν ζωή και κίνηση σε αρμονία με τη μουσική σύνθεση του Αντρέα Παπαπέτρου και την κίνηση της Εlisabeth Schilling.
Κάνεις σκέψεις για προβολή της δουλειάς σου στην Κύπρο;
Οι ιδέες, τα concepts και η δημιουργία υπάρχουν και θα υπάρχουν. Από εκεί και πέρα είναι και οι χρηματοδοτήσεις. Κανείς δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτές. Αλλά ναι, φυσικά, το να με ξαναγνωρίσει το «σπίτι» μου είναι κάτι που το θέλω πολύ, εάν υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες.
Instagram: @christosymeonides
Website: www.christossymeonides.com