Μιχάλης Μιχαηλίδης
Περπατώ στο Άμστερνταμ, σε έναν από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης, κοντά στην πλατεία Rembrandtplein και παρατηρώ τον κόσμο -ντόπιους και ξένους. Μου κάνει εντύπωση ο τεράστιος αριθμός ποδηλάτων που κινούνται στις ειδικές ποδηλατικές λωρίδες, η ταχύτητα με την οποία κινούνται (αφού οι πλείστοι τα χρησιμοποιούν ως το κύριο μεταφορικό μέσο τους και όχι για βόλτα), αλλά και η εικόνα των μανάδων και των πατεράδων να μεταφέρουν τα παιδιά τους (δυο και τρία σε κάποιες περιπτώσεις) μέσα στο ειδικό «κάθισμα» που βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του ποδηλάτου.
Μου κάνει όμως περισσότερη εντύπωση που σε μια πόλη με πληθυσμό μεγαλύτερο του ενός εκατομμυρίου και με ετήσια ροή τουριστών δεκαπλάσια και βάλε του πληθυσμού της -αν συμπεριληφθούν οι μονοήμεροι επισκέπτες και οι ντόπιοι Ολλανδοί επισκέπτες-, όλοι σέβονται όλους. Τα αυτοκίνητα τούς ποδηλάτες, οι πεζοί τα αυτοκίνητα, οι ποδηλατιστές τα μέσα δημόσιας συγκοινωνίας. Κανείς δεν περπατά εκεί που κινούνται τα ποδήλατα, κανείς δεν παρκάρει παράνομα παρεμποδίζοντας την ελεύθερη διέλευση των πεζών... Ακόμα και οι κόρνες των τραμ είναι χαριτωμένες και διακριτικές, στην περίπτωση που παρ’ ελπίδα θα βρεθεί κάποιος στον δρόμο τους, καθώς διασταυρώνει μια μεγάλη λεωφόρο.
Σχεδόν μια βδομάδα στην πόλη, και ενώ όντως όλοι κινούνται με μεγάλη ταχύτητα (ειδικά οι ποδηλατιστές), δεν έτυχε να δούμε ούτε και μισό ατύχημα, δεν ακούσαμε ούτε και μισή βρισιά και κανέναν να υψώνει τον τόνο της φωνής του. Μόνο μια-δυο φορές ακούσαμε τις κόρνες των τραμ και πολλές φορές τα κουδουνάκια των ποδηλάτων, απλώς για να ελευθερωθεί ο δρόμος μπροστά τους.
Ναι μεν είναι απίστευτες οι υποδομές, όπως κι αν αποφασίσεις να διακινηθείς στην πόλη, πολύ περισσότερο όμως είναι η κουλτούρα και η νοοτροπία των ανθρώπων. Των ντόπιων, όσο και των επισκεπτών, οι οποίοι θέλοντας και μη προσαρμόζονται άμεσα στα δεδομένα αυτής της κουλ και φιλόξενης ευρωπαϊκής πόλης.
Ο κόσμος περιμένει υπομονετικά στην ουρά για να μπει στο μουσείο, περιμένει στωικά για να απολαύσει και να φωτογραφίσει πίνακες, περιμένει όμως υπομονετικά και στο Mannekenpis για μια μερίδα πατάτες ή στο Van Der Linde για ένα παγωτό.
Μερικές μέρες μετά, επιστρέφοντας στην Κύπρο, ένα πρωινό καθώς πάμε με τα κορίτσια στο σχολείο, παρατηρώ μια γυναίκα να περπατά στον δρόμο (σε κύριο δρόμο), αφού το εκεί πεζοδρόμιο ήταν κατειλημμένο από δύο αυτοκίνητα.
Ειλικρινά αδυνατώ να κατανοήσω τη νοοτροπία όσων το κάνουν. Δηλαδή τι σκέφτονται εκείνα τα μερικά δευτερόλεπτα πριν αποφασίσουν να βγάλουν ολόκληρο το αμάξι πάνω στο πεζοδρόμιο και να το αφήσουν εκεί φαρδύ-πλατύ; Πολλές φορές τους έχω φανταστεί να λένε «Α, να ένα ωραίο πάρκινγκ», νιώθοντας κιόλας τυχεροί που το βρήκαν.
Σε κανονικές χώρες και πόλεις της Ευρώπης, όλοι αυτοί θα είχαν εξοστρακιστεί σε μηδενικό χρόνο. Ελπίζω κι εμείς, έστω μετά από πενήντα χρόνια, να φτάσουμε σε αυτό το επίπεδο και να μην χρειάζεται να μιλάμε πλέον για τα αυτονόητα. Ζώντας πάντως για μια βδομάδα σε αυτό το κομμάτι του πλανήτη, το οποίο διαχρονικά βρίσκεται στην κορυφή της λίστας με τις πιο ευημερούσες και χαρούμενες χώρες στον κόσμο, νιώθω ότι είμαι σε άλλο χρόνο, κάπου πενήντα χρόνια μπροστά!