ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: lace καλσόν, μίνι μαυρο φόρεμα και ankle boots
 

«Μαμά, κοίτα, χωρίς χέρια» της Έλενας Ακρίτα

«Τα πρώτα εξήντα χρόνια είναι δύσκολα. Μετά συνηθίζεις».

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη

«Μαμα, κοίτα, χωρίς χέρια»

της Έλενας Ακρίτα

Εκδ. Διόπτρα

Σελ. 286

Ένα άθλιο παρόν και ένα ζοφερό μέλλον. Αυτά μας αναγκάζουν να κρύβουμε το κεφάλι μας στην κινούμενη άμμο του παρελθόντος.Το χθές δεν ήταν τόσο ευτυχισμένο όσο σήμερα θέλουμε να πιστεύουμε. Κι ούτε εμείς ήμασταν τα παιδιά των παλιών αναγνωστικών. Καλά και άγια τα ήθη και τα έθιμα, τα Κούλουμα, η Σαρακωστή, οι Φωτιές του Αϊ-Γιαννιού, τα πασχαλιάτικα γλέντια. Όμως, για να προχωρήσουμε μπροστά, πρέπει κάποτε να πάψουμε να εξωραΐζουμε τις πίσω μας σελίδες. Αν θέλουμε να γράψουμε καινούρια κεφάλαια, πρέπει να πάψουμε να «διορθώνουμε τα παλιά». Γιατί μόνο όποιος έχει το κουράγιο να αντιμετωπίσει το παρελθόν του κατάματα, μόνο αυτός μπορεί να συστηθεί με το παρόν και να προχωρήσει στο μέλλον. (σελ. 69/70)

Η Έλενα Ακρίτα ξεκινά το νέο της βιβλίο με τη διαπίστωση πως, Τα πρώτα εξήντα χρόνια είναι δύσκολα. Μετά συνηθίζεις. Μας προϊδεάζει εν ολίγοις για την ιστορία που θα ξεδιπλώσει, την δικιά της προσωπική ιστορία. Όχι αυτήν τη λαμπερή και απαστράπτουσα που παρακολουθήσαμε κατά καιρούς μέσα από τον τύπο, τα τηλεοπτικά κανάλια και τα social media, αλλά την εσωτερική της ιστορία. Αυτήν που μόνο αυτή ήξερε και έκρυβε καλά. Την ιστορία των συναισθημάτων της. Το βιβλίο αυτό, όπως αναφέρει και στο οπισθόφυλλο, ξεδιπλώνει τις σκοτεινές σελίδες πίσω από μια φαινομενικά λαμπερή ζωή. Πολλές φορές ξεκίνησα, αναφέρει, κι άλλες τόσες σταμάτησα να το γράφω. Ή θα τα πω όλα ή τίποτα- αποφάσισα. Όσα έκρυψα, όσα φοβήθηκα, για όσα ντράπηκα, θα τα εξομολογηθώ όλα. Κι αυτό κάνει.

Πιστεύω πως κάθε άνθρωπος πρέπει να διαχειριστεί την εικόνα του όπως εκείνος θέλει, όπως εκείνος αισθάνεται καλύτερα. Αν σου κάνει κέφι να αφήσεις γκρίζα μαλλιά, οκέι. Αν θες να τα βάψεις, οκέι. Αν όχι, πάλι οκέι. Το μόνο που δεν είναι οκέι, είναι να αισθάνεσαι χάλια με την εμφάνισή σου και να βυθίζεσαι στο τέλμα του ηλιακού αυτοοίκτου. (σελ. 193)[...] Υπάρχει πιο άθλιο, πιο ποταπό από το να ξεσκίζουμε μια γυναίκα επειδή μεγάλωσε; Να τη λέμε ανέραστη, αγάμητη, λυσσασμένη για σεξ, επειδή απέκτησε ρυτίδες γέλιου γύρω από το στόμα; Να της επιβάλλουμε τη μπούρκα που ο κοινωνικός συντηρητισμός επιβάλλει; Να φοράει μονοκόμματο κι όχι μπικίνι, να κρύβει τα μπράτσα της για να μην προσβληθεί η αισθητική του κάθε κλαρινογαμπρού, του κάθε μπιροκοιλιά και του κάθε γλίτσα; (σελ.195)

Το χιούμορ κι ο αυτασαρκασμός λέγεται πως είναι χαρακτηριστικά των ευφυών ατόμων, άλλοτε πως μαρτυρούν την κάλυψη αρνητικών συναισθημάτων. Εδώ, τόσο το χιούμορ όσο και ο σαρκασμός και ο αυτοσαρκασμός που ενίοτε υπάρχουν στο κείμενο δίνονται με δόσεις «τόσο, όσο», για να απαλύνουν την τραγικότητα των πραγμάτων. Τόσο, όσο να μας κάνουν να χαμογελάσουμε τη στιγμή που έχουν γεμίσει τα μάτια μας κι είναι έτοιμο το δάκρυ στην κόγχη τους.

Ο λόγος της πρωτοπρόσωπος, αβίαστος, άμεσος και γλυκός. Τον αισθανόμαστε σαν ζεστή χουχουλιάρικη κουβερτούλα που μας σκεπάζει και γλυκαίνει την καρδιά μας. Ταυτιζόμαστε με πολλά που αναφέρει, προβληματιζόμαστε με άλλα τόσα και αισθανόμαστε καλά με τον διαφορετικό εαυτό μας που καμιά φορά μπορεί να φαντάζει μέσα στο σύνολο σαν τη μύγα μέσ’ το γάλα.

Ο χρόνος δεν είναι γιατρός, μην ακούτε τις ανοησίες που γράφουμε στα σίριαλ. Ο πόνος δεν περνάει. Απλώς με τον καιρό παύει να είναι τόσο οξύς που σε κόβει στα δυο σαν λεπίδι. Γίνεται πιο βαθύς, πιο ήσυχος, δεν ουρλιάζει, δεν γδέρνει με τα νύχια του το κορμί σου. Φωλιάζει σε μια γωνιά και μαθαίνεις να ζεις μαζί του. Όλοι όσοι αγάπησες και φύγανε, βρίσκουν μια θέση στην καρδιά σου και τους κουβαλάς πάντα μέσα σου. Κι όσο περνούν τα χρόνια τόσο οι σκιές που λάτρεψες πληθαίνουν και σε ακολουθούν. (σελ. 221)

Το βιβλίο αυτό είναι μια κατάθεση ψυχής της συγγραφέως του. Ανοίγει την ψυχή της και μιλά για πολύ προσωπικά θέματα που δύσκολα τολμά κάποιος να μοιραστεί. Είναι μια προσπάθεια να βοηθήσει, να συμβουλέψει τον καθένα που κουβαλά το ίδιο βάρος, τον ίδιο πόνο μ’ αυτήν, που έχει φθάσει στα ίδια όρια, στα ίδια άκρα γκρεμών να νιώσει πως είναι εντάξει κι αυτό μπορεί να αλλάξει, αν όχι, μπορεί να μετριαστεί. Είναι εντάξει να ζητήσεις βοήθεια όταν εσύ το αποφασίσεις, είναι εντάξει και επιβάλλεται να επιλέξεις να περάσεις καλά, για σένα, την κάθε σου στιγμή, αφού οι στιγμές δεν γυρνάνε πίσω αλλά ακόμα κι αν γυρνούσαν. Είναι εντάξει να είσαι ο εαυτός σου κι ας μην αρέσεις στους άλλους. Γιατί για την ευτυχία σου μπορείς να δουλέψεις μόνο εσύ, εσύ παίρνεις τη απόφαση, εσύ τραβάς το κουπί, εσύ λυγίζεις, εσύ πέφτεις, εσύ σηκώνεσαι για το επόμενο βήμα.

Στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου υπάρχει πλούσιο φωτογραφικό υλικό από στιγμές που σημάδεψαν τη ζωή και τη ψυχή της.

Αναζητήστε το βιβλίο στο Βιβλιοπωλείο Parga.

Για τη συγγραφέα: Η Έλενα Ακρίτα γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι κόρη του Λουκή Ακρίτα (από την πόλη Μόρφου της Κύπρου) και της Σύλβας Ακρίτα (από τη Θεσσαλονίκη, με μικρασιατική καταγωγή). Ως δημοσιογράφος συνεργάστηκε με το περιοδικό Ταχυδρόμος και τις εφημερίδες Το Βήμα, Έθνος, Έθνος της Κυριακής, Ειδήσεις και Τα Νέα. Συνεργάστηκε με τους ραδιοφωνικούς σταθμούς ΕΡΑ1, Αθήνα 9,84, Flash και ΑΝΤ1. Επίσης, έχει παρουσιάσει τηλεοπτικές δημοσιογραφικές και ψυχαγωγικές εκπομπές (Κυριακάτικα, Ο πιο Αδύναμος Κρίκος, Φώτα Πορείας κ.λπ.) και έχει γράψει σενάρια για την τηλεόραση. Έχει μεταφράσει και διασκευάσει από τα αγγλικά και τα γαλλικά πολλά θεατρικά έργα, πρόζες και μιούζι­καλ. Το θεατρικό της έργο Η Δίαιτα του Αστροναύτη ανέβηκε την περίοδο 2000-2001 σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή. Βιβλία της: Από την Έλενα με Xαμόγελο, Ραντεβού με την Έλενα, Η Έλενα στη Xώρα των Θαυμάτων, Η Διαθήκη, Τα Φλου, εκδ. Κάκτος. Γεννήθηκα Ξανθιά, Και οι Ξανθιές έχουν Ψυχή, Χτυποκάρδια στο Κρανίο, εκδ. Καστανιώτη. Το Μήλο Βγήκε απ’ τον Παράδεισο, Φόνος 5 Αστέρων, Το Μυστικό της Μπλε Πολυκατοι­κίας, Τα Χειροποίητα, Τα τάπερ της Αλίκης, Το Σκισμένο Τούλι, εκδ. Διόπτρα. Ζει στο σπίτι όπου γεννήθηκε.

lasithiotakisa@sppmedia.com

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη: Τελευταία Ενημέρωση

X