Σαν το λιοντάρι, ψηλό, αγέρωχο, ισχυρό, αποφασιστικό, έτσι είναι και ο εαυτός.
Στην ολότητά του, με τις ευθύνες, τις ανάγκες, την απόλυτη ηρεμία. Η ανάγκη για αυτοανακάλυψη ταυτίζεται με το πώς καταφέρνει το άτομο να αντανακλά στον εαυτό του τρία πράγματα.
Τη δική του ψυχοσύνθεση, επηρεαζόμενη από τις πρώτες εμπειρίες του, την κοινωνική ορμή αλλά και την στοχοπροσήλωση. Μέσα από αυτά τα στοιχεία, καταφέρνει συνειδητά να αφομοιώνει την ικανότητα και τους βιολογικούς παράγοντες που συνθέτουν τον εαυτό, αλλά και ταυτόχρονα να αποκτά την εμπειρία στην δημιουργία και την επιλογή.
Αυτό αντανακλάται και στην Ατομική Ψυχολογία (Adler, 1912), περιγραφικά αποτελεί την ανάγκη να κατανοείται το άτομο συνολικά, λαμβάνοντας υπόψη τη γέννηση, την ανατροφή και τη ζωή του μέσα από συγκεκριμένα περιβάλλοντα (οικογενειακό, κοινωνικό και πολιτισμικό). Ο καθένας από εμάς είναι μοναδικός, αναφορικά με τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις πεποιθήσεις, τις στάσεις, τον χαρακτήρα και τις πράξεις. Κι όμως όλα διαμορφώνονται με έναν τρόπο (κοινωνικό σύστημα και γνώμη για τον εαυτό) με απώτερο σκοπό η κάθε κίνηση να γίνεται σφραγίδα και τρόπος ζωής.
Πως συνδέονται τα πιο πάνω δεδομένα με την αυτοανακάλυψη; Εδώ θα πρέπει να ανατρέξουμε πίσω στην «κολλητή» μας πια Συναισθηματική Νοημοσύνη.
Αγαλλιάζοντας τον εαυτό στην ολότητά του, κατανοώντας τις πιο βαθιές και κρυφές του επιθυμίες, γινόμενοι ένα με την ολότητά του, το τί τον επηρεάζει και το πώς αυτό αντανακλάται στις μετέπειτα σκέψεις και συμπεριφορές, καταφέρνουμε κάτι πολύ βασικό (κοινό και με το λιοντάρι) την ισορροπία.
Το βασικότερο στοιχείο είναι η κατανόηση ενός απλού και βασικότατου κανόνα. Οποία ανθρώπινη συμπεριφορά προβάλλεται, πάντοτε κρύβει έναν σκοπό, όχι γενικό και αόριστο, συγκεκριμένο και ατομικό.
Σε αντίθεση με το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο, με βάση την θεωρία που εξετάζουμε, τα άτομα «μεγαλώνουν» και εξελίσσονται μέσα από τα «Αισθήματα Κατωτερότητας». Αυτά απορρέουν από τις υποκειμενικές εκτιμήσεις που κάνει το άτομο απέναντι σε ψυχολογικές ή κοινωνικές μειονεκτικές ανισότητες, πιστεύοντας ότι προέρχονται είτε από τον εαυτό του είτε από κάποια σωματική του αδυναμία.
Να σημειώσουμε ότι αν και το προσπάθησε ο Adler ίσως δεν κατάφερε να παρεκκλίνει και πολύ από την θεωρία του Freud (βασικά κίνητρα- sex και θάνατος). Ο λόγος είναι κυρίως διότι μέσα από τα αισθήματα κατωτερότητας, αν μελετήσουμε σε λεπτομέρεια τα λεγόμενά του, αντιλαμβανόμαστε ότι η αρχή βασίζεται στην «διατήρηση» και υπεροχή του ατόμου απέναντι στις μειονεξίες που πιστεύει ότι αντιμετωπίζει.
Εν τέλει, ο βασιλιάς των ζώων, ίσως καταφέρει να γίνει παράδειγμα για την απλοποίηση της ανάγκης για υπεροχή (excellence). Του αγώνα μεταξύ «σωματικής κατωτερότητας» και ευστροφίας, κοινωνικών στερεοτύπων και ισορροπίας.
Όπως «αναγκαστικά» αναλαμβάνει να ηγηθεί του κοπαδιού, στο οποίο θεωρητικά εμπίπτουν και πολύ πιο μεγαλόσωμα και εύστροφα ζώα, πάντα καταφέρνει να βγαίνει στην κορυφή, κύριος του εαυτού του. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό.