Δημήτρης Λοττίδης
Όταν στις 26 Μαΐου 1999 αυτό το περιοδικό κρεμάστηκε στα περίπτερα για πρώτη φορά, έκανε τη μικρή του επανάσταση στην κυπριακή κοινωνία. Πρώτα απ’ όλα, φιλοξένησε στα εξώφυλλα Κύπριες γυναίκες που είχαν στυλ και άποψη, όντας το πρώτο περιοδικό στο είδος του που προέβαλε γυναίκες από την τοπική κοινωνία.
Δεύτερον, έφερε τις κοσμικές στήλες, οι οποίες μέχρι τότε ήταν κάτι βαρετές σελίδες στο πίσω μέρος των περιοδικών, μπροστά, πρώτο τραπέζι πίστα, ξεφεύγοντας από τις δεξιώσεις των πρεσβειών (αυτά ήταν τα κοσμικά γεγονότα το 1999), και τρυπώνοντας στην κλειδαρότρυπα των πάρτι και των δεξιώσεων των απλών ανθρώπων, αυτών δηλαδή που δεν είχαν status πρωτοκόλλου, αλλά ήθελαν να έχουν status λόγω οικονομικής επιτυχίας. Το must τότε δεν ανακάλυψε τον τροχό, απλώς αντέγραψε τι γινόταν στα περιοδικά ξένων χωρών τα τελευταία τριάντα χρόνια. Θυμάμαι το σοκ των ποιοτικών συμπολιτών μας, οι οποίοι δεν έχαναν -στην προ social media εποχή- την ευκαιρία να χύσουν το δηλητήριό τους πάνω στο περιοδικό το οποίο αμφισβήτησε τα ποιοτικά τους κριτήρια και πρόσθεσε στην καθημερινότητα της συζήτησης (άκουσον-άκουσον!) lifestyle πρόσωπα. Σατιρικές εφημερίδες τότε μας έκαναν τη χάρη και ξεμπρόστιασαν το περιοδικό, σοβαροί δημοσιογράφοι απαξίωσαν στις στήλες τους τη νέα πραγματικότητα, σοβαροφανείς πολίτες δεν έχαναν την ευκαιρία να διαμαρτυρηθούν στις comme il faut συναθροίσεις τους πόσο τους σόκαρε η μη σοβαρή έκδοση lifestyle περιοδικού. Την επανάσταση του must ακολούθησαν κι άλλα ντόπια περιοδικά προβάλλοντας και δίνοντας χώρο σε νέους καλλιτέχνες, νέους σχεδιαστές της Κύπρου, νέα πρόσωπα της τοπικής τηλεόρασης, νέα πρότυπα του στυλ, που δημιούργησαν με τις φωτογραφίσεις τους μια τεράστια έκρηξη στη βιομηχανία των λεγόμενων ειδών πολυτελείας, τα οποία δεν είναι και… πολύ πολυτελείας ή μάλλον δεν είναι όλα. Αποτέλεσμα; Αυτή η αγορά της μόδας, της ομορφιάς, της διακόσμησης και της αυτοκίνησης από τζίρο λίγες δεκάδες εκατομμύρια τον χρόνο εκτοξεύθηκε το 2010 στο ιλιγγιώδες ενάμισι δισ. ευρώ, σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία, αυξάνοντας έτσι τις προσλήψεις, αναβαθμίζοντας αισθητικά την κοινωνία και συμβάλλοντας στην έκρηξη ανάπτυξης των τεχνών, της κουλτούρας αλλά βεβαίως και της υποκουλτούρας.
Οι γραφικοί τυπάκοι με τις στήλες και το μουρμουρητό, μετά την αρχική αμηχανία, ήταν οι πρώτοι και καλύτεροι πελάτες των περιοδικών. Ήταν οι πιο φανατικοί – κρυφοί αναγνώστες των κοσμικών στηλών για να τις σχολιάσουν, με απαξίωση πάντα. Είναι οι ίδιοι γραφικοί επαγγελματίες της σημασίας που έκαναν viral με αισχρά σχόλια την περασμένη έκδοσή μας με εξώφυλλο την κυρία Πανά. Ένα εξώφυλλο που κυκλοφόρησε την 1η Απριλίου μετά τις χαλαρώσεις και το λογόκριναν στις 24 του μήνα με την ανακοίνωση του lockdown. Το μεγάλο, όμως, πρόβλημα του σεξισμού τους που δεν μπορούν να χωνέψουν οι κατά τα άλλα ευαίσθητοι, στον ρατσισμό, είναι το γεγονός πως η κυρία Πανά, επιστήμονας, σπουδασμένη σε ένα από τα πλέον σπουδαία πανεπιστήμια του κόσμου, το Johns Hopkins University, την ίδια ώρα είναι όμορφη και γίνεται πρότυπο γυναίκας στο εξώφυλλο του περιοδικού must. Η καλαμαρού που έγινε star λόγω της πανδημίας. Αυτό είναι το πρόβλημά τους, η απατηλή αίσθηση ανωτερότητας. Περαστικά τους.
Δημήτρης Λοττίδης
demetris@sppmedia.com
Twitter: @dlottides