Αφροδίτη Δερματά
Είναι Τετάρτη πρωί, περιμένω εδώ και πέντε λεπτά να περάσω το κόκκινο φανάρι. "Έχουμε αργήσει ήδη δυο λεπτά" με ενημερώνει η κόρη μου. Πατάω το κουμπί του ραδιοφώνου μπας και η μουσική κατευνάσει λίγο το άγχος μου και σιγοτραγουδάω κάνοντας δεύτερη φωνή στον τραγουδιστή που ακούγεται. Ο γιός μου κάθεται δίπλα μου και με κοιτάει συνοφρυωμένος με το θυμωμένο βλέμμα ενός αγοριού που βρίσκεται με το ένα πόδι στην εφηβεία. «Σταμάτα να τραγουδάς» μου λέει και κλείνει επιδεικτικά το ραδιόφωνο. Με κάνει έξαλλη αυτή η καταπίεση που μου ασκούν τα παιδιά μου, αλλά σήμερα αποφασίζω να μην τσακωθώ. Αφήνω το ραδιόφωνο κλειστό και βγάζω μηχανικά το κινητό από την τσάντα. Μια είδηση έρχεται στην οθόνη μου. “Αντίο κύριε Κώστα” λέει ο τίτλος. «Και μην αρχίσεις πάλι να κάνεις ψέματα ότι κλαις» συνεχίζει ακάθεκτος την προσπάθεια του να τσακωθούμε ο γιός μου. Φοράω μαύρα γυαλιά και όντως κάτω από τα γυαλιά κλαίω. Το δάκρυ κυλάει ποτάμι. Μα τι έπαθα; Tι μου συμβαίνει; «Σταμάτα τις ψευτιές Ελληνίδα μάνα» συνεχίζει να με πικάρει o μικρός. Νομίζει ότι του κάνω συναισθηματικό εκβιασμό για να μ αφήσει να ακούσω ραδιόφωνο, εγώ όμως κλαίω στα αλήθεια. Αυτό το «Αντίο κύριε Κώστα» στάθηκε σαν κόμπος στον λαιμό μου. Γιατί είναι εκείνοι οι άνθρωποι με την ωραία ενέργεια, που όταν φεύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο παίρνουν μαζί τους κάτι δικό σου και σε γεμίζουν θλίψη. Όπως ο Κύριος Κώστας, με το αστείρευτο ταλέντο, με το απαράμιλλο ήθος, με το ζεστό χαμόγελο του, με το πηγαίο χιούμορ του. Ο ζωηρός κύριος Κώστας, αυτός ο όμορφος άνθρωπος που μου έκανε παρέα τα βράδια του χειμώνα, τότε ακόμα που οι ταινίες και οι τηλεοράσεις ήταν ασπρόμαυρες και δεν είχαν καν τηλεκοντρόλ και η οθόνη γέμιζε «χιόνια» όταν είχε κακοκαιρία. Ο Κύριος Κώστας που τα απογεύματα τις Κυριακής μας έκανε να χαμογελάμε. Ο τεντι Μπόις Μιχάλης από το «Ο Θόδωρος και το Δίκανο». Ο γλυκός Κλεόπας από το «Μερικοί το προτιμούν κρύο». Ο Κώστας Καλιακούδας από το «Κορίτσια για φίλημα». Ο Ανδροκλής που κυνηγούσε τα λιονταράκια του και εμείς περιμέναμε πως και πώς να έρθει η ώρα για να δούμε τις οικογενειακές περιπέτειες τους . Ο Βουρτσάς που έλεγα μικρή και γέλαγε η γιαγιά μου και δεν καταλάβαινα το γιατί. Πέθαναν πολλοί καλλιτέχνες τον τελευταίο χρόνο αλλά από τον Κύριο Κώστα δεν την περίμενα αυτή την προδοσία, μας είχε υποσχεθεί ότι θα μείνει μαζί μας μέχρι τα 104. Χαιρόμουν που ένιωθα ακόμα την παρουσία του εδώ, μου έδινε ελπίδα. Τώρα είναι σαν να έφυγε άλλο ένα κομμάτι από την παιδική μας ηλικία, από την αθωότητα μας.
Έχω έναν γνωστό, είναι καθηγητής σε πανεπιστήμιο, έχει περάσει τα 40 και φυλάει λίγη από την αίσθηση της παιδικότητας του ακόμα, διαβάζοντας κάθε εβδομάδα Μίκυ Μάους. Έτσι κάνω κι εγώ με τις παλιές ελληνικές ταινίες, βλέποντας τις, νιώθω ότι φυλάω ακόμα λίγη αίσθηση της παιδικότητας μου. Σαν να ξαναγίνομαι παιδί. Οι καλές ελληνικές ταινίες του Καραγιάννη και του Δαλιανίδη με τις έξυπνες πλοκές, με το ιδιαίτερο χιούμορ που σε ταξιδεύουν σε άλλα ήθη, σε παλιές κουλτούρες και σε άλλες εποχές και που πάντα έχουν αυτό το happy end που φέρνει την κάθαρση. Ο Κύριος Κώστας ήταν ίσως ο τελευταίος ήρωας αυτής της εποχής και φεύγοντας την πήρε μαζί του. Ήρθε η σειρά μας λοιπόν να υποκλιθούμε μπροστά σ αυτόν τον υπέροχο άνθρωπο και να τον ευχαριστήσουμε που μοιράστηκε μαζί μας, με τόση ταπεινότητα, το φως του.
«Η καριέρα δε γίνεται με Ναι. H καριέρα γίνεται με τα Όχι.
Ένας συνάδελφος, έκανε μεγάλη επιτυχία.
Πέσανε όλοι πάνω του. Δεχόταν τα πάντα.
Μου λέει, έχω ανάγκη.
Κάτσε λίγο ακόμη με την ανάγκη, του λέω.
Εξαφανίστηκε.
Ξέρεις τι λένε οι άλλοι αν είσαι παντού;
Αυτός έχει σκορπίσει.
Δεν έχω τρόπο να διδάξω, ούτε να κρίνω.
Κάποτε με είχαν καλέσει από το αρμόδιο υπουργείο ως κριτή,
και τους είπα ότι θα περνάω όλους τους υποψήφιους.
Ο λόγος είναι ότι,
κανένας δε μπορεί να αποδώσει υπό συνθήκες πίεσης και άγχους.
Ποιος είμαι εγώ που θα κόψω τα φτερά των νέων ανθρώπων;»
Κώστας Βουτσάς
Αντίο Κύριε Κώστα, εκείνους που μας κάνουν να γελάμε, τους αγαπάμε λίγο παραπάνω να ξέρετε.