ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: γκρί κολάν, cropped μπλουζάκι και suede blazer σε καμηλό χρώμα
 

Σ’ εμάς… που μεγαλώσαμε με σταθερό τηλέφωνο

Αφροδίτη Δερματά

Αφροδίτη Δερματά

Το καλοκαίρι του '95 δούλευα σε ένα μπαράκι στην Ερμιόνη. Θυμάμαι τον DJ καθώς αλλάζει δίσκους να σηκώνει το κινητό του και να μιλάει. Μην φανταστείς ότι ήταν κανένα λεπτεπίλεπτο τηλεφωνάκι σαν τα σημερινά. Ήταν ένα τεράστιο «ματσούκι» που περισσότερο έμοιαζε με ακουστικό από σταθερό τηλέφωνο παρά με κινητό. Mάλιστα θυμάμαι το αφεντικό να τον χλευάζει διότι πίστευε πως προσποιούταν ότι μιλούσε ώστε να μας κάνει φιγούρα. Οι κλήσεις άλλωστε ήταν πανάκριβες και νομίζω ότι ήταν ο μόνος στο χωριό που είχε κινητό. Που να φανταστούμε τότε τι θα γινόταν λίγα χρόνια αργότερα...

Την Π.Κ (Προ Κινητού εποχή) πριν να γίνει ευρύτερα διαδεδομένο το «βάσανο» μας, είχαν το προνόμιο να το αποκτήσουν ελάχιστοι και η ζωή μας τότε ήταν εντελώς διαφορετική. Ήταν σχεδόν ακατόρθωτο να βρεις κάποιον ανά πάσα στιγμή γι’ αυτό κι όλας όταν περίμενες τηλέφωνο στο σταθερό από κάποιο ενδιαφέρον «πρόσωπο» ξεροστάλιαζες σπίτι μη τυχόν και λείπεις όταν θα σε πάρει…πολλές φορές μάλιστα έχανες και άδικα την βόλτα σου μιας και το τηλέφωνο δεν χτυπούσε ποτέ. Σε περίπτωση που τελικά χτυπούσε, συνήθως βρισκόταν σε κεντρικό σημείο του σπιτιού όπου άκουγαν όλοι, έτσι έπρεπε να μιλάς σιγανά και με συνθηματικά. Αν πάλι υπήρχε και δεύτερο τηλέφωνο σε κάποιο άλλο δωμάτιο τότε υπήρχε το ενδεχόμενο ξαφνικά όπως μιλάς να ακούσεις την ανάσα των γονιών που κατασκόπευαν από την δεύτερη γραμμή ή τον μικρό αδελφό να χασκογελάει. Πολλές φορές το τηλέφωνο χτυπούσε όσο έλειπες και αυτός που έπαιρνε δεν άφηνε όνομα. Έσκαγες λοιπόν να βρεις ποιος σε είχε πάρει και πολλές φορές ο γρίφος δεν λυνόταν ποτέ.

Τότε λοιπόν την Π.Κ εποχή οι αφιερώσεις των τραγουδιών γίνονταν μόνο μέσω ραδιοφώνου. Δεν υπήρχε youtube ούτε Spotify. Yπήρχε o θρυλικός Geronimo Groovy που εξέπεμπε από Αθήνα και το ράδιο Κρανιδία που ήταν της περιοχής. Εκεί αφιερώναμε, είτε εις γνώση του «αισθήματος» είτε κρυφά, τα αγαπημένα μας τραγούδια. Μεγάλη ήταν η συγκίνηση όταν ο ραδιοφωνικός παραγωγός έλεγε το όνομα σου και γιατί απευθυνόταν σε εσένα αλλά και γιατί άκουγες το αγαπημένο σου τραγούδι. Εκείνη την εποχή δεν ήταν εύκολο να βρεις ένα τραγούδι και να το ακούσεις ανά πάσα στιγμή όπως τώρα. Θα έπρεπε να αγοράσεις τον δίσκο ή την κασέτα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να το εκτιμάμε λίγο παραπάνω όταν το έπαιζε το ραδιόφωνο και ερχόταν από μόνο του ξαφνικά σαν δώρο Θεού στ’ αυτιά μας.

Κάτι άλλο που μας δυσκόλευε τότε, ήταν ο εντοπισμός της παρέας. Ειδικά τα καλοκαίρια ποτέ δεν κανονίζαμε τηλεφωνικώς. Τα μεσημέρια κάναμε ένα ποδαράτο τουρ σε όλο το χωριό, περνούσαμε όλα τα μαγαζιά και όλο και κάποιον γνωστό βρίσκαμε να περάσουμε την ώρα μας. Τα βράδια σχεδόν πάντα δίναμε συγκεκριμένη ώρα ραντεβού κάπου ώστε να μην ψαχνόμαστε. Γενικά όμως τα στέκια ήταν συγκεκριμένα οπότε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βρισκόμασταν και όλες αυτές οι συναντήσεις είχαν άλλη χάρη και άλλη χαρά διότι απολαμβάναμε τα στιγμή, λέγαμε με ενθουσιασμό τα νέα μας μιας και δεν είμασταν ολημερίς συνδεδεμένοι.

Ένα άλλο ζήτημα που είχαμε να αντιμετωπίσουμε τότε ήταν το να καταφέρουμε να βρούμε τον σωστό δρόμο. Ακόμα κι αυτό είχε μια δυσκολία εφόσον καμία φωνούλα δεν μας καθοδηγούσε. Στην Αθήνα υπήρχε χάρτης βιβλίο των οποίο έπρεπε να μάθεις να διαβάζεις και να σταματάς κάθε τρεις και λίγο να τσεκάρεις οδό και αριθμό, ενώ αν βρισκόσουν στην επαρχία πήγαινες με οδηγό τις ταμπέλες και κάθε τόσο σταματούσες και ρωτούσες όποιον συναντούσες στον δρόμο ώστε να είσαι σίγουρος ότι πας καλά.

Την Π.Κ εποχή όλα τελικά ήταν αλλιώς. Όλα ήταν λίγο πιο δύσκολα αλλά και λίγο πιο ρομαντικά και πιο όμορφα…Με τους φίλους μας που ήταν μακριά αλληλογραφούσαμε και περιμέναμε με αγωνία και χαρά να μας φέρει ο ταχυδρόμος τα νέα τους. Με τους ανθρώπους φλερτάραμε από κοντά, είμασταν αφιλτράριστοι και πιο αληθινοί. Οι φλόγες δεν ήταν εικονίδια σε οθόνη αλλά βρίσκονταν μέσα στις ματιές μας. Οι γυναίκες δεν ήταν αλαβάστρινες, με σαρκώδη χείλη και φωτοσοπαρισμένα «ψωμάκια» και όταν ήθελες να αποφύγεις κάποιον τσακωνόσουν μαζί του ή του εξηγούσες ευθέως ότι δεν ενδιαφέρεσαι, δεν τον άφηνες να προσπαθεί να ερμηνεύσει το «Διαβάστηκε». Όταν πήγαινες ταξίδι το ήξερες μόνο εσύ και ο στενός σου κύκλος όπως και όταν έτρωγες κάτι καλό. Ήσουν προστατευμένος και δεν μπορούσε ο καθένας να διεισδύσει στην ζωή σου όποτε του καπνίσει. Δεν σε βομβάρδιζαν μηνύματα από αγνώστους και από συνεργάτες σε ακατάλληλες στιγμές. Δεν ερχόντουσαν ειδήσεις ξαφνικά χωρίς να έχεις επιλέξει και χωρίς να έχεις όρεξη να τις δεις. Ξυπνούσες και έβλεπες έξω από το παράθυρο σου και όχι την οθόνη. Όλα ήταν λίγο πιο δύσκολα και όλα είχαν μια ομορφιά αυθεντική.

Το μόνο θετικό που μπορώ να αποδώσω στην «προέκταση των χεριών» μας -τα κινητά- είναι η άμεση πρόσβαση στην γνώση και η επικοινωνία σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Κατά τ’ άλλα νιώθω ότι έκλεψαν από εμάς και τα παιδιά μας, την ζωή και την χαρά του να αγναντεύουμε τον ορίζοντα κι αυτό είναι τραγικό …αλλά όχι αμετάκλητο.

Τότε που τα τηλέφωνα ήταν δεμένα με καλώδια οι άνθρωποι ήταν ελεύθεροι…

Αφροδίτη Δερματά: Τελευταία Ενημέρωση

X