Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη
Το δέντρο με τις φωλιές της Ελένης Πριοβόλου
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Καστανιώτη
Σελ. 196
Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία. πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.* (απόσπασμα από την Α' επιστολή προς Κορινθίους, Απ. Παύλου).
Το τελευταίο βιβλίο της Ελένης Πριοβόλου είναι ένα βιβλίο ύμνος στην αγάπη που συμπεριλαμβάνει όλους, ανθρώπους και φύση, όλους τους ανθρώπους και όλη τη φύση, ζώα, πουλιά, φυτά, όλα. Είναι και μια σπαρακτική κραυγή, συνάμα, για τη σκληρότητα του κόσμου, την αποστροφή και την αποστασιοποίηση από «Εκείνους», τους ξένους, τους διαφορετικούς, που παρόλα αυτά είναι εκεί, δίπλα μας, και νιώθουμε την ανάγκη τους να χωθούν σε μια ζεστή ασφαλή φωλιά, να κρατηθούν από ένα κλαράκι αλλά και ν’ ανοίξουν φτερά για μια καλύτερη ζωή. Παράλληλα είναι κι ένα κάλεσμα ώστε να ζήσουμε επιτέλους με ισορροπία, σεβασμό, κατανόηση, ενσυναίσθηση αλλά προπαντός με ελευθερία.
Ας ξεκινήσω από το εξώφυλλο που είναι ένα εξαιρετικά καλαίσθητο εξώφυλλο στο οποίο απεικονίζεται πλεγμένο σαν φωλιά ένα γυναικείο κεφάλι. Έξω, μέσα αλλά και τριγύρω του φυτρώνουν και ευδοκιμούν όλα. Ένα γόνιμο έδαφος, ένας πολυσύνθετος ανθρώπινος οργανισμός όπου μπορεί να γεννήσει, να αγαπήσει, και να θρέψει τα πάντα. Χωρίς να τα κρατά δέσμια των στερεοτύπων και του καθωσπρεπισμού. Μια φωλιά ανοιχτή που επιτρέπει ελεύθερα τα φτερουγίσματα προς τ’ όνειρο.
Από το εξώφυλλο λοιπόν διαισθανόμαστε το μεγαλείο του λόγου και της ψυχής που θα μας χαρίσει η Ε. Πριοβόλου στις 196 σελίδες που κρατά η ιστορία της. Ασχολείται με θέματα κοινωνικοπολιτικά, σύγχρονα, επίκαιρα. Καταγγέλλει με ευθύτητα και αιχμηρό λόγο ό,τι συμβαίνει και την ενοχλεί...όλα δηλαδή αυτά που βλέπουμε όλοι μας και αναντίρρητα θα έπρεπε όλοι να ενοχλούμαστε και να αντιδρούμε. Πόσοι όμως από μας το κάνουμε; Πόση ελευθερία έχουμε αλήθεια ώστε να αντιδράσουμε χωρίς να σκεφτούμε τον αντίκτυπο, την κριτική, την περιθωριοποίηση; Αυτή όμως, ταράσσει τα νερά χωρίς να καθηλώνεται με σταυρωμένα χέρια. Αντιθέτως, χωρίς φόβο μέσα από μια ιστορία, με λόγο μαγικό, που εξελίσσεται γοργά και έξυπνα χωρίς να μακρυγορεί ούτε να φλυαρεί ανούσια, ξεσηκώνει τα πνεύματα και τις αισθήσεις.
Όλα εκτυλίσσονται στον κάμπο, στην επαρχία χωρίς να έχουμε επακριβή προσδιορισμό του τόπου όπως ούτε και του χρόνου.
Η φύση στο έργο αυτό παίζει καθοριστικό λόγο. Δεν είναι το φόντο ή το σκηνικό που διαδραματίζονται απλά τα γεγονότα. Είναι αυτή που δρα ως κινητήριος δύναμη για την πλοκή της ιστορίας για την πλημμύρα των συναισθημάτων που καταιγιστικά φορτίζουν την κάθε γραμμή της κάθε σελίδας. Οι μήνες του χρόνου διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Οι εποχές εναλλάσσονται και οι χαρακτήρες προσπαθούν να εναρμονιστούν μέσα σ’ αυτές. Οι στιγμές χρωματίζονται από τα χρώματα του ουρανού, έχουν ήχο το θρόισμα στις φυλλωσιές, τα κελαηδίσματα των πουλιών, μοσχοβολούν τ’ αρώματα των λουλουδιών, λάμπουν στο άσπρο του χιονιού, είναι ήρεμες σαν το γαλήνιο νερό, σαν τα τόξα που σχηματίζουν τα πουλιά που έρχονται, τα πουλιά που φεύγουν. Έχουν χαρά σαν φτερουγίσματα πουλιών και πόνο σαν μανιασμένα σκοτεινά κύματα, σαν ανεμοθύελλα που σπέρνει την καταστροφή.
Πρόκειται για μια ιστορία που στέλνει μηνύματα ανθρωπισμού, με τρόπο συμβολικό και αλληγορικό, που συγκλονίζουν, που συγκινούν βαθιά. Χρησιμοποιεί αντιθέσεις και συμβολισμούς. Συγκρίνει την σκληρότητα της κοινωνίας των ανθρώπων με εκείνη της κοινωνίας των πουλιών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το σμήνος των αγριόχηνων που ταξιδεύουν σε τόξο και ηγείται από το πουλί με τα μεγαλύτερα αποθέματα αλληλεγγύης κι όχι αυτό με την μεγαλύτερη δύναμη εξουσίας. Αν κάποιο πουλί από το σμήνος αναγκαστεί να εγκαταλείψει, για κάποιο λόγο, τότε θα αποσυρθούν μαζί του και δυο γερά πουλιά για να το προστατέψουν, να του συμπαρασταθούν μέχρι να αναρρώσει ή να πεθάνει και έπειτα θα πετάξουν για να ενταχθούν σε άλλο σμήνος ή να προσπαθήσουν να φθάσουν το δικό τους.
Η ηρωίδα της ιστορίας, η Μαρία, είναι ένα άτομο τραμαυματικό από μια ανταγωνιστική οικογένεια που δεν της πρόσφερε αγάπη και θαλπωρή. Εγκαταλείπει την οικογένειά της. Φεύγει με τις πληγές της και με αποφασιστικότητα παίρνει τη ζωή στα χέρια της. Πολεμά κάθε της φόβο. Βρίσκει τον εαυτό της στη φύση. Ανακαλύπτει και αποδέχεται τον ξένο της εαυτό, «μεταλαμβάνει» την κάθε σπαρακτική ιστορία των ξένων εργατών που είναι στη δούλεψη των αδερφιών της, μοιράζεται και τη δικιά της πονεμένη ιστορία μαζί τους. Καταφέρνει να καταρρίψει κάθε νοητό διαχωριστικό σύνορο, κάθε πάγο, κάθε φόβο προς «Εκείνους». Μιλά για όσα την πόνεσαν στα παιδικά της χρόνια δίπλα σε μια εχθρική μάνα που την μεγάλωσε με πικρές, βαριές κουβέντες, με άγριες ματιές, χωρίς αγκαλιές, χωρίς καμιά συμπάθεια. Κι όμως, αυτή τής στέκεται όταν όλοι οι άλλοι την εγκαταλείπουν. Την περιθάλπει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, με ενσυναίσθηση και συγχώρεση και καταφέρνει να νικήσει κάθε τραύμα που της είχε προκαλέσει για να θριαμβεύσει η αγάπη.
Από την άλλη, ο Νιζάμ, ο άνθρωπος που έχει έρθει πιο κοντά απ’ όλους στην ηρωίδα λόγω των κοινών που έχουν, αγαπούν με τον ίδιο τρόπο τα πουλιά και τα κελαηδίσματά τους, είναι από τη φυλή των Ροχίνγκια. Η μόνη φυλή στον κόσμο που είναι χωρίς πατρίδα. Στο Μιανμάρ που θεωρούν πατρίδα τους, προσπάθησαν να τους αφανίσουν με γενοκτονία, από το Παγκλατέζ εκδιώχθηκαν, στην Ινδία ήταν ανεπιθύμητοι. Έτσι, σκόρπισαν στον κόσμο σαν τρελλά πουλιά με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής.
Ένα μοναδικό δέντρο στην ιστορία, πελώριο, που χωρά όλα τα πουλιά, ενδημικά και αποδημητικά. Καταφέρνουν να συνυπάρχουν όλα αρμονικά κάτω από όλες τις συνθήκες, κάθε μέρα, κάθε μήνα, κάθε εποχή, χωρίς τσακωμούς, χωρίς κόντρες. Έχουν όλα τροφή και φωλιές να κουρνιάσουν, ακόμα κι εκείνα που δεν μπορούν να φτιάξουν τη φωλιά τους μόνα τους, προνόησαν για αυτά αυτοί που πιστεύουν πως κάθε πλάσμα αξίζει να ζει με αξιοπρέπεια, κάθε ζωή αξίζει σεβασμό.
Είναι ένα βιβλίο γραμμένο με ευαισθησία, τρυφερότητα και υψηλή αισθητική που με συγκίνησε βαθιά. Μέσα από τις σελίδες του βγαίνει ο καθένας καλύτερος άνθρωπος. Όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλό του είναι ένα βιβλίο για τους ενδημικούς και αποδημητικούς ανθρώπους, που σαν τα πουλιά ψάχνουν να βρουν ασφαλές καταφύγιο, πάντα απάτριδες και πάντα κυνηγημένοι. Εγώ θα συμπληρώσω πως είναι και για όσους έχουν να δώσουν αγάπη κι ωστόσο δεν έχουν καταφέρει να βρουν τη δύναμη ακόμη να το πράξουν.
Αναζητήστε το βιβλίο στο βιβλιοπωλείο Parga εδώ.
*Η αγάπη είναι μακρόθυμη, είναι ευεργετική και ωφέλιμη, η αγάπη δε ζηλεύει, η αγάπη δεν ξιπάζεται (= δεν καυχιέται), δεν είναι περήφανη, δεν κάνει ασχήμιες, δε ζητεί το συμφέρον της, δεν ερεθίζεται, δε σκέφτεται το κακό για τους άλλους, δε χαίρει, όταν βλέπει την αδικία, αλλά συγχαίρει, όταν επικρατεί η αλήθεια. Όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει.Η αγάπη ποτέ δεν ξεπέφτει.
Από το οπισθόφυλλο: Η Μαρία εγκαταλείπει το πατρικό της σπίτι και εγκαθίσταται στο κτήμα που της κληροδότησε ο πατέρας της καταμεσής του κάμπου. Δημιουργεί εκεί ένα φυτώριο με λουλούδια. Έχει για συντροφιά της τα ενδημικά πουλιά, που έχουν στήσει την αποικία τους πάνω σ’ έναν χιλιόχρονο πλάτανο, αλλά και τα αποδημητικά, που γυρνούν κοντά της κάθε χρόνο. Τους αργούς ρυθμούς της μοναχικής ζωής της έρχονται να διαταράξουν «Εκείνοι» – οι μετανάστες που εργάζονται στις καλλιέργειες των αδελφών της σε συνθήκες δουλείας. Ο φόβος για τον ξένο, τον αλλογενή, την κρατάει σε απόσταση ασφαλείας. Μέχρι που ένας από «Εκείνους» διαβαίνει το νοητό σύνορο. Είναι ο Νιζάμ ο Ροχίνγκια. Ισορροπεί στους ώμους του ένα ραβδί, απ’ όπου κρέμονται φωλιές για τα πουλιά του δέντρου. Ο χειμώνας πλησιάζει δριμύς, και ο Νιζάμ νοιάζεται για τα πουλιά όσο και η Μαρία. Μέσα από την αγάπη και τη γνώση τους για τα πετούμενα του ουρανού, θα καταφέρουν να επικοινωνήσουν βαθιά, γκρεμίζοντας όλα τα σύνορα που τους χωρίζουν.
Ένα βιβλίο για τους ενδημικούς και αποδημητικούς ανθρώπους, που σαν τα πουλιά ψάχνουν να βρουν ασφαλές καταφύγιο, πάντα απάτριδες και πάντα κυνηγημένοι.
Η Ελένη Πριοβόλου γεννήθηκε στο Αγγελόκαστρο Μεσολογγίου, όπου έζησε μέχρι τα δεκαοκτώ της χρόνια. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Γράφει αναζητώντας την ευρυθμία και την καθαρότητα του λόγου. Η τάση της να αναπαριστά τον κόσμο με σύμβολα τη στράτευσε από νωρίς στο παραμύθι. Τρέφει ιδιαίτερη αγάπη για τα παιδιά, και στα βιβλία της προσπαθεί να πλησιάσει τον κόσμο τους και την ευαίσθητη ψυχή τους. Έχει καταθέσει είκοσι τρία βιβλία για παιδιά και εφήβους, οκτώ μυθιστορήματα για μεγάλους, μία νουβέλα και ένα βιβλίο με διηγήματα, ενώ έχει συμμετάσχει και στον συλλογικό τόμο Θερινοί έρωτες (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2021). Το βιβλίο της Το σύνθημα έλαβε το Βραβείο Λογοτεχνικού Βιβλίου για Μεγάλα Παιδιά του περιοδικού Διαβάζω (2009) και το μυθιστόρημά της για ενήλικες Όπως ήθελα να ζήσω το Βραβείο Αναγνωστών του ΕΚΕΒΙ (2010). Το 2021 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Εφηβικού-Νεανικού Λογοτεχνικού Βιβλίου για το Φως σε μαύρο ουρανό, το οποίο επιλέχθηκε επίσης από τη Διεθνή Βιβλιοθήκη του Μονάχου ανάμεσα στα διακόσια καλύτερα βιβλία της κατηγορίας του και αναρτήθηκε στον Τιμητικό Πίνακα της IBBY για το έτος 2022.