Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη
Ένα παιδί μεγαλώνει στην Αθήνα: 1934-1944
Συγγραφέας: Νίκος Βατόπουλος
Εκδ. Μεταίχμιο
Σελίδες: 168
«Το ημερολόγιο του πατέρα μου κοιμόταν για πολλά χρόνια στο συρτάρι ενός γραφείου. Η ύπαρξή του ήταν γνωστή, αλλά η χειμερία νάρκη είχε σημαδέψει την πορεία του στον χρόνο. Ηξερα πως οι αράδες εκείνες ήταν γραμμένες από το παιδικό και εφηβικό χέρι του πατέρα μου στο διάστημα μιας δεκαετίας, από το 1934-1944. Το ημερολόγιο γέμιζε, όχι σε ημερήσια βάση αλλά όποτε υπήρχε κάτι αξιόλογο να καταγραφεί ή όταν –ανωτέρα βία– με την πίεση του παππού μου ο πατέρας μου αναγκαζόταν να στρωθεί και να γράψει. Όπως και να έχει, οι σελίδες που γέμισε –αρχικά με μολύβι και αργότερα με μελάνι– διαβάστηκαν ως ενιαίο κείμενο πολλά χρόνια αργότερα, όταν όλα όσα περιέγραφε ανήκαν σε ένα αδιόρατο και αχνό οικογενειακό παρελθόν».(απόσπασμα από τον πρόλογο του συγγραφέα)
Το τελευταίο βιβλίο του, Aθηναιογράφου, Νίκου Βατόπουλου είναι ένα βιβλίο για όσους αγαπάμε την Αθήνα. Ένα βιβλίο για μια Αθήνα που δεν γνωρίσαμε ποτέ. Αλλά κι ένα βιβλίο όχι μόνο για την Αθήνα αλλά και για κάθε πόλη και κάθε παιδί που έζησε τον πόλεμο του ‘40 και την κατοχή.
Ο συγγραφέας, σε μια του συνένετευξη, δηλώνει ιχνηλάτης της μνήμης και όχι λογοτέχνης. Το βιβλίο αυτό προέκυψε από το ημερολόγιο που κρατούσε ο πατέρας του από την ηλικία των έξι του χρόνων μέχρι και τα δέκα έξι του χρόνια, τις χρονολογίες δηλ. 1934-1944. Το ημερολόγιο αυτό, ως ένα πρωτογενές γραπτό τεκμήριο που κοιμόταν, βγήκε τώρα στο φως ώστε να δώσει μιαν άλλη οπτική στην Αθήνα που όλοι ξέρουμε.
Πρόκειται για μια εξιστόρηση, σκέψεων και συναισθημάτων και παράλληλα αποσπασματική παράθεση των κειμένων από το ημερολόγιο, το οποίο διασώζει πτυχές της τότε καθημερινότητας, που πηγάζει από την ανάγκη του συγγραφέα να μας μιλήσει για την πόλη της Αθήνας, για μια εποχή που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί και τους ανθρώπους της από μια διαφορετική σκοπιά, την σκοπιά της μικροϊστορίας. Από αυτή την οπτική, αυτό το συναισθηματικό υπόβαθρο που ενδιαφέρει όσους αγαπάνε αυτή την πόλη και τον κόσμο της. Αναφέρεται στην περίοδο εκείνη που σημάδεψε αναντίρητα και τις μετέπειτα γενιές.
Σκιαγραφείται μια Αθήνα που δεν έχουμε γνωρίσει. Γνωρίζουμε την Αθήνα και τον κόσμο της μέσα από τα γραπτά ενός μικρού παιδιού κι αργότερα ενός έφηβου, λίγο πρίν το πόλεμο του 1940 και κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής. Λείπουν τα πολιτικοϊστορικά γεγονότα, ας μη ξεχνούμε ότι γράφει ένα παιδί, που το χαρακτηρίζει η παιδική αφέλεια αρχικά και μεταγενέστερα ο εφηβικός αυθορμητισμός. Ένα παιδί που την ημέρα της ανακήρυξης του πολέμου είδε μόνο το θετικό κι έκανε χαρά που θα έκλεινε το σχολείο, όπως κάθε παιδί που έγνοια του είναι το παιχνίδι και οι φίλοι του.
Μεταφερόμασε σε μιά εποχή με πολλές στερήσεις αλλά και μεγάλη αφοσίωση και προσήλωση στα επουσιώδη, κυρίως σ’αυτά. Οι στερήσεις αυτές πολλές φορές στάθηκαν η αιτία ώστε να καλλιεργήσουν τα παιδιά τη φαντασία και την ευρηματικότητά τους. Επινοούσαν παιχνίδια, έφτιαχναν μπάλες με κουρέλια, ανέπτυσσαν δυνατούς δεσμούς φιλίας που κράτησαν για μια ζωή. Το παιδί, ο πατέρας του συγγραφέα, ζούσε στα Άνω Πατήσια σε ένα μικρό, λιτό σπιτάκι. Τις δύσκολες μέρες της κατοχής δεν θα τα έβγαζαν πέρα αν δεν υπήρχε το χωριό της μητέρας του, το Άστρος Κυνουρίας. Από κει έφθαναν καλάθια με τρόφιμα. Στην κατοχή αυτοί που ήταν σε καλύτερη μοίρα από τους άλλους, ήταν αυτοί που κατάγονταν από την επαρχία, η οποία τους προμήθευε με όλα τα απαραίτητα όπως, λάδι, αλεύρι, φρούτα κ.α, άλλα και αυτοί από την πόλη που είχαν περιουσία και αντικείμενα αξίας που τα πωλούσαν σε ευτελείς τιμές στους μαυραγορίτες για να μπορέσουν να προμηθευτούν τα απαραίτητα τρόφημα ώστε να μην πεθάνουν της πείνας.
Ο συγγραφέας μας μιλά για την καθημερινότητα των ανθρώπων εκείνης της περιόδου, για την προσπάθεια τους να επιβιώσουν μέσα στις δυσκολίες εφευρίσκοντας τρόπους. Από το τίποτα έφτιαχναν πολλά. Κάθε μικρό είχε αξία και κάθε λίγο που μοιραζότανε γινότανε πολύ. Μας μιλά για τη σημασία της γειτονίας εκείνης της εποχής. Η γειτονιά ήταν ένα κουκούλι προστασίας και θαλπωρής αλλά κι όλος τους ο κόσμος. Μιλά για τα παιδιά της γειτονιάς και τα παιχνίδια τους, τις ανησυχίες τους, τις χαρές και τις λύπες τους. Μιλά όμως και για τις ομορφιές της Αθήνας, τις γειτονιές και τους δρόμους της, για της ατέλειωτες εξώθυρες πόρτες των αρχοντικών, τη φύση της που μόνο σε φωτογραφίες μπορούμε πια να δούμε εμείς. Για το πράσινό της, τα δέντρα της, τις απερίγραπτες ομορφίες του παραδείσου του Κηφησού, των παραλιών του Φαλήρου αλλά και την εναλλακτική του κολυμβητηρίου του Ζαππείου όταν πια, λόγω της κατοχής, δεν μπορούσαν να επισκέπτονται τις αγαπημένες τους παραλίες. Μιλά για το Σπόρτινγκ, για τις αθλητικές δραστηριότητες της εποχής και πόσο σημαντικές ήταν στη ζωή τους και των παιδιών ειδικότερα.
Το βιβλίο λοιπόν αυτό, είναι ένας θησαυρός χαρισμένος σε όλους μας, για την Αθήνα του πολέμου, σαν ένα τεκμήριο περισσότερο της δημόσιας ιστορίας παρά ως οικογενειακό κειμήλιο του συγγραφέα του που θα αφορούσε ίσως μόνο λιγοστούς ή μόνο εκείνον και την οικογένειά του. Είναι ένας θησαυρός που μας χαρίζεται γενναιόδωρα με ειλικρίνια και παραστατικότητα. Ένα πολύτιμο δώρο, που δεν θα μπορούσαμε να έχουμε αν δεν υπήρχε φυλαγμένο αυτό το ημερολογιο, με την υποχρέωση της ευθύνης να το δούμε με ένα ύστερο, ώριμο βλέμμα, μετά την εμπειρία που μας άφησαν τα γεγονότα των χρόνων που πέρασαν από τότε.
Από το οπισθόφυλλο: Με αφετηρία το ημερολόγιο που κρατούσε ο πατέρας του στα χρόνια του '30 και ως το 1944, ο Νίκος Βατόπουλος ξετυλίγει μια διπλή αφήγηση μέσα στον χρόνο και με φόντο την Αθήνα της Κατοχής αλλά και το τοπίο της παιδικής και εφηβικής ηλικίας εκείνα τα χρόνια. Μαζί με την καθημερινότητα, έρχονται στο φως διαδρομές μέσα στην Αθήνα, τα σχολικά χρόνια στη Λεόντειο Πατησίων, ο συνοικιακός αθλητισμός γύρω από το «Σπόρτιγκ», τα μπάνια στο Φάληρο, τα ταξίδια με καΐκι ως το Άστρος, η εξερεύνηση του παραμυθένιου τοπίου στις όχθες του Κηφισού. Όλα αυτά συνθέτουν μια διαφορετική εμπειρία της αστικής διαβίωσης και δίνουν τροφή για σκέψη για τις ανάγκες της απλής ζωής, για το δικαίωμα στην ευτυχία, για τη σταδιακή ενηλικίωση μέσα από τα σκοτεινά χρόνια της Κατοχής.
Με την Αθήνα πρωταγωνίστρια, το ημερολόγιο αυτό είναι ένα από τα σπάνια γραπτά τεκμήρια γραμμένα από παιδί ή έφηβο στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '40. Δίνει το έναυσμα για σύγκριση, μελέτη, αναστοχασμό.
Οι μεγάλες αφηγήσεις είναι υποκειμενικές. Αλλά και οι ελάσσονες, οι μικρές, αυτές που ξεχάστηκαν σε τετράδια, τεφτέρια, κατάστιχα, κόλες διαγωνίσματος, φύλλα αλληλογραφίας. Όπως όσα άφησε ο πατέρας μου με το μολύβι του και τα ανορθόγραφα γράμματά του και αργότερα με το καφετί μελάνι και την καλλιγραφία του γυμνασιόπαιδα. Όλες οι αφηγήσεις όμως, είτε είναι αυθόρμητες και αβίαστες είτε προσεκτικά σχεδιασμένες, βάφονται με το χρώμα του συναισθήματος, ακόμα και όταν τεκμηριώνονται ως αντικειμενικές.
Για τον συγγραφέα: Ο Νίκος Βατόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Από το 1988 εργάζεται στην εφημερίδα Η Καθημερινή ως δημοσιογράφος, στο πολιτιστικό τμήμα. Έχει ειδικευτεί στην ιστορία της Αθήνας και σε θέματα αστικού πολιτισμού. Στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται η φωτογραφική καταγραφή της Ελλάδας, η ιστορία των αστικών κέντρων, η αρχιτεκτονική του 19ου και του 20ού αιώνα, η ιστορία των εντύπων και οι διαδρομές των σκαπανέων της φωτογραφίας. Ειδική ερευνητική ενότητα αποτελεί η μη καταγεγραμμένη μικροϊστορία και η «ανεπίσημη» πόλη. Έχει λάβει μέρος σε εικαστικές εκθέσεις ως φωτογράφος και έχει διοργανώσει το πρότζεκτ «Η Αθήνα της δεκαετίας του ‘60» (Ελληνοαμερικανική Ενωση, 2014).Έχει συμμετάσχει στα συλλογικά έργα: «Φωτογραφικόν Πρακτορείον ”Δ. Α. Χαρισιάδης”» (Μουσείο Μπενάκη, 2009), «Γιώργος Ζογγολόπουλος» (Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, 2016) και «18 κείμενα για τον Γιάννη Μαρή» (Πατάκης, 2016). Από τις εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορούν τα βιβλία του: Περπατώντας στην Αθήνα, Μικροί δρόμοι της Αθήνας, Όπου και να ταξιδέψω, όπως και η αγγλική έκδοση Walking in Athens.
Αναζητήστε το βιβλίο στα βιβλιοπωλεία Parga εδώ.