Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη
Ένα μοναχικό ρόδο
Μίριελ Μπαρμπερί
Εκδ. Ωκεανός
Σελ. 179
Το μυθιστόρημα της Μπαρπερί, «Ένα μοναχικό ρόδο», είναι ένα λογοτεχνικό μυθιστόρημα για την αναζήτηση της εσώτερης ταυτότητας, την αναζήτηση του εαυτού, που παραπαίει ανάμεσα σε δύο πολιτισμικές ταυτότητες. Από την άλλη μπορεί κανείς να το χαρακτηρίσει και ως ταξιδιωτικό μυθιστόρημα, μιας και από τη στιγμή που η ηρωίδα του φθάνει στο Κιότο έχει στο πρόγραμμά της περιηγήσεις σε ένα σωρό αξιοθέατα, εστιατόρια και ναούς. Περπατάμε βήμα - βήμα κι εμείς, ως αναγνώστες, δίπλα της και τυγχάνουμε όλες τις ξεναγήσεις.
Είναι ένα βιβλίο που θα διαβάσεις πολλές φορές, γιατί θα το αγαπήσεις. Είναι ένα βιβλίο που, κάθε φορά που θα το ανοίξεις θα σου προσφέρει και κάτι άλλο. Όπως ένα έργο τέχνης που αλλάζει με το πώς πέφτει το φως της μέρας πάνω του, έτσι κι αυτό, ανάλογα με το φως της ψυχής σου αλλάζει κάθε φορά. Κάθε φορά σου δίνει αυτό που χρειάζεσαι, αυτό που αναζητάς. Η αξία του είναι πέρα από την ιστορία του. Είναι η ποίηση των εικόνων, του λόγου και των αρωμάτων του που διαχέονται ανεπιτήδευτα σ' όλο το κείμενο. Δεν χρειάζονται μεγάλες αναλύσεις και εξονυχιστικοί έλεγχοι για τα «πώς» και τα «γιατί» που, θα το κάνουν κοινότυπο με βέβαιο κίνδυνο να χαθεί όλη του η μαγεία.
Υπάρχει στο Κιότο ένας δημοφιλής ναός, που ναι μεν δεν έχει την ομορφιά των μεγαλόπρεπων αξιοθέατων της πόλης, αλλά αρέσει για το πάρκο με τις δυο χιλιάδες δαμασκηνιές, όπου βγαίνει για περίπατο η πόλη ολόκληρη τις τελευταίες ημέρες του Φλεβάρη. Παρ’ ολα ταύτα, ο εξαίρετος ποιητής Ίσα πήγαινε μόνον όταν τα κλαριά των δέντρων ήταν ακόμα μαύρα και γυμνά, χωρίς τα άνθη που ομόρφαιναν αργότερα το περιβάλλον. Μόλις άνθιζε η πρώτη στεφάνη, ο Ίσα έφευγε, ενώ οι άλλοι έρχονταν να θαυμάσουν το θαύμα των λουλουδιών πάνω στους χειμωνιάτικους κλώνους. Όταν καμμιά φορά ο κόσμος ανησυχούσε γι’ αυτήν την προτίμηση που του στερούσε την ωραιότερη ανθοφορία της χρονιάς, εκείνος γελούσε και έλεγε: Έμεινα πολύ καιρό μέσα στη γύμνια, τώρα το άνθος της δαμασκηνιάς είναι μέσα μου. (σελ. 83)
Στο κάθε κεφάλαιο του βιβλίου, στο σύνολο υπάρχουν δώδεκα, προηγείται μια ασιατική παραβολή, ένας μύθος ή ένα ιστορικό γεγονός όπως το απόσπασμα πιο πάνω. Πάνω σ’ αυτό το γεγονός είναι εμπνευσμένο το κεφάλαιο που το ακολουθεί. Η συγγραφέας παίρνει αυτή την πληροφορία και τη δένει περίτεχνα με την ιστορία της. Μεταφέρει τη φιλοσοφία μέσα στην ιστορία όπως στο μικρό απόσπασμα αμέσως πιο κάτω που, είναι σε άμεση σχέση με το προηγούμενο. Αυτό είναι κάτι που βρίσκω πολύ πρωτότυπο και ιδιοφυές. Είναι μια τακτική που, καθώς εξελίσσεται η ιστορία, αποκτά πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
Τη νύχτα, ονειρεύτηκε ότι περπατούσε με τον πατέρα της μέσα σ’έναν κήπο με δαμασκηνιές, κοντά σ’ ένα ναό από σκούρο ξύλο.[...] ο Χαρού της έτεινε το χέρι λέγοντας: Θα πάρεις το ρίσκο του πόνου, του δώρου, του άγνωστου, του έρωτα, της αποτυχίας και της μεταμόρφωσης. Τότε, όπως το άνθος της δαμασκηνιάς είναι μέσα σ’ εμένα, η ζωή μου ολόκληρη θα περάσει σ’ εσένα. (σελ. 95)
Είναι ξεκάθαρο πως η συγγραφέας είναι λάτρης του ιαπωνικού πολιτισμού. Απ’ άκρη σ’ άκρη του βιβλίου της εικονογραφεί με γλαφυρό ύφος τις χαρακτηριστικές ομορφιές της Ιαπωνίας, τα άνθη της, τους κήπους της, τα βουνά της, τη γαστρονομία της. Έχουμε μπροστά στα μάτια μας πίνακες ιαπωνικής ζωγραφικής, ενώ μας πλημμυρίζουν ευωδιαστοί κήποι, βρεγμένο χώμα, σφένδαμο, πασχαλιές, βρύα και όλα αυτά που μπορεί να μας είναι τόσο ξένα αλλά, μας γίνονται τόσο οικία.
«Η ζωή είναι μεταμόρφωση. Οι κήποι αυτοί είναι η μελαγχολία μεταμορφωμένη σε χαρά, ο πόνος μεταμορφωμένος σε ευχαρίστηση. Αυτό που βλέπετε εδώ είναι η κόλαση που έγινε ομορφιά». (σελ. 77)
Όλο το τοπίο, η ατμόσφαιρα των συναισθημάτων, ακόμα και οι χρωματισμοί που παίρνουν τα βουνά προσφέρουν στο έργο μια βαθιά φιλοσοφική προέκταση. Δεν υπάρχει παρά η αγάπη. Η αγάπη και μετά ο θάνατος. «Λέει πως είναι καλό κάρμα, να πρέπει να πεθάνεις μια πρώτη φορά, για να μπορέσεις πραγματικά να γεννηθείς.» (σελ. 66). Οι ήρωες της Μπαρπερί βρίσκονται, μαζί κι εμείς, σ' ένα οδοιπορικό σκέψεων και προβληματισμών.
«Ο Χαρού έλεγε πως η ζωή είναι σαν να διασχίζεις ένα ποτάμι με νερό μαύρο από το βάθος. Μια μέρα άκουσε τον Κισούκε να του λέει: Σωστά το λες, η δροσιά είναι στην αντίπερα όχθη». (σελ. 175)
Η Ροζ, η ηρωίδα της ιστορίας, φθάνει στο Κιότο αφού ειδοποιήθηκε ότι ο Ιάπωνας πατέρας της, τον οποίο δεν γνώρισε ποτέ, έχει πεθάνει και υπάρχει μια διαθήκη γι’ αυτήν. Ο πατέρας της, ο Χαρού, ήταν ένας διάσημος έμπορος έργων τέχνης, παρόλα αυτά για εκείνη ήταν ένα πρόσωπο σχεδόν ανύπαρκτο. Ίσως και να μην πήγαινε ποτέ στην Ιαπωνία, αν δεν υπήρχε εκείνο το παράξενο κενό μέσα της. Το παγερό εκείνο κενό που δεν μπόρεσαν ποτέ να αναπληρώσουν οι αποτυχημένοι της έρωτες, την οδηγεί τελικά στην απόφαση να ταξιδέψει στην Ιαπωνία. Στην πλούσια έπαυλη του πατέρα της την περιμένει ένα γράμμα με οδηγίες. Οι άνθρωποι που έζησαν και εργάστηκαν αφοσιωμένοι και με αυταπάρνηση δίπλα του, αναλαμβάνουν να της δείξουν μια άγνωστη για εκείνη κληρονομιά. Το άλλο μισό της υπόστασής της. Ένας από αυτούς είναι ο Πολ, ένας ιδιόμορφος Βέλγος που καταφέρνει να θερμάνει το παγερό κενό που κουβαλούσε στην καρδιά της.
Η συγγραφέας εργάζεται ως ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βουργουνδίας και καθηγήτρια στο IUFM του Saint-Lo. Το μυθιστόρημα «Στην άκρη των χειλιών μου... η απόλαυση» ήταν το πρώτο της βιβλίο. Αμέσως έγινε δεκτό απ' το γαλλικό αναγνωστικό κοινό με διθυραμβικές κριτικές και μάλιστα τιμήθηκε με το Βραβείο Καλύτερου Βιβλίου Γαστρονομικής Λογοτεχνίας και μεταφράστηκε σε 12 γλώσσες. To 2007 τιμήθηκε με το βραβείο Rotary International. Σήμερα ζει στο Κιότο της Ιαπωνίας κάνοντας χρήση διετούς εκπαιδευτικής άδειας. «Η Κομψότητα του σκαντζόχοιρου» είναι το δεύτερο μυθιστόρημά της το οποίο κέρδισε το Βραβείο των Βιβλιοπωλών (Prix des Libraires) και το Βραβείο Πολιτισμού και Βιβλιοθηκών (Prix Culture et Bibliotheques). Μεταφράστηκε σε 36 γλώσσες, ενώ έχει μεταφερθεί και στον κινηματογράφο.
lasithiotakisa@sppmedia.com
Ψάξτε για το βιβλίο στο βιβλιοπωλείο Parga εδώ.