Αφροδίτη Δερματά
Αγαπώ την πατάτα σε όλες τις εκδοχές της. Πατάτα τηγανητή, βραστή, πουρέ, γιαχνί, λεμονάτη, ψητή, στη λαδόκολλα. Πατάτα συνοδευτική, γεμιστή με τυρί, πατατοσαλάτα, πατάτα ως κυρίως πιάτο, γλυκοπατάτα αλλά και πατατάκι. Η πατάτα είναι αδιαμφισβήτητα ένα από τα πιο αγαπημένα φαγητά μικρών και μεγάλων. Για την ιστορία, σύμφωνα με γραπτή μαρτυρία, στην Ευρώπη ήρθε από τη Νότια Αμερική στις 28 Νοεμβρίου 1567. Έως το τέλος του 18ου αιώνα, είχε γίνει ιδιαίτερα δημοφιλής στη Γαλλία και στις γειτονικές χώρες, χάρη στην επιμονή του Αντουάν-Ογκιστέν Παρμαντιέ, ενός από τους αυλικούς του βασιλιά Λουδοβίκου του 15ου. Οι Γάλλοι την ονόμασαν «pomme de terre» («μήλο της γης»), που πέρασε και στα Ελληνικά ως γεώμηλο. Στην Ελλάδα ήρθε στο τέλος της Επανάστασης, χάρη στον πρώτο κυβερνήτη, τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος την είχε δοκιμάσει καθώς ταξίδευε στην Ευρώπη και έκρινε ότι θα ήταν μια βασική και θρεπτική τροφή για τον εξουθενωμένο ελληνικό λαό. Όταν λοιπόν εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, προσπάθησε να δώσει πατάτες στους χωρικούς, οι οποίοι όντας καχύποπτοι και συντηρητικοί τις πέταξαν στα σκουπίδια. Τότε ο Καποδίστριας, γνωρίζοντας καλά την ψυχολογία των Ελλήνων, έκανε την εξής πονηριά: Περιέφραξε το μέρος όπου ήταν αποθηκευμένες οι πατάτες κι έβαλε δυο φρουρούς να τις φυλάνε. Μέσα σε μια εβδομάδα είχαν γίνει ανάρπαστες.
Ανάρπαστη, λοιπόν, η πατάτα από τότε μέχρι και τις μέρες μας. Η δική μου σχέση μαζί της είναι κάπως περίπλοκη. Ξεκίνησε άδοξα και έληξε δοξασμένα. Θα μου πεις «Τι σχέση μπορεί να έχεις εσύ με την πατάτα;». Θα σου απαντήσω… πολύπλευρη. Έχω φυτέψει πατάτα, έχω μαζέψει πατάτα κι έχω μαγειρέψει πατάτα. Η πατάτα ως επί το πλείστον φυτεύεται την άνοιξη και μαζεύεται το καλοκαίρι. Ξεκινάς χαράματα για να μη σε χτυπήσει ο ήλιος και μέσα σε τρεις ώρες πρέπει να έχεις τελειώσει. Ομολογώ ότι είναι μια από τις πιο κουραστικές αγροτικές δουλειές. Σκύβεις, μαζεύεις σε κουβά, τον κουβαλάς, πας και τον αδειάζεις και πάλι από την αρχή. Μετά από το μάζεμα της πατάτας, πίνεις ελληνικό καφέ, κοιτάς τον ορίζοντα, τρίβεις την πονεμένη μέση σου και εκτιμάς λίγο περισσότερο τις μη αγροτικές δουλειές.
Η πρώτη μου απόπειρα μαγειρέματος πατάτας έγινε στα 16. Ήμουν μόνη μου στο σπίτι και αποφάσισα να μαγειρέψω πατάτες τηγανητές στους φίλους μου. Ανέσυρα από τη μνήμη μου αυτά που έβλεπα από τη μάνα μου και τη γιαγιά μου τόσα χρόνια. Τις καθάρισα, τις έκοψα και τις έβαλα στο κρύο λάδι και άναψα το μάτι της κουζίνας. Το αποτέλεσμα ήταν να βγάλω από το τηγάνι κάτι μεταξύ πουρέ και τηγανητής πατάτας και φυσικά δεν έφαγε κανείς. Πλέον, όμως, έχω γίνει εξπέρ. Η αγαπημένη μου συνταγή είναι «πατάτες σαν τηγανητές», ψημένες στον φούρνο, στη λαδόκολλα. Τις κόβεις λεπτές, βάζεις πάπρικα, κουρκουμά, αλάτι, πιπέρι, λάδι, ρίγανη και ψήνεις για 35 λεπτά στους 200 βαθμούς. Βγαίνουν πεντανόστιμες, είναι υγιεινότατες και δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τις τηγανητές.
Με τούτα και με εκείνα και αναλογιζόμενη τον σημαντικό ρόλο της πατάτας στην κουζίνα ειδικότερα και στη ζωή μου γενικότερα, αποφάσισα να υπερασπιστώ μέχρι τελικής πτώσεως το μνημείο στην Ξυλοφάγου και μάλιστα, την επόμενη φορά που θα βρεθώ εκεί, να εναποθέσω στεφάνι προς τιμήν της ένδοξης πατάτας που έχει θυσιαστεί ανά το πέρασμα των αιώνων για να ικανοποιήσει τις δικές μας γαστρονομικές ανησυχίες και ανάγκες. Άλλωστε, ζούμε στην εποχή όπου οι πατάτες όλων των ειδών έχουν την τιμητική τους, αφού εισβάλλουν στα τραπέζια αλλά και στις οθόνες μας με κάθε τρόπο. Αλίμονο, λοιπόν, να μην τις τιμήσουμε όπως τους αρμόζει.
ΥΓ. Δοκίμασε την συνταγή μου και θα με θυμηθείς...