ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: lace καλσόν, μίνι μαυρο φόρεμα και ankle boots
 

Θηλασμός και διατροφή της μητέρας: Όσα πρέπει να γνωρίζεις

Τι πρέπει να τρώνε οι θηλάζουσες μητέρες, ώστε το βρέφος να παίρνει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά;

newsroom must

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), ο θηλασμός είναι ο φυσιολογικός τρόπος σίτισης, με όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζονται για την υγιή ανάπτυξη του βρέφους.

Οι περισσότερες γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αποθηκεύουν περίπου 2 έως 4 κιλά λίπους, το οποίο αργότερα θα χρησιμοποιηθεί για να παρέχει ένα μέρος της επιπλέον ενέργειας που θα είναι αναγκαίο κατά τον θηλασμό.

Έχει υπολογισθεί ότι το αποθηκευμένο λίπος προσδίδει 200-300 θερμίδες την ημέρα για μία περίοδο θηλασμού 3 μηνών. Αυτή η ποσότητα είναι ικανή για να αναπληρώσει μόνο κάποιες από τις ενεργειακές ανάγκες της μητέρας, άρα το υπόλοιπο πρέπει να προέλθει από την καθημερινή διατροφή. Κατά τη διάρκεια του θηλασμού οι ενεργειακές ανάγκες αυξάνονται κατά 400 - 500 θερμίδες ημερησίως. Αποκλειστικός θηλασμός συνιστάται μέχρι τον 6ο μήνα και την συνέχισή του τουλάχιστον μέχρι τους 24 μήνες.

Οι διατροφικές συστάσεις αναφέρουν ότι το διαιτολόγιο της μητέρας θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον 15-20 γραμμάρια πρωτεΐνη την ημέρα κατά τη διάρκεια του θηλασμού για τους πρώτους 6 μήνες και 12 γραμμάρια την ημέρα για τους υπόλοιπους μήνες. Όσον αφορά στους υδατάνθρακες φαίνεται ότι η πρόσληψη υδατανθράκων από τη διατροφή της θηλάζουσας δεν επηρεάζει την περιεκτικότητα μητρικού γάλακτος σε υδατάνθρακες. Η λακτόζη είναι ο κύριος υδατάνθρακας του μητρικού γάλακτος και βρίσκεται σε περιεκτικότητα 70 γραμμάρια ανά λίτρο γάλακτος.

Αρχικά, όσον αφορά στις λιποδιαλυτές βιταμίνες Α, Κ και Ε, η συνιστώμενη δόση της βιταμίνης Α φτάνει τα 500-600 μg επιπλέον καθημερινά στο διαιτολόγιο της μητέρας (καλές φυτικές πηγές είναι το καρότο, το σπανάκι, το μαρούλι, ο μαϊντανός λόγω παρουσίας καροτενίου). Για τη Βιταμίνη Ε, η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ συστήνει πρόσληψη περίπου 19 mg α-τοκοφερόλης (η πιο
ενεργή μορφή της βιταμίνης Ε). Καλές πηγές της βιταμίνης είναι τα φυτικά λάδια όπως ελαιόλαδο, καλαμποκέλαιο, ηλιανθέλαιο, οι σπόροι και οι ξηροί καρποί.

Σχετικά με τη βιταμίνη Κ, η περιεκτικότητα του μητρικού γάλακτος σε αυτήν είναι ανεπαρκής ακόμα και αν η μητέρα προσλαμβάνει επαρκή ποσότητα από τη διατροφή της, με αποτέλεσμα όλα τα νεογέννητα να πρέπει να προσλαμβάνουν επιπρόσθετα βιταμίνη Κ. Η βιταμίνη Κ βρίσκεται σε αφθονία στον κρόκο του αυγού, στη σόγια, το συκώτι, τις ντομάτες, στα όσπρια και όλα τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά.

Όσον αφορά τις υδατοδιαλυτές βιταμίνες,
η περιεκτικότητα του μητρικού γάλακτος σε ανόργανα στοιχεία δεν επηρεάζεται από τη διαιτητική πρόσληψη της μητέρας. Σε πολλές περιπτώσεις θηλασμού, σε διάστημα λίγων χρόνων, μπορεί να μειωθεί σημαντικά η οστική μάζα της μητέρας. Ικανοποιητική πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D θεωρείται σημαντική για την αναπλήρωση των απωλειών ασβεστίου π.χ. γαλακτοκομικά προϊόντα. Σε περίπτωση δυσανεξίας, τότε η μητέρα πρέπει να βρει εναλλακτικές πηγές ασβεστίου στα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, στα όσπρια και σε ορισμένα αποξηραμένα φρούτα.

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΓΕΤΑΙ

Σε γενικές γραμμές δεν υπάρχουν συγκεκριμένες τροφές που θα πρέπει να αποφεύγονται κατά τον θηλασμό. Αν όμως μετά από την κατανάλωση κάποιου είδους τροφής παρουσιαστεί αναστάτωση στο βρέφος (πχ, κοιλιακούς πόνους - κολικοί, μετεωρισμό) τότε μόνο θα ήταν καλό να περιοριστεί η συγκεκριμένη τροφή για κάποιο χρονικό διάστημα. Παραδείγματα τέτοιου είδους τροφών είναι: όλα τα είδη οσπρίων, κουνουπίδι, μπρόκολο, κρεμμύδι. Συγκεκριμένα, η κατανάλωση των κουκιών πρέπει να αποφεύγεται όταν η μητέρα δεν γνωρίζει ή δεν έχει το ένζυμο G6PD στο μόριο του DNA, που είναι υπεύθυνο για την προστασία των ερυθρών αιμοσφαιρίων, λόγω πρόκλησης αιμόλυσης. Είναι εξαιρετικά σημαντικό η μητέρα να πάρει άδεια από τον γιατρό για την κατανάλωση της συγκεκριμένης τροφής.

Σημαντικό σημείο στη διατροφή της μητέρας αποτελεί και ο περιορισμός της μεγάλης κατανάλωσης καφεΐνης (καφές, μαύρο τσάι, αναψυκτικά τύπου κόλα), γιατί μεταφέρεται στο μητρικό γάλα και μπορεί να προκαλέσει αϋπνίες και υπερδραστηριότητα στο βρέφος.

Σταυρούλα Ηροδότου
Κλινική διαιτολόγος - διατροφολόγος (BSc, MSc), μέλος του Συνδέσμου Διατολόγων και Διατροφολόγων Κύπρου

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

HEALTH: Τελευταία Ενημέρωση