Μιχάλης Μιχαηλίδης
Πόσες φορές έχουμε μπει στο αυτοκίνητο οδηγώντας μέχρι και 1,5 ώρα δρόμο απλώς και μόνο για να πάμε κάπου για φαγητό…
Ακόμα και στην Κύπρο που οι πλείστες αποστάσεις είναι μικρές, έχουμε όλοι πρωταγωνιστήσει σε μια τέτοια ιστορία. Εμείς, για παράδειγμα, από τη Λευκωσία, πολλές φορές έχουμε οδηγήσει ακόμα και ως την Κακοπετριά, ως τη Βάσα Κοιλανίου, ως το Βουνί, ως τις Πλάτρες και το Όμοδος, απλώς και μόνο γιατί γνωρίζουμε ότι σε αυτά τα χωριά θα περάσουμε ωραία και εποικοδομητικά τον χρόνο μας με 2-3 δραστηριότητες ή αξιοθέατα, αλλά κυρίως γιατί ξέρουμε πως όλο και κάπου θα φάμε καλό φαγητό.
Μια ταβέρνα από μόνη της αποτελεί έναν πολύ καλό λόγο για να σε στείλει σε ένα χωριό, ενώ ουκ ολίγα χωριά στην κυπριακή ύπαιθρο οφείλουν μεγάλο μέρος της φήμης τους στα εστιατόριά τους. Επιπλέον, ένα καλό εστιατόριο στο χωριό μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στο να αναδειχθούν άλλοι δέκα δυνατοί λόγοι για επίσκεψη εκεί, αφού πάντα απαραίτητη προϋπόθεση για να πάμε κάπου είναι να υπάρχει κάτι για να τσιμπήσουμε. Κάτι καλό για να τσιμπήσουμε.
Μπορώ να σκεφτώ δεκάδες χωριά που κατάφεραν να αναδειχθούν ως τουριστικοί προορισμοί απλώς και μόνο γιατί έχουν καλό φαγητό ή έστω συνδυαστικά με αυτή την καθόλου αμελητέα παράμετρο.
Ουκ ολίγα χωριά στην κυπριακή ύπαιθρο οφείλουν μεγάλο μέρος της φήμης τους στα εστιατόριά τους.
Τα γράφω αυτά γιατί πρόσφατα είχαμε μια συζήτηση για το χωριό μου, τον Πολύστυπο, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει μαραζώσει. Εκεί που γίνονταν και ορισμένες εκδηλώσεις με/για τους απόδημους, μαζεύοντας εκατοντάδες κόσμο (από μια δημοφιλή γιορτή για τον Τρύγο, μέχρι καλοκαιρινές και πασχαλινές εκδηλώσεις, ενώ ακόμα και το «Ξαρκής» έγινε στον Πολύστυπο), πλέον ούτε η εκκλησία τις Κυριακές δεν έχει κόσμο. Είναι τραγικό που χωριά όπως το δικό μου, με τόσο όμορφα φυσικά τοπία και τόσα σημαντικά αξιοθέατα, δεν βρίσκουν τρόπο να προσελκύσουν κόσμο έστω τις Κυριακές. Είναι τραγικό που οι Κοινοτικές Αρχές και άλλοι φορές δεν μπορούν, δεν τους νοιάζει ή δεν ξέρουν πώς να δώσουν στους επισκέπτες ένα κίνητρο για να πάνε για λίγες μέρες ή έστω λίγες ώρες στα χωριά τους.
Ο Πολύστυπος, αφού ξεκίνησα να μιλώ για το δικό μου χωριό, έχει μία από τις πιο πλούσιες κοιλάδες με φουντουκιές, ένα πανέμορφο φουντουκοδάσος, που το διασχίζει μάλιστα ένα ωραίο μονοπάτι με γραφικά ξύλινα γεφύρια. Έχει επίσης ένα εξαιρετικής αισθητικής ξωκλήσι του Αποστόλου Ανδρέα, βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από τη Μαδαρή και τα Τεισιά, έχει έναν απέραντο ορίζοντα που εκτείνεται ως τα περίχωρα της Λευκωσίας, έχει ωραία αμπέλια (εξ ου και το όνομα του χωριού) από τα οποία βγαίνει κρασί και ζυβανία, αλλά και η πρώτη ύλη για τα εξαιρετικά κρασάτα αλλαντικά που φτιάχνει ένας παππούς στο χωριό. Στο χωριό υπάρχει και ένας θησαυρός από έργα τέχνης ενός αποβιώσαντος Πολυστυπιώτη καλλιτέχνη-γλύπτη, υπάρχει ένα γραφικό κομμάτι στην κάτω γειτονιά που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να αποτελέσει πόλο έλξης για περιπάτους, έχει δυο-τρία ωραία καταλύματα για διαμονή τόσο στην καρδιά του χωριού όσο και μέσα στο δάσος, και αρκετά άλλα πράγματα που ενδεχομένως μού διαφεύγουν τώρα.
Αν σε όλη αυτή την εξίσωση προστίθετο και μια καλή ταβέρνα (που να λειτουργεί με συνέπεια) και ένα υποτυπώδες όραμα από έναν άνθρωπο, σίγουρα λόγω και της σχετικά κοντινής απόστασής του από τη Λευκωσία ο Πολύστυπος θα μπορούσε να παίζει κάθε Κυριακή στις προτάσεις για εξόρμηση -ειδικά για όσους ξεκινούν από την Πρωτεύουσα. Αλλά φευ…