ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: γκρί κολάν, cropped μπλουζάκι και suede blazer σε καμηλό χρώμα
 

«Φλόγες σε σπίρτα» του Βάσου Νικολάου

Ένα μικρό σε έκταση βιβλίο που όσες φορές και να το διαβάσει κάποιος, πάντα θα ανακαλύπτει κάτι καινούργιο, θα αισθάνεται κάτι διαφορετικό.

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη

«Φλόγες σε σπίρτα»

Βάσος Νικολάου

Εκδ. Ευγνώμων

Σελ. 220

Θα ξεκινήσω με ένα απόσπασμα από ένα άλλο βιβλίο, το βιβλίο «Μαθήματα Λογοτεχνίας» του Χούλιο Κορτάσαρ που, νομίζω πως είναι κάτι που εκφράζει απόλυτα τόσο τον συγγραφέα, όσο και την πλειονότητα των συγγραφέων ή και καλλιτεχνών γενικότερα. Ωστόσο, είναι και κάτι που θα βοηθήσει να καταλάβουμε όλοι καλύτερα αυτά που είδα μέσα στο παίδεμα των λέξεων του, μέσα από τον λόγο του. 

[...] Το σημαντικό και εισέτι δύσκολο είναι να γράφεις έχοντας στο νου σου ένα δέκτη, να μη γράφεις για τον εαυτό σου, να μη δρας ναρκισσιστικά, να νιώθεις ότι γράφεις για αναγνώστες χωρίς να τους προδιαγράφεις, χωρίς να λες «γράφω για αναγνώστες πολύ καλλιεργημένους ή για αναγνώστες που τους αρέσουν τα ερωτικά, τα ψυχολογικά ή τα ιστορικά θέματα», γιατί αυτός ο τύπος αυτοπεριορισμού είναι πρώτης τάξης εγγύηση για την αποτυχία ενός λογοτεχνικού έργου. Εδώ που τα λέμε, τι άλλο είναι τα best sellers – χρησιμοποιώ τον όρο best seller με την κακή έννοια, αυτά τα τούβλα που αγοράζουν κάποιοι στα αεροδρόμια για να διαβάσουν στις διακοπές τους και να αυτοϋπνωτιστούν για μια βδομάδα μ’ ένα βιβλίο που δεν έχει την παραμικρή λογοτεχνική αξία, αλλά διαθέτει όλα τα στοιχεία εκείνα που αυτός ο τύπος αναγνώστη περιμένει και, φυσικά, συναντά.Υπάρχει μια πραγματική σύμβαση μεταξύ ενός κυρίου που γράφει γι αυτό το κοινό, και του κοινού που δίνει τόσα χρήματα για ν’ αγοράσει τα βιβλία αυτού του κυρίου, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με τη λογοτεχνία. [...] 

Κρατώντας αυτό στο πίσω μέρος του μυαλού μας... 

Το «Φλόγες σε σπίρτα» είναι η δεύτερη συγγραφική προσπάθεια του Βάσου Νικολάου. Γι’ άλλη μια φορά μας εκπλήσσει ευχάριστα με την πρωτότυπη υφολογική του δομή αλλά και τη λιτή, αβίαστη και βαθύτερη εξωτερίκευση των συναισθημάτων, της ευαισθησίας του και της φιλοσοφικής του διάθεσης.

Ένα λογοτεχνικό κείμενο είναι ένα έργο τέχνης το οποίο ο καθένας μπορεί να θαυμάσει με τα δικά του μάτια, να νιώσει με τη δική του ψυχή. Μπορεί να το κατανοήσει με τη δικιά του αντίληψη και κοσμοθεωρία και καμιά φορά κάτω από διαφορετικές συνθήκες, ακόμα κι αυτής του τρόπου που πέφτει το φως, να έχει και εντελώς διαφορετικά ερεθίσματα και συγκινήσεις.

Το ημερολογιακό μυθιστόρημα του Βάσου Νικολάου είναι ένα τέτοιο έργο. Διαβάζοντάς το κανείς διεισδύει στις ψυχές των ηρώων του μα και στον ίδιο το δικό του εσωτερικό κόσμο. Ο συγγραφέας δεν δίνει κατευθύνσεις, δεν προσπαθεί να φορέσει παρωπίδες στον αναγνώστη του αλλά ούτε και να του μεταφέρει διδάγματα ή μηνύματα. Ενίοτε χρησιμοποιεί τους ήρωές του ώστε να μας μεταφέρει τις ανησυχίες του και τους προβληματισμούς του. Φιλοσοφεί. Δεν μας δίνει λύσεις, δεν δικαιολογείται ούτε επεξηγεί. Φιλοσοφεί. Δεν κολλά σε στερεότυπα ούτε σε καθωσπρεπισμούς. Φιλοσοφεί!

[...] Και τότε η έλλειψη, η νοσταλγία για κείνο το μεθύσι μεγαλώνει και παίρνει τον ρόλο του τρόπου διαφυγής. Γίνεται διέξοδος. Ποιός, άλλωστε, δεν θα ήθελε να μεθύσει ακόμη μια φορά; Ποιός αδαής θα πίστευε, στο βάθος της ψυχής του, πως θα 'ταν καλύτερα να μην ενδώσει ποτέ ξανά; Ποιός δεν θα ήθελε να ξαναζήσει; Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω. [...] (σελ. 76)

Ο συγγραφέας στο «Φλόγες σε σπίρτα» δεν έχει ως προτεραιότητά του τη ροή και την εξέλιξη μιας ιστορίας...δηλαδή δεν έχει στόχο να μας δώσει μια δακρύβρεκτη ιστορία με αρχή, μέση και τέλος όπως τόσες αλλές ιστορίες αγάπης που κυκλοφορούν. Δεν υπάρχει καν αφηγητής... Δεν χρειάζεται. Οι ήρωές του μας μιλούν άμεσα μέσα από τα ημερολόγια ή τις σημειώσεις τους...με τάξη και οργάνωση ή άτακτα σε μια προσπάθεια οργάνωσης της σκέψης και των συναισθημάτων τους ... με λόγια ή και χωρίς. Έχουμε πολύτιμες σιωπές ανάμεσα στα κείμενα ή και εντός των κειμένων καμιά φορά, που μας αφήνουν χώρο και χρόνο ώστε να αυτοπροσδιοριστούμε και να ανακατέψουμε την τράπουλα των δικών μας θεωριών από την αρχή.

Ο αναγνώστης, από την άλλη, αποκτά απόλυτη ελευθερία. Μπορεί να φανταστεί ό,τι θέλει, μπορεί να αισθανθεί όπως θέλει για τους ήρωες του βιβλίου. Μπορεί να ταυτιστεί μαζί τους, να τους αγαπήσει, να τους μισήσει, να εμπνευστεί, να χαρεί, να στεναχωρεθεί, ή να θυμώσει.

Έχουμε ένα ψυχογράφημα δυο ανθρώπων κι ενός τρίτου, του παιδιού τους, ή ακόμα κι ενός τέταρτου που είναι σχεδόν αφανής. Διαβάζοντας το βιβλίο, δημιουργείται πολύ μεγάλο ενδιαφέρον στην παρατήρηση της επανάληψης των ίδιων γεγονότων μέσα από τα μάτια δυο διαφορετικών ανθρώπων. στη μελέτη της ταύτισης ή της απόκλισής τους, στο μέτρο της αυτοσυγκράτησης του καθενός, ανάλογα με τη θέση που βρίσκεται και τη γνώση που έχει ή του επιτρέπεται να έχει της κατάστασης που βιώνει ο άλλος.

Δυο άνθρωποι που ζουν ένα παράφορο έρωτα, κάτω από όρια που ποτέ δεν καταρρίπτονται αλλά στέκουν πάντα εκεί να τους ωθούν σε φιλοσοφικά κανάλια, η ιστορία όλη. Πρόκειται, όπως ανέφερα και πιο πάνω, για μια πρωτοπρόσωπη ημερολογιακή αφήγηση. Είμαστε στο 2027 όπως μας ενημερώνει η Ελπίδα, η κόρη της Ελεονώρας, η οποία διαβάζει τα ημερολόγια της μητέρας της και τις σημειώσεις του Μάρκου, που γράφτηκαν κατά τη περίοδο 2009 και 2010, όπως της τα είχε αρχειοθετήσει και παραδώσει η Ελεονώρα με σκοπό να την ενημέρωσει για θέματα που τα λόγια για να ειπωθούν ήταν δυσεύρετα. Η ιστορία αναδύεται μ’ αυτό τον χαλαρό τρόπο, με επαναλήψεις γεγονότων, αφού και οι δυο περιγράφουν τα ίδια γεγονότα που έζησαν μαζί, ενώ ενίοτε υπάρχουν ανάπαυλες μοναχικής περισυλλογής για τον καθένα τους.

Τα ημερολόγια και οι σημειώσεις παρεμβάλλονται από στίχους και σκίτσα του ίδιου του συγγραφέα που έχουν άμεση σχέση με το κλίμα του βιβλίου, πιθανότατα είναι εμπνευσμένα από αυτό, και τα οποία προσδίδουν έναν ιδιαίτερο λυρισμό στο βιβλίο.

Είναι ένα μικρό σε έκταση βιβλίο που όσες φορές και να το διαβάσει κάποιος πάντα θα ανακαλύπτει κάτι καινούργιο, θα αισθάνεται κάτι διαφορετικό.

Θα κλείσω με τους τελευταίους στίχους που παραθέτονται στο βιβλίο που νομίζω ήταν καθοριστικοί για την εξέλιξη του βιβλίου, έστω και υποσυνείδητα, από την αφετηρία μέχρι και το τέρμα του.

Η ζωή των άλλων

φτάνει στα μάτια μας σαν μια φωτογραφία

κι όσα υποθέτουμε

μες την ανάγκη μας να δούμε πιο βαθιά

είναι πλασμένα με δικά μας υλικά

Αναζητήστε το βιβλίο στο Βιβλιοπωλείο Parga εδώ.

 

lasithiotakisa@sppmedia.com 

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη: Τελευταία Ενημέρωση

X