Μιχάλης Μιχαηλίδης
Όταν η Μαρίνα Σάττι έκανε τη διασκευή στις πολύ παλιές «Κούπες» το 2016, έχω την εντύπωση πως αυτό που επεδίωκε ήταν να μας δώσει κάτι πολύ καινούργιο. Μαζί με μια παρέα φίλων της, ερμηνευτών και μουσικών, τόλμησαν να διασκευάσουν με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο ένα χιλιοειπωμένο παραδοσιακό τραγούδι της Ιωνίας και της Μικράς Ασίας, το οποίο προηγουμένως ερμήνευσαν μεταξύ άλλων ο Ελευθέριος Μενεμενλής (το 1907) και η Μαρίκα Παπαγκίκα (το 1928), αλλά και πιο πρόσφατα η Δόμνα Σαμίου, η Αρβανιτάκη, η Γλυκερία, η Ασλανίδου, η Τσαλιγοπούλου κ.ά.
Παρόλα αυτά, η φρέσκια ματιά και προσέγγιση της Σάττι, τόσο σε επίπεδο ερμηνείας όσο και σε σχέση με την αισθητική στο βιντεοκλίπ, βοήθησαν το τραγούδι να μοιάζει καινούργιο και φρέσκο και να αγαπηθεί ξανά λες και γράφτηκε το ‘16. Σήμερα, οκτώ χρόνια μετά, στο Youtube μετρά 27 εκατομμύρια προβολές, ενώ σίγουρα αποτέλεσε την αφορμή για να μπορέσει η ίδια να συστηθεί στον κόσμο, δίνοντας μάλιστα μια δυνατή γεύση του τι θα ακολουθούσε.
Τότε, με αφορμή τη διασκευή, είχαμε κάνει μια συνέντευξη, στην οποία μού εξηγούσε πώς και πόσο αυθόρμητα προέκυψε η διασκευή, ένα μεσημέρι Σαββάτου στο πλαίσιο ενός γεύματος (με σουφλέ ζυμαρικών) στο σπίτι της με τους φίλους της. Μού είπε όμως και για την ανάγκη της τα πράγματα με τα οποία καταπιάνεται να είναι αντιπροσωπευτικά. «Δεν θέλω να ακολουθούν αυτό το μπέρδεμα που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Που θέλουμε να κάνουμε ότι κάνει και ο άλλος, θέλουμε να συγκριθούμε πάντα με ένα άλλο κριτήριο, ενώ η αλήθεια βασικά είναι να δούμε τι γουστάρει ο καθένας μας. Εσύ, Μιχάλη, τι γουστάρεις; Εγώ, η Μαρίνα, τι γουστάρω. Χωρίς να σκέφτεσαι τι θα αρέσει και τι δεν θα αρέσει ή τι έκανε ο φίλος σου για να το κάνεις κι εσύ. Αυτό είναι που μας μπερδεύει. Αν ο καθένας είχε το καθαρό μυαλό να διαβάσει τις ανάγκες του, νομίζω θα ήταν αλλιώς η κοινωνία. Θέλω να κάνω αυτό που μου λέει το δικό μου ένστικτο και η δική μου αισθητική».
Η αισθητική αυτή αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα των πλείστων δουλειών της, δεν είναι κάτι που προέκυψε ξαφνικά.
Παρακολουθώντας την πορεία της μέσα από τα τραγούδια της, τα βιντεοκλίπ αλλά και πώς επικοινωνεί με τον κόσμο μέσω των social media, αυτό που βλέπω είναι η συνέπειά της απέναντι σε αυτά που πρεσβεύει και η ειλικρίνεια με την οποία δημιουργεί ήχο και εικόνα. Η αλήθεια με την οποία δημιουργεί κάτι πρωτότυπο, κάτι διαφορετικό, κάτι που ακούγοντάς το και βλέποντάς το λες «αυτό είναι Σάττι». Από τη «Μάντισσα» ως το «Γιατί πουλί μου» και το «Πάλι» και από το «Σπίρτο και βενζίνη» ως το «Tucutum» και το «Zari», η Σάττι κατάφερε να δημιουργήσει μια προσωπική ταυτότητα, η οποία προφανώς αφορά πρωτίστως στις ανάγκες της, σε αυτά που γουστάρει, στην καταγωγή της και φυσικά στις επιρροές της. Με καταγωγή κατά το ήμισυ από το Σουδάν, έχοντας μεγαλώσει στην Κρήτη, έχοντας ζήσει στην Αμερική όπου σπούδασε, και έχοντας τέλος επιρροές από pop και RnB, μέχρι κρητικά και λαϊκά άσματα, όπως και οι περισσότεροι δηλαδή που μεγαλώσαμε στα 90s και τα 00s, έχει δημιουργήσει το δικό της μουσικό σύμπαν, το οποίο ο καθένας ελεύθερα μπορεί να το επισκεφτεί ή μπορεί απλώς να το απορρίψει.
Αυτό το σύμπαν η ΕΡΤ φαίνεται να το γουστάρει και να το πιστεύει, εξ ου και της έγινε απ’ ευθείας ανάθεση, δείχνοντάς της απόλυτη εμπιστοσύνη για το τελικό αποτέλεσμα, το οποίο γνωρίζουμε μάλιστα ότι προέκυψε χάρη στη συνεργασία μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων -συνθετών και στιχουργών. Δεν περίμενε κανείς δηλαδή ότι η Σάττι θα μας έδινε ένα τραγούδι τύπου «Number One» ή «Shake it».
Θεωρώ ότι η Σάττι έφτιαξε με την ομάδα της ένα τραγούδι στα μέτρα της, το οποίο φαίνεται να πιστεύει πολύ! Και το έκανε όχι για να σε πείσει να πας στην Ελλάδα, ούτε για να τρολλάρει το κιτς, ούτε για να προκαλέσει τον μέσο Έλληνα που ενδεχομένως περίμενε ένα τραγούδι αισθητικής «Fuego», αλλά γιατί δείχνει να είναι ειλικρινής με τον εαυτό της και συνεπής απέναντι στην πορεία της και την Τέχνη της γενικότερα. Εξάλλου, η αισθητική αυτή αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα των πλείστων δουλειών της, δεν είναι κάτι που προέκυψε ξαφνικά.
Προσωπικά και το τραγούδι μου αρέσει, και ο αισθητικός «αχταρμάς», και ο ζουρνάς, και κυρίως η ειλικρίνεια της. Η Σάττι είναι αναμφισβήτητα μια σπουδαία καλλιτέχνης, με δυνατό ακαδημαϊκό background, μιας και έχει αποφοιτήσει από το καλύτερο μουσικό πανεπιστήμιο στον κόσμο, αυτό του Berklee (όπου έκανε ενορχήστρωση και παραγωγή). Και σίγουρά η απόφασή της να πάει στη Eurovision για την Ελλάδα -έπειτα μάλιστα από αρκετά «όχι» που είχε πει τα προηγούμενα χρόνια- δεν θα μπορούσε παρά να συνοδεύεται από μια καλοδουλεμένη σύνθεση, μια προσεγμένη εικόνα, μια ιδιαίτερη εμφάνιση και ένα δυνατό statement. Όπως ακριβώς δηλαδή είναι το «Zari».